Καπετάν Στρατής
Ο καπετάν Στρατής ήταν εθελοντής, αρχηγός σώματος Μακεδονομάχων στον νομό Σερρών. Καταγόταν από το Αδραμύτιο της Μικράς Ασίας. Ήταν ψηλός, γεροδεμένος, μεγαλόσωμος, μελαχρινός, με επιβλητικό παράστημα. Παρότι μέτριας μόρφωσης, ξεχώριζε για την εξυπνάδα του, τη δυναμικότητα, την τόλμη και την αποφασιστικότητα, ενώ παρέμενε ανένδοτος στις αποφάσεις του. Ήταν ιδιαίτερα ευγενής, κυρίως προς τους άνδρες του σώματός του.
Ανάμεσα στους άνδρες του σώματός του ξεχώριζαν:
Ζαχαρίας από τη Μικρόπολη Δράμας, δάσκαλος και απόφοιτος της Μαρουλείου Ακαδημίας των Σερρών.
Νικόλαος Μπουζιούδας ή Τσούτσαρας, από το Άγιο Πνεύμα Σερρών – τον θυμόταν κάποιος γιατί δεματοποιούσε τον καπνό στο πατρικό του σπίτι.
Κωστής, από το Αρδαμέρι της Μ. Ασίας, 25 χρονών, ορφανός από πατέρα. Η μάνα του τον παρακαλούσε με δάκρυα να μην φύγει.
Ο Κωστής σκοτώθηκε στην περιοχή των Μέταλλων από Κονιάρους Τούρκους.
Το σώμα του καπετάν Στρατή αποσπάστηκε στις αρχές του 1907 από το κύριο σώμα της Ζίχνης και δρούσε αυτοτελώς μεταξύ Σερρών και Ζίχνης, κυρίως στα Δαρνακοχώρια. Εναλλάσσονταν με το σώμα του καπετάν Μακούλη στα χωριά Σουμπάσκιοϊ, Δοβίστα και Βεζνίκο.
Ενέδρα στους Ντρανοβαλήδες
Ο Στρατής με το πρωτοπαλίκαρό του Ζαχαρία βρίσκονταν στο Σουμπάσκιοϊ (Νέο Σούλι). Έστησαν ενέδρα στους σχισματικούς Ντρανοβαλήδες: Νικόλαο Κωνσταντίνου (Στόϊκο), Δημήτριο Παπαδημητρίου και τον αγροφύλακα συνοδό τους Διαμαντή Φέκα ή Παντή. Αυτοί επέστρεφαν από τις Σέρρες και φιλοξενήθηκαν το βράδυ στο Νέο Σούλι. Το πρωί, καθώς πότιζαν τα άλογά τους στη βρύση του χωριού, οι δύο Μακεδονομάχοι τούς πυροβόλησαν: σκότωσαν επί τόπου τον Στόϊκο και τον Παπαδημητρίου, ενώ ο αγροφύλακας διασώθηκε.
Η τουρκική αστυνομία διερεύνησε το περιστατικό. Βρήκαν 135 χρυσές λίρες στον πρώτο και αρκετά γρόσια στον δεύτερο και συμπέραναν πως δεν επρόκειτο για ληστεία αλλά για εξόντωση μεταξύ σχισματικών και ορθοδόξων. Για τους Τούρκους, οι δύο φονευθέντες Έλληνες άξιζαν όσο μια κότα: «Iki giaur bir tauk». Η υπόθεση έκλεισε χωρίς να αναμειχθεί επισήμως ο καπετάν Στρατής ή ο Ζαχαρίας, πράγμα που εξηγεί γιατί δεν τους αναφέρει ο πρόξενος Σαχτούρης.
Αντίσταση στη Δοβίστα
Μία άλλη σημαντική επιχείρηση του σώματος έγινε στη Δοβίστα (σημ. Εμμανουήλ Παπάς), όπου το σώμα είχε καταλύσει για καιρό, καθώς το χωριό ήταν γεμάτο μυημένους στον Μακεδονικό Αγώνα. Η μεταφορά όπλων από τον κόλπο του Ορφανού γινόταν εύκολα και υπήρχε μεγάλη οπλαποθήκη.
Την παρουσία του σώματος κατήγγειλε βουλγαρόφιλος αγροφύλακας. Τούρκικος στρατός με συνεργαζόμενους βουλγαρόφιλους κατέφθασε στις αρχές Ιανουαρίου 1907. Ο Στρατής, ενήμερος, σχεδίασε επιχείρηση: άφησε άνδρες του στη δυτική πλευρά του χωριού και ανέβηκε στα υψώματα της Δρεβέσιανης (Οινούσας), παρακολουθώντας τον εχθρό. Όταν οι Τούρκοι συνεπλάκησαν με τους πρώτους άνδρες, ο Στρατής επιτέθηκε από τα νώτα. Οι Τούρκοι τρομοκρατήθηκαν και υποχώρησαν προς τις Σέρρες.
Σε δεύτερη αποτυχημένη απόπειρα των Τούρκων, το σώμα είχε ήδη αποσυρθεί. Οι Τούρκοι συνέλαβαν χωρικούς και τους βασάνιζαν για να μαρτυρήσουν την αποθήκη των όπλων. Κανείς δεν μίλησε, ώσπου ένας καφετζής τρομοκρατήθηκε και υποσχέθηκε να δείξει το σημείο με ένα φτύσιμο. Το σχέδιο λειτούργησε και η αποθήκη αποκαλύφθηκε.
Επίθεση στους Δρανοβαλήδες (17 Απριλίου 1907)
Ο καπετάν Στρατής, ενοχλημένος από την αδράνεια, αποφάσισε χωρίς την άδεια του ελληνικού προξενείου να τιμωρήσει τους σχισματικούς του χωριού Δράνοβα (8 χλμ. βορειοανατολικά του Βεζνίκου), οι οποίοι είχαν βίαια προσχωρήσει στη Βουλγαρική Εξαρχία.
Μερικοί κάτοικοι της Δράνοβας συμμετείχαν, τέλη Μαρτίου 1907, στη σφαγή 18 πατριαρχικών κτηνοτρόφων του Καρλίκιοϊ (Χιονοχωρίου). Οι Δρανοβαλήδες, μεταμφιεσμένοι σε Τούρκους αστυνομικούς, απήγαγαν τους κτηνοτρόφους στα μαντριά τους και τους έσφαξαν στη χαράδρα της Καρλίκοβας, μπροστά ο ένας στον άλλον. Μεταξύ των φονιάδων ήταν και ο Νικόλαος Βοεβόδας, θείος του Δημητρίου Παπαδημητρίου που σκοτώθηκε στο Σουμπάσκιοϊ.
Το σώμα του Στρατή, με ενίσχυση από 15 Σουμπασκιολήδες, επιτέθηκε στους 30 Δρανοβαλήδες την 17η Απριλίου 1907, την ώρα που επέστρεφαν από τις Σέρρες μέσω Οινούσας και Αγίου Πνεύματος. Η επίθεση έγινε στη βρύση του Μουσταφούδα. Παρότι συνοδεύονταν από Τούρκους αστυνομικούς, αυτοί τράπηκαν σε φυγή με τους πρώτους πυροβολισμούς.
Ακολούθησε μάχη μεγάλης διάρκειας. Οι Δρανοβαλήδες σκορπίστηκαν και άφησαν πέντε νεκρούς. Τουρκικό απόσπασμα ιππικού, που άκουσε τους πυροβολισμούς, έσπευσε να καταδιώξει τους επιτιθέμενους. Στην αρχή οι άνδρες του καπετάν Στρατή πρόλαβαν να αποσυρθούν έγκαιρα, αποφεύγοντας σύγκρουση με τους Τούρκους αλλά έπειτα από καταδίωξη κατάφεραν να τον εγκλωβίσουν μαζί με τους άνδρες του στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου στο Χρυσό.
Κατά τη σύγκρουση που ακολούθησε, ένας από τους αντάρτες σκοτώθηκε, δύο κατόρθωσαν να διαφύγουν, ενώ οι υπόλοιποι επτά παραδόθηκαν στους Τούρκους. Υπήρξε συμφωνία οι συλληφθέντες να μεταφερθούν «άνευ δεσμών» στις Σέρρες προκειμένου να δικαστούν, ωστόσο το στρατοδικείο τους καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη. Ακολούθησε η μεταφορά τους στις κακόφημες και απάνθρωπες φυλακές της Ρόδου, όπου κρατούνταν οι καταδικασμένοι για εθνική δράση.
.png)

