Κατα τον εορτασμό του Αγίου Γεωργίου πραγματοποιήθηκε το έθιμο του φόνου του Δράκοντα στο Νεό Σούλι, 23 Απριλίου 1962
Στις 23 Απριλίου 1962, κατα τον εορτασμό του Αγίου Γεωργίου πραγματοποιήθηκε το έθιμο του φόνου του Δράκοντα στο Νεό Σούλι.
Η εφημερίδα Μακεδονία, έγραψε λίγες μέρες αργότερα:
Ένα γραφικό παλαιό έθιμο
ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΟΝΟΥ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΕΩΡΓΙΟ ΣΤΟ ΝΕΟ ΣΟΥΛΙ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ
Ένας νέος, καβαλάρης και ντυμένος σαν τον Άγιο Γεώργιο, καλπάζει για ώρες στους αγρούς των Σερρών.
Ένα πανάρχαιο έθιμο, άγνωστο στους περισσότερους από τους κατοίκους της πόλης των Σερρών, τελείται κάθε χρόνο στο χωριό Νέο Σούλι, κατά την εορτή του Αγίου Γεωργίου. Το έθιμο αυτό είναι η αναπαράσταση του φόνου του δράκοντα από τον Άγιο Γεώργιο και συνοδεύεται από μία σειρά θρησκευτικών τελετών.
Το έθιμο αυτό τηρείται στο εν λόγω χωριό από πολύ παλιά με μεγάλη μεγαλοπρέπεια.
Διήμερη εορτή
Η εορτή του Αγίου Γεωργίου διαρκεί δύο ημέρες. Ξεκινά την ημέρα του Αγίου και τελειώνει την επόμενη, με την αναπαράσταση του φόνου του δράκοντα από έναν νέο που υποδύεται τον Άγιο Γεώργιο. Το πρωί της πρώτης ημέρας, τελείται αγιασμός στο παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου, και στη συνέχεια, οι νέοι και τα παιδιά κρατώντας λάβαρα και εικόνες του παρεκκλησίου, σχηματίζουν μία πομπή, με επικεφαλής τον ιερέα, και περνούν από όλους τους αγρούς του χωριού. Γίνεται έτσι μία λιτανεία των αγίων εικόνων για την ευλογία και προστασία του χωριού.
Μετά τη λιτανεία, ακολουθούν και πολλοί κάτοικοι του χωριού, οι οποίοι προηγουμένως έχουν πιει δωρεάν γάλα που προσφέρουν οι κτηνοτρόφοι του χωριού.
Καθώς η πομπή προχωρά, στην πλατεία του χωριού στήνεται χορός, όπου οι ντόπιοι τραγουδούν το παρακάτω παραδοσιακό τραγούδι:
«Το πανηγύρι γίνεται κάπου στο Γιώργη,
Το πανηγύρι ήταν πολύ κι ο τόπος,
Δίνονται οι μάννες για νερό και τα παιδιά για γάλα.
Παρακαλούν οι άρχοντες, παρακαλούν και οι παπάδες,
Να πιούν το νερό, να φέρουν το πανηγύρι.»
Ο Άγιος ακούει...
Το τραγούδι συνεχίζεται έως ότου ο Άγιος Γεώργιος ακούσει τις παρακλήσεις. Ο Άγιος, στην περίπτωση αυτή, είναι ένας νέος του χωριού ντυμένος με κόκκινη χλαμύδα και κρατώντας ένα καντάρι. Καβαλάει έναν λευκό άλογο και σε μία στιγμή τρέχει μέσα από το πλήθος, ευλογούμενος από τον ιερέα, και ακολουθούμενος από τα ιερά λάβαρα, βγαίνει από το χωριό και φονεύει τον δράκοντα.
Ακριβώς την ίδια στιγμή, κάποιος υπάλληλος της κοινότητας ανοίγει το υδραγωγείο και αφήνει το νερό να ρέει στις κρήνες του χωριού.
Η εορτή τελειώνει με ένα μήνυμα που δίνει ένας κάτοικος του χωριού, στέκοντας σε ένα ύψωμα, ώστε να τον ακούσουν όλοι οι πανηγυρίζοντες. Ο ίδιος φωνάζει τρεις φορές:
«Κάτοικοι, τα αρνιά ψήθηκαν!»
Αυτή η φράση σημαίνει ότι τα αρνιά έχουν πλέον ψηθεί και ότι είναι καιρός να αποχωρήσουν όλοι για να απολαύσουν το γεύμα τους.


