Μετακομιδή των Λειψάνων του Αγίου Στεφάνου του Πρωτομάρτυρα, 2 Αυγούστου

Στις δύο του μηνός έγινε η μετακομιδή του σώματος του Στεφάνου.
Αφού ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου (βλ. 27 Δεκεμβρίου), ο δάσκαλός του Γαμαλιήλ ενθάρρυνε κάποιους Χριστιανούς να πάνε νύχτα και να πάρουν το σώμα του Αγίου και να το θάψουν στο κτήμα του, περίπου είκοσι μίλια έξω από τα Ιεροσόλυμα, το οποίο έφερε το όνομά του: «Καφαργαμαλά», δηλαδή «το χωράφι του Γαμαλιήλ». Εκεί αργότερα θάφτηκε και ο ίδιος ο Γαμαλιήλ.

Το έτος 304 μ.Χ., ένας ευσεβής ιερέας ονόματι Λουκιανός κοιμόταν στο βαπτιστήριο μιας εκκλησίας που βρισκόταν στο χωράφι του Γαμαλιήλ. Εκεί συνήθιζε να κοιμάται για να φυλάει τα ιερά σκεύη της εκκλησίας. Ενώ ήταν μισοκοιμισμένος, είδε έναν ψηλό, σεβάσμιο γέροντα με μακριά λευκή γενειάδα και ένδυμα λευκό, διακοσμημένο με μικρές χρυσές πλάκες και σταυρούς, κρατώντας μια χρυσή ράβδο στο χέρι. Ο άνδρας πλησίασε τον Λουκιανό, τον φώναξε τρεις φορές με το όνομά του και του ζήτησε να πάει στα Ιεροσόλυμα και να πει στον Πατριάρχη Ιωάννη να ανοίξει τους τάφους όπου βρίσκονταν εκείνος και άλλοι δούλοι του Χριστού, ώστε μέσω αυτών ο Θεός να ανοίξει τις πύλες του ελέους Του σε πολλούς ανθρώπους. Όταν ο Λουκιανός ρώτησε ποιος είναι, ο άνδρας απάντησε:
«Είμαι ο Γαμαλιήλ, ο οποίος δίδαξε τον Απόστολο Παύλο τον νόμο· ανατολικά του τάφου μου βρίσκεται ο Στέφανος, που λιθοβολήθηκε από τους Ιουδαίους έξω από τη βόρεια πύλη. Το σώμα του έμεινε ακάλυπτο μία μέρα και μία νύχτα, χωρίς να το αγγίξουν ούτε πουλιά ούτε ζώα. Ενθάρρυνα τους πιστούς να το μεταφέρουν νύχτα, και αφού το έκαναν, το πήγα κρυφά στην εξοχική μου κατοικία, όπου τέλεσα τη νεκρώσιμη ακολουθία επί σαράντα ημέρες και στη συνέχεια τον έθαψα στον δικό μου τάφο στα ανατολικά. Εκεί βρίσκεται και ο Νικόδημος, που επισκέφθηκε τον Ιησού νύχτα. Οι Ιουδαίοι τον αφόρισαν επειδή ακολούθησε τον Χριστό και τον εξόρισαν από τα Ιεροσόλυμα. Τον φιλοξένησα σπίτι μου μέχρι τον θάνατό του και τον έθαψα κοντά στον Στέφανο. Επίσης έθαψα εκεί τον γιο μου Αβίβα, που πέθανε στα είκοσι του. Το σώμα του είναι στο τρίτο φέρετρο, λίγο πιο ψηλά. Εκεί ενταφιάστηκα κι εγώ μετά τον θάνατό μου. Η σύζυγός μου Έθνα και ο πρωτότοκος γιος μου Σεμελίας, που δεν ασπάστηκαν την πίστη στον Χριστό, θάφτηκαν αλλού, σε μέρος που λέγεται Καφαρσεμαλία.»

Ο Λουκιανός, φοβούμενος να θεωρηθεί απατεώνας αν πίστευε υπερβολικά εύκολα, προσευχήθηκε ώστε, αν η όραση ήταν από τον Θεό, να του φανερωθεί δεύτερη και τρίτη φορά, και συνέχισε να νηστεύει με ψωμί και νερό. Την Παρασκευή ο Γαμαλιήλ του εμφανίστηκε ξανά με την ίδια μορφή και τον διέταξε να υπακούσει. Ως σύμβολα των λειψάνων, του έφερε τέσσερα καλάθια: τρία χρυσά και ένα αργυρό. Τα χρυσά ήταν γεμάτα τριαντάφυλλα – δύο λευκά και ένα κόκκινο· το αργυρό ήταν γεμάτο κρόκο (σαφράνι) ευωδιαστό. Όταν ο Λουκιανός ρώτησε τι είναι αυτά, ο Γαμαλιήλ απάντησε:
«Είναι τα λείψανά μας. Τα κόκκινα τριαντάφυλλα συμβολίζουν τον Στέφανο, που βρίσκεται στην είσοδο του τάφου· το δεύτερο καλάθι είναι του Νικόδημου· το αργυρό καλάθι είναι του γιου μου Αβίβα, που έφυγε από τη ζωή χωρίς αμαρτία· το δικό του καλάθι βρίσκεται δίπλα στο δικό μου.»

Μετά απ’ αυτό εξαφανίστηκε. Ο Λουκιανός ξύπνησε, ευχαρίστησε τον Θεό και συνέχισε τη νηστεία του.

Την τρίτη εβδομάδα, την ίδια μέρα και ώρα, ο Γαμαλιήλ του εμφανίστηκε πάλι και αυτή τη φορά με επιπλήξεις και απειλές για την αμέλειά του, λέγοντάς του ότι η ξηρασία που μάστιζε τον κόσμο θα σταματήσει μόνο αν υπακούσει και βρει τα λείψανά τους. Τρομοκρατημένος πλέον, ο Λουκιανός υποσχέθηκε ότι δεν θα καθυστερήσει άλλο.

Ο Λουκιανός πήγε στα Ιεροσόλυμα και είπε τα πάντα στον Πατριάρχη Ιωάννη, ο οποίος δάκρυσε από χαρά και του είπε να πάει να ψάξει τα λείψανα, τα οποία θεώρησε ότι βρίσκονταν κάτω από σωρό μικρών λίθων κοντά στην εκκλησία του. Ο Λουκιανός είχε την ίδια υποψία και επέστρεψε στο χωράφι του. Την επόμενη μέρα συγκέντρωσε τους κατοίκους να ψάξουν κάτω από τον σωρό. Καθώς πήγαινε, τον συνάντησε ένας μοναχός ονόματι Μιγέτιος, άνθρωπος αγνός και ευσεβής, που του είπε ότι ο Γαμαλιήλ τού είχε εμφανιστεί και του ζήτησε να ενημερώσει τον Λουκιανό πως έψαχναν μάταια.
«Μας είχαν τοποθετήσει εκεί προσωρινά σύμφωνα με το παλιό έθιμο, και ο σωρός από πέτρες ήταν σημάδι πένθους των συγγενών μας. Ψάξτε αλλού, σε μέρος που λέγεται Ντεμπαταλία.»
Ο Μιγέτιος συνέχισε περιγράφοντας το όραμα:
«Ξαφνικά βρέθηκα στο ίδιο χωράφι, είδα έναν ξεχασμένο, ερειπωμένο τάφο και μέσα του τρία κρεβάτια στολισμένα με χρυσό· στο ένα, ψηλότερο, κείτονταν δύο άνδρες – ένας γέρος κι ένας νέος· στα άλλα δύο, από ένας.»

Ο Λουκιανός, ευχαριστώντας τον Θεό για τη δεύτερη μαρτυρία, πήγε στο άλλο σημείο και εκεί βρήκαν τρία φέρετρα με επιγραφές στα Συριακά: Χελιήλ (Στέφανος – στέφανος), Νασουάμ (Νικόδημος – νίκη του λαού), Γαμαλιήλ, Αβίβας. Ο Λουκιανός ενημέρωσε αμέσως τον Πατριάρχη Ιωάννη, που τότε βρισκόταν στη Σύνοδο της Διόσπολης. Μαζί με τους επισκόπους Ευτώνιο Σαμάρειας και Ελευθέριο Ιεριχούς πήγαν στο σημείο. Όταν άνοιξαν το φέρετρο του Αγίου Στεφάνου, έγινε σεισμός και βγήκε τέτοια ευωδία που δεν είχαν ξαναμυρίσει κάτι τόσο υπέροχο. Από τον ουρανό ακούστηκαν αγγελικές φωνές:
«Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».

Εκεί βρέθηκε πλήθος λαού, και πολλοί θεραπεύτηκαν: 73 άτομα εκείνη τη στιγμή, άλλοι απαλλάχθηκαν από δαιμόνια, άλλοι θεραπεύτηκαν από πυρετούς, έλκη, ρεύματα αίματος, επιληψία, πονοκεφάλους και πόνους στην κοιλιά. Φιλούσαν τα άγια λείψανα πριν αυτά σφραγιστούν.

Ο Πατριάρχης διεκδίκησε τα λείψανα του Αγίου Στεφάνου για την Εκκλησία των Ιεροσολύμων, όπου υπηρέτησε ως διάκονος. Τα υπόλοιπα έμειναν στην Καφαργαμαλά. Το σώμα του Πρωτομάρτυρα είχε διαλυθεί σε σκόνη, εκτός από τα οστά που ήταν ακέραια και στη φυσική τους θέση. Ο Πατριάρχης επέτρεψε ένα μικρό μέρος να παραμείνει εκεί· τα υπόλοιπα μεταφέρθηκαν με ψαλμούς και ύμνους στον Ναό της Σιών στα Ιεροσόλυμα. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς ξέσπασε δυνατή βροχή που δρόσισε τη γη μετά από μακρά ξηρασία. Η μετακομιδή έγινε στις 26 Δεκεμβρίου, ημέρα κατά την οποία η Εκκλησία τιμά από τότε τη μνήμη του Αγίου Στεφάνου.

Το σώμα του Αγίου Στεφάνου παρέμεινε στον Ναό της Αγίας Σιών μέχρι που η αυτοκράτειρα Ευδοκία, σύζυγος του Θεοδοσίου του Νεωτέρου, μετέβη στα Ιεροσόλυμα το 439, όπου έκτισε έναν μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν του Θεού και του Αγίου, σε απόσταση περίπου ενός σταδίου από την πόλη, κοντά στο σημείο όπου είχε λιθοβοληθεί ο Πρωτομάρτυρας. Εκεί μετέφερε ένα μέρος από τα λείψανά του, και σε αυτόν τον ναό ετάφη η ίδια μετά τον θάνατό της το 461. Επίσης, γνωρίζουμε πως η Ευδοκία μετέφερε το 439 ένα τμήμα του λειψάνου του Αγίου Στεφάνου στην Κωνσταντινούπολη, όπου και εναποτέθηκε στον Ναό του Αγίου Λαυρεντίου, τον οποίο είχε ιδρύσει η ίδια, και όπου εορταζόταν μαζί με τους Αγίους Λαυρέντιο και Αγνή στις 21 Σεπτεμβρίου.

Σύμφωνα με άλλη παράδοση, πριν η Ευδοκία οικοδομήσει τον ναό της, και αφού το λείψανο του Αγίου Στεφάνου είχε ήδη τοποθετηθεί στον Ναό της Αγίας Σιών, ένας συγκλητικός από την Κωνσταντινούπολη ονόματι Αλέξανδρος έκτισε στα Ιεροσόλυμα ναό αφιερωμένο στον Άγιο Στέφανο. Με την ευλογία του Πατριάρχη Ιωάννη, κατάφερε να αποκτήσει το λείψανο του Αγίου και να το μεταφέρει στον ναό του. Πέντε χρόνια αργότερα, ο Αλέξανδρος αρρώστησε και πέθανε. Είχε φροντίσει το σώμα του να τοποθετηθεί σε λάρνακα από ξύλο περσέας, όμοια με αυτήν που περιείχε το λείψανο του Αγίου Στεφάνου.

Οκτώ χρόνια αργότερα, η χήρα του Αλεξάνδρου, ονόματι Ιουλιανή, επιθυμούσε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, επειδή στα Ιεροσόλυμα πολλοί την πολιορκούσαν για δεύτερο γάμο λόγω της ομορφιάς και της περιουσίας της, ενώ εκείνη δεν ήθελε να παντρευτεί ξανά. Αποφασίζοντας λοιπόν να επιστρέψει στην πατρίδα της, φρόντισε να μεταφέρει και το σώμα του συζύγου της.

Αρχικά, ο Πατριάρχης Κύριλλος Ιεροσολύμων δεν της επέτρεψε να πάρει τη λάρνακα του συζύγου της, όμως εκείνη έγραψε στον πατέρα της στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος με τη σειρά του έστειλε επιστολή με βασιλική εντολή στον Πατριάρχη να επιτρέψει στην Ιουλιανή να μεταφέρει τη λάρνακα. Ο Κύριλλος υπάκουσε, αλλά η Ιουλιανή, με πρόνοια Θεού, πήρε κατά λάθος τη λάρνακα του Αγίου Στεφάνου αντί για του συζύγου της. Η λάρνακα τοποθετήθηκε σε γάιδαρο και μεταφέρθηκε στην Άσκαλον.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας ακούστηκαν από τον ουρανό αγγελικές φωνές, ακουστές από μεγάλη απόσταση: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία». Παράλληλα, η περιοχή πλημμύρισε από ευωδία μύρου. Εν τω μεταξύ, οι δαίμονες ούρλιαζαν από μακριά λέγοντας πως περνούσε ο Στέφανος και τους βασάνιζε αοράτως.

Όταν έφτασαν στην Άσκαλον, πλήρωσαν πενήντα φλώρα για ναυλωμένο πλοίο που θα τους μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Τότε συνέβησαν πολλά θαύματα.

Όταν έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, η είδηση της άφιξης του λειψάνου του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου έφτασε στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, που χάρηκε πολύ. Το λείψανο υποδέχθηκε ο Αρχιεπίσκοπος με όλο τον κλήρο, και έγινε μεγαλειώδης πομπή για τη μεταφορά του στο παλάτι. Η λάρνακα με τα άγια λείψανα μεταφερόταν από άμαξα με ημιόνους· όταν όμως έφτασαν στο Κωνσταντιανέον –που ήταν το πατρικό κτήμα της Ιουλιανής στην Κωνσταντινούπολη– οι ημίονοι σταμάτησαν και δεν προχωρούσαν. Τότε ένας από τους ημιόνους μίλησε με ανθρώπινη φωνή και είπε: «Γιατί μας χτυπάτε; Το άγιο λείψανο πρέπει να τοποθετηθεί εδώ». Όταν ο Αρχιεπίσκοπος και όλοι οι παρευρισκόμενοι άκουσαν το ζώο να μιλά, δοξολόγησαν όλοι δυνατά τον Θεό.

Ο αυτοκράτορας, χαρούμενος από το γεγονός, διέταξε να οικοδομηθεί εκεί ένας ναός προς τιμήν του Πρωτομάρτυρα για να φιλοξενήσει τη λάρνακα με τα λείψανά του. Η άφιξη αυτή του λειψάνου τιμάται από την Εκκλησία στις 2 Αυγούστου.
Σημειώσεις:

Κάποιοι αναφέρουν ότι το γεγονός συνέβη το 415, και ότι όλα τα παραπάνω συνέβησαν επί Θεοδοσίου του Νεωτέρου, και όχι επί Κωνσταντίνου του Μεγάλου.

*Η ιστορία αυτής της θαυμαστής ανακάλυψης και μετακομιδής γράφτηκε από τον ίδιο τον Λουκιανό και μεταφράστηκε στα λατινικά από τον Αβίτο, Ισπανό ιερέα από τη Μπράγκα, που ζούσε τότε στα Ιεροσόλυμα και ήταν στενός φίλος του Αγίου Ιερωνύμου. Δημοσιεύθηκε από τους Βενεδικτίνους μοναχούς στο παράρτημα του έβδομου τόμου των έργων του Αγίου Αυγουστίνου. Το περιστατικό επιβεβαιώνεται επίσης από τον Χρυσίππο, λόγιο και άγιο ιερέα της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, καθώς και από τους Ιδάτιο, Μαρκελλίνο, τον επίσκοπο Βασίλειο Σελευκείας, τον Άγιο Αυγουστίνο, τον Βέδα κ.ά.

Η εορτή του Αγίου Στεφάνου μεταφέρθηκε στην Ορθόδοξη Εκκλησία από τις 26 Δεκεμβρίου στις 27, για να τιμηθεί στις 26 η Σύναξη της Θεοτόκου.

Κατά τη βασιλεία του Κωνσταντίνου του Μεγάλου, όταν αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο Μητροφάνης.

Η Ιουλιανή ήταν η Ιουλιανή Ανικία, κόρη του Ανίκιου Ολύβριου και της Πλακιδίας, εγγονή του Βαλεντινιανού Γ΄ και της Λικινίας Ευδοξίας, και επομένως δισέγγονη του Θεοδοσίου Β΄ και της Αθηναΐδος-Ευδοκίας.
ΓΑΜΑΛΙΗΛ
(Διὰ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

Κατὰ μέσον τῆς σκοτεινῆς νυκτός, ἐφάνη ὁ Γαμαλιήλ
εἰς τὸν Λουκιανόν, μυστήριον θαυμαστὸν ἀποκαλύπτων.
Ὡς πρεσβύτης σεμνὸς ἐνεφανίσθη,
μειδίαμα μυστικὸν ἔχων ἐπὶ προσώπου ἀκτινοβόλου,
τρίχας πολιὰς καὶ πώγωνα λευκὸν,
καὶ στολὴν λευκὴν φέρων, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἐφαίνετο ἐρυθρὸς σταυρός.

Ἔθετο τέσσαρας πίθους
ἐντός σπηλαίου, παρὰ τετράσι τάφοις.
Τρεῖς ἐκ χρυσοῦ, ὁ τέταρτος ἐκ ἀργύρου·
ἕκαστος ἐπληροῦτο ἀνθέων καλλίνων.
Ὁ πρῶτος ἦν πλήρης ἐρυθρῶν ἀνθέων,
οἱ λοιποὶ δὲ ἐν ἀνθέοις λευκοῖς, ὥσπερ ἐκ τῆς τοῦ Παραδείσου πηγῆς.

Καὶ ἔφη ὁ Γαμαλιήλ·
«Ὁ χρυσοῦς οὗτος πίθος, ὁ ἐμπεπηγμένος ἐν ἐρυθροῖς ἀνθέοις,
ἔμπροσθεν τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου Στεφάνου κεῖται,
ὃς τὸ αἷμά του ἔχυσε διὰ τὸν ζῶντα Χριστόν.
Οἱ λοιποὶ δύο χρυσοὶ πίθοι,
ἐμοὶ τῷ Γαμαλιὴλ καὶ τῷ ἁγίῳ Νικοδήμῳ ἀνήκουσιν·
ὧδε τὸ σῶμα αὐτοῦ, κἀκεῖνο τὸ ἐμὸν.

Ὁ τέταρτος δὲ, ἐξ ἀργύρου καθαροτάτου,
ἐστὶ πλησίον τοῦ Ἀβίβου ἀνακειμένου—
τοῦ μονογενοῦς μου υἱοῦ, ὃν ζῶντα θεωρῶ.
Ὁ πίθος του λευκὸς, καὶ τὰ ἄνθη λευκά,
διὰ ψυχὴν ἀμίαντον καὶ σῶμα καθαρόν·
νεαρὸς καὶ βαπτισθεὶς ἐτελεύτησεν, ὡς ἄνθος ὡραῖον πρὶν καιρὸν.

Τὸν υἱόν μου ἐτάφησα πλησίον τοῦ Ἁγίου Στεφάνου,
ὅπως βοηθῇ αὐτὸς τῷ τέκνῳ μου Ἀβίβᾳ,
ὥσπερ βοηθεῖ πᾶσι τοῖς Χριστιανοῖς.»

Λειτουργεικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον, Ἦχος Δ΄
Τῷ ὑπὲρ Χριστοῦ Θεοῦ ἀγῶνι,
στέφανος βασιλείας τὴν κεφαλήν σου ἐστεφάνωσε,
ὦ πρωτομάρτυς Στέφανε·
σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων ἀλογίαν ἔλεγξας,
καὶ τὸν Σωτῆρα ἐθεάσω πλησίον τοῦ Πατρὸς ἐν δόξῃ.
Διὸ ἱκέτευε ἀπαύστως ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον, Ἦχος Δ΄
Ὦ πρωτομάρτυς καὶ στρατιῶτα γενναῖε Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ,
νίκην τῷ ἀγῶνι κατήνεγκας καὶ δόξῃ ἐστεφάνωσαι,
ὦ ἅγιε Στέφανε·
σὺ γὰρ τὴν βουλὴν τῶν διωκτῶν σου συνέχεας,
καὶ τὸν Σωτῆρα ἐθεάσω ἐπὶ δεξιῶν τοῦ Πατρός καθήμενον.
Μὴ παύσῃ πρεσβεύων ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον, Ἦχος Δ΄
Ἀνεφάνησαν ἐκ βάθους γῆς τὰ τίμια λείψανά σου,
ὡς θησαυρὸς ζωῆς ἀφθάρτου πᾶσι τῇ κτίσει.
Ἐχαίρετο ἡ Ἐκκλησία τῇ χάριτι ἣν λαμβάνει ἐξ αὐτῶν,
καὶ τιμᾷ σε ἀξίως, ὦ Πρωτομάρτυς Στέφανε.
Διάσωσον ἡμᾶς ἐκ πλάνης καὶ αἱρέσεως,
διὰ τῆς πρεσβείας σου.

Κοντάκιον, Πλ. Δ΄ Ἦχος
Ὡς πρῶτος σπόρος ἐφυτεύθης ὑπὸ τοῦ Οὐρανίου Γεωργοῦ,
ὦ πάνυ εὐκλεὴς Στέφανε·
πρῶτος τὸ αἷμά σου ἔχεας ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς,
ὦ μακάριε·
πρῶτος ἐτιμήθης ὑπ’ Αὐτοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς,
τῷ στεφάνῳ τῆς νίκης,
ὡς πρωταθλητὴς τῶν Μαρτύρων, ὦ στεφανηφόρε.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Google News <-----Google News

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άγιος Μάριος επίσκοπος Σεβαστείας

Άγιος Πέτρος Ιερομάρτυρας, από την Καπιτώλιο, 4 Οκτωβρίου

Μεταφορά από τη Μάλτα στο Γκάτσινα τμήματος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου, μαζί με την εικόνα της Παναγίας της Φιλερμίου και το δεξί χέρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, 12 Οκτωβρίου

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Σαν σήμερα



Εορτασμοί σήμερα


Αναρτήσεις...

  • Φόρτωση αναρτήσεων...

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Συνταγές

ΓηΤονια

Χαμένες Πατρίδες

Ρετρό

Σιδή Ρόκ Άστρο

Ο χαζός του χωριού