Τα Οχυρά του 1913 -1914 στην Βόρειο Ελλάδα
Η Οχύρωση στην Βόρειο Ελλάδα ξεκίνησε την περίοδο 1913-1914 μετά από εισήγηση του Ι.Μεταξά Αντισυνταγματάρχη τότε του Μηχανικού και διευθυντή της Β’ Επιτελικής Διευθύνσεως, για τη δημιουργία μιας οχυρωτικής γραμμής. Τα οχυρά που κατασκευάστηκαν ήταν εννέα: ΡΟΥΠΕΛ, ΦΑΙΑ ΠΕΤΡΑ, ΠΕΡΙΘΩΡΙ, ΛΙΣΣΕ, ΤΟΥΛΟΥΜΠΑΡ, ΠΑΡΑΝΕΣΤΙΟ, ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, ΔΟΒΑ ΤΕΠΕ. Τέλος οχυρώθηκε η Καβάλα ως δεύτερη τοποθεσία άμυνας.
Πριν ακόμη ξεκινήσουν τα έργα η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να προστατεύσει και να κρατήσει κρυφές τις όποιες εργασίες επρόκειτο να γίνουν, στο πλαίσιο αυτό με νόμο που ψήφισε απαγόρευσε την δημοσίευση ειδήσεων και ανακοινώσεων που να αφορούν έργα οχυρώσεως.
Από το έργο της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, “Η Ελλάς και ο πόλεμος εις τα Βαλκάνια – ο Ελληνικός στρατός κατά τον Α΄ Π.Π. 1914-1918”, Γ.Ε.Σ. μπορούμε να αντλήσουμε πολλές πληροφορίες.
Μέσα στο κλίμα αυτό προστασίας και παρά τις τότε οικονομικές ελλείψεις η στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε να προβεί στην έναρξη των οχυρωματικών έργων, ξεκινώντας με το πλέον τρωτό τμήμα του Ελληνικού εδάφους δηλαδή την Αν. Μακεδονία.
Η Ε.Υ.Σ. είχε καθορίσει από πριν τον αριθμό και τον τύπο των οχυρών, περίπου την θέση τους, την στρατιωτική δύναμη εκάστου και τις σχετικές με αυτά δαπάνες. Ορίσθηκε «επιτροπή Οχυρώσεων» αποτελούμενη από τον Αντ/ρχη Μηχανικού Γεώργιο Βαλέτα ως πρόεδρο και σαν μέλη τον Αντ/ρχη Πυροβολικού Κίμωνα Διγενή και Ταγματάρχη Μηχανικού Ζαφείρη Παπαθανασίου. Η οριστική επιλογή των θέσεων -στην οποία η επιτροπή προέβη άμεσα- η παρακολούθηση των έργων και οι παρεμβάσεις όπου απαιτούνταν καθώς και ο ακριβής καθορισμός της δύναμης τους σε πεζικό και πυροβολικό ήταν ευθύνη της.
Η εκτέλεση των έργων ανατέθηκε στο φρούριο Θεσσαλονίκης που δημιούργησε μεγάλη μονάδα με ειδικό επιτελείο για το σκοπό αυτό με διοικητή τον Συν/ρχη μηχανικού Ευλάμπιο Μεσσαλά. Η Διοίκησης του Φρουρίου είχε ευρύτατη δικαιοδοσία σχετικά με τις εργασίες εκτέλεσης, προμήθειας υλικών, εξεύρεσης τεχνιτών, μέσων μεταφοράς κ.ά.
Την εποπτεία του κάθε οχυρού είχε αναλάβει και ένας αξιωματικός του Μηχανικού. Δυστυχώς λόγω ελλείψεως πεπειραμένων αξιωματικών στο όπλο αυτό, η ανάθεση έγινε σε νεαρά άτομα χωρίς πείρα. Το αρνητικό αυτό στοιχείο όμως αναπλήρωσε «ο νεανικός ενθουσιασμός, η ακάματος εργατικότης και η μέγιστη επιμέλεια»
Οι εργασίες ξεκίνησαν άμεσα και σε έντονους ρυθμούς και τα υλικά , ο σίδηρος και η ξυλεία, ήδη είχαν αγορασθεί και μεταφερθεί στην Ελλάδα, πριν την κήρυξη του Α’ Π.Π. τον Αύγουστο του 1914.
Για την πληρέστερη αμυντική εικόνα αναφέρω τα οχυρά που καλύπτουν όλη την γραμμή της Αν. Μακεδονίας.
1. Ρούπελ, ένδεκα χιλ. βόρεια του Σιδηροκάστρου (Δεμίρ Ισσάρ), για την προστασία της κοιλάδας των Σερρών από τις διαβάσεις της περιοχής Πετριτσίου και Άνω Στρυμώνα.
2. Κρουσοβίτικον ή Φαιά Πέτρα, είκοσι οκτώ χιλ. βόρεια των Σερρών για την κάλυψη των ορεινών διαβάσεων του Κρουσοβίτικου (παραπόταμος του Στρυμώνα).
3. Περιθωρίου (Στάρτιτσα), για την άμυνα των διαβάσεων προς Σέρρες από Βροντού, Κοκκινόγεια, Λόφτσι.
4. Λίσσε, οχυρό συζυγές προς αυτό του Περιθωρίου για την κάλυψη των περασμάτων από τα υψίπεδα του κάτω Νευροκοπίου προς Κοκκινόγεια, Ακριτοχώρι και Δράμα.
5. Τουλουμπάρ, δεκαέξι χιλ. ΒΑ της Δράμας για την άμυνα της γέφυρας των Παπάδων στο Νέστο και όλων των ορεινών οδών από την Κεντρική Ροδόπη.
6. Μπούκια (Παρανέστι), κοντά στην σιδηροδρομική γραμμή για την άμυνα των στενών του Νέστου.
7. Ιτζές (Παράδεισος- Καβάλα), για την άμυνα των διαβάσεων από Ξάνθη προς χωριό Τοξότες και των διαβάσεων του Νέστου.
Τα λίγα μέσα της εποχής όμως δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση των οχυρών αυτών με την συμπλήρωση των προβλεπόμενων μικρότερων πλευρικών μονίμων έργων. Τον ρόλο αυτό επιφορτίσθηκαν οι επί τόπου στρατιωτικές δυνάμεις με κατασκευές απλών έργων εκστρατείας.
Η εκπλήρωση της αποστολής τους είχε σχεδιαστεί να επιτευχθεί με κύρια βάση το πυροβολικό, για τον λόγο αυτό έπρεπε και η βολή τους να διατηρηθεί για όσο περισσότερο χρόνο ήταν εφικτό. Αν και η προστασία του πυροβολικού περιελάμβανε -στην πρόβλεψη τουλάχιστον- χαλύβδινη θωράκιση και πυροβολεία από σιδηροκονίαμα, τα ελλιπή μέσα οδήγησαν στην λύση των χωματουργικών έργων, διαχωμάτων και οπισθοχωμάτων και απλών σκέπαστρων προς κάλυψη του προσωπικού. Για μεγαλύτερη ασφάλεια το πυροβολικό θα διενεργούσε έμμεσο βολή, δηλαδή η θέση του θα βρίσκονταν βαθύτερα, γεγονός που αύξανε την έκταση των οχυρών. Συνέπεια τούτου το οχυρό της Καβάλας και το Ρούπελ να έχουν περίμετρο δύο έως τρία χιλιόμετρα. Δεδομένης της ελλείψεως οπλιτών και αξιωματικών -όπως παρακάτω θα δούμε- μόνο ένα τάγμα πεζικού ανά οχυρό, ο έλεγχος τους γίνονταν πραγματικά δύσκολος και η αμυντική τους ικανότητα μειωνόταν δραστικά.
Φάλαγγα Γερμανών και Βουλγάρων επιχειρεί να καταλάβει το οχυρό του Ρούπελ, παρά τον Στρυμόνα. Σκοπός των Γερμανών, όπως αναφέρει ανακοινωθέν του Γερμανικού Επιτελείου, να εξασφαλισθούν από αιφνιδιαστικές επιθέσεις των στρατευμάτων της Αντάντ.
Η κυβέρνηση Σκουλούδη στην Αθήνα, στην προσπάθεια να αποφύγει εμπλοκή της Ελλάδας στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, διατάσσει τη φρουρά του οχυρού να αποσυρθεί, παραδίδοντας έτσι ελληνικό έδαφος στους Γερμανοβουλγάρους επιδρομείς. 25 χρόνια αργότερα για να περάσουν από τα οχυρά του Ρούπελ οι Γερμανοί έχυσαν πολύ αίμα. Η παράδοση έγινε κάτω από τις εξής συνθήκες: Στις 9.45' ώρα ο Διοικητής του οχυρού ταγματάρχης Μαυρουδής ανέκοψε την προέλαση δύο βουλγαρικών συνταγμάτων της 7ης Μεραρχίας, τα οποία αφού πέρασαν το πρωί τη μεθόριο, προήλασαν προς το οχυρό.
Ο ταγματάρχης Μαυρουδής εκτελώντας διαταγές άρχισε να βάλλει με το πυροβολικό κατά των συνταγμάτων αυτών, με αποτέλεσμα να ανακόψει την κίνηση τους. Στη συνέχεια όμως μετά από συνεννόηση με τον υπουργό Στρατιωτικών διατάχθηκε να παραδώσει το φρούριο, εφ' όσον το επιτιθέμενο στράτευμα βρισκόταν υπό τη διοίκηση Γερμανού αξιωματικού. Έτσι το οχυρό παραδόθηκε μαζί με το βαρύ οπλισμό του στον Γερμανό αξιωματικό Τιλ.
Από τα 9 οχυρά εμείς θα ασχοληθούμε κυρίως με αυτά της περιοχής μας.
Ξεκινώντας από τις αμυντικές μας θέσεις στην περιοχή συναντάμε το φυλάκιο Κούλας και το πρώτο που δέχτηκε την επίθεση των Βουλγάρων.
Μετά την κατάληψη της περιοχής μας από τους Βουλγάρους η χρήση των οχυρών πέρασε στα δικά τους χέρια, υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις πολεμικών ενεργειών κατά των Βουλγάρων στα φυλάκια μας όπως τον βομβαρδισμό καταυλισμού που στήθηκε στην θέση του φυλακίου της Κούλας.
Από το έργο της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, “Η Ελλάς και ο πόλεμος εις τα Βαλκάνια – ο Ελληνικός στρατός κατά τον Α΄ Π.Π. 1914-1918”, Γ.Ε.Σ. εκδόσεως του 1958
Συγγραφέας: Αντισυνταγματάρχης (ΠΒ) Αριστείδης Ομηρίδης Σκυλίτσης
Πριν ακόμη ξεκινήσουν τα έργα η ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να προστατεύσει και να κρατήσει κρυφές τις όποιες εργασίες επρόκειτο να γίνουν, στο πλαίσιο αυτό με νόμο που ψήφισε απαγόρευσε την δημοσίευση ειδήσεων και ανακοινώσεων που να αφορούν έργα οχυρώσεως.
Από το έργο της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, “Η Ελλάς και ο πόλεμος εις τα Βαλκάνια – ο Ελληνικός στρατός κατά τον Α΄ Π.Π. 1914-1918”, Γ.Ε.Σ. μπορούμε να αντλήσουμε πολλές πληροφορίες.
Μέσα στο κλίμα αυτό προστασίας και παρά τις τότε οικονομικές ελλείψεις η στρατιωτική ηγεσία αποφάσισε να προβεί στην έναρξη των οχυρωματικών έργων, ξεκινώντας με το πλέον τρωτό τμήμα του Ελληνικού εδάφους δηλαδή την Αν. Μακεδονία.
Η Ε.Υ.Σ. είχε καθορίσει από πριν τον αριθμό και τον τύπο των οχυρών, περίπου την θέση τους, την στρατιωτική δύναμη εκάστου και τις σχετικές με αυτά δαπάνες. Ορίσθηκε «επιτροπή Οχυρώσεων» αποτελούμενη από τον Αντ/ρχη Μηχανικού Γεώργιο Βαλέτα ως πρόεδρο και σαν μέλη τον Αντ/ρχη Πυροβολικού Κίμωνα Διγενή και Ταγματάρχη Μηχανικού Ζαφείρη Παπαθανασίου. Η οριστική επιλογή των θέσεων -στην οποία η επιτροπή προέβη άμεσα- η παρακολούθηση των έργων και οι παρεμβάσεις όπου απαιτούνταν καθώς και ο ακριβής καθορισμός της δύναμης τους σε πεζικό και πυροβολικό ήταν ευθύνη της.
Η εκτέλεση των έργων ανατέθηκε στο φρούριο Θεσσαλονίκης που δημιούργησε μεγάλη μονάδα με ειδικό επιτελείο για το σκοπό αυτό με διοικητή τον Συν/ρχη μηχανικού Ευλάμπιο Μεσσαλά. Η Διοίκησης του Φρουρίου είχε ευρύτατη δικαιοδοσία σχετικά με τις εργασίες εκτέλεσης, προμήθειας υλικών, εξεύρεσης τεχνιτών, μέσων μεταφοράς κ.ά.
Την εποπτεία του κάθε οχυρού είχε αναλάβει και ένας αξιωματικός του Μηχανικού. Δυστυχώς λόγω ελλείψεως πεπειραμένων αξιωματικών στο όπλο αυτό, η ανάθεση έγινε σε νεαρά άτομα χωρίς πείρα. Το αρνητικό αυτό στοιχείο όμως αναπλήρωσε «ο νεανικός ενθουσιασμός, η ακάματος εργατικότης και η μέγιστη επιμέλεια»
Οι εργασίες ξεκίνησαν άμεσα και σε έντονους ρυθμούς και τα υλικά , ο σίδηρος και η ξυλεία, ήδη είχαν αγορασθεί και μεταφερθεί στην Ελλάδα, πριν την κήρυξη του Α’ Π.Π. τον Αύγουστο του 1914.
Για την πληρέστερη αμυντική εικόνα αναφέρω τα οχυρά που καλύπτουν όλη την γραμμή της Αν. Μακεδονίας.
1. Ρούπελ, ένδεκα χιλ. βόρεια του Σιδηροκάστρου (Δεμίρ Ισσάρ), για την προστασία της κοιλάδας των Σερρών από τις διαβάσεις της περιοχής Πετριτσίου και Άνω Στρυμώνα.
2. Κρουσοβίτικον ή Φαιά Πέτρα, είκοσι οκτώ χιλ. βόρεια των Σερρών για την κάλυψη των ορεινών διαβάσεων του Κρουσοβίτικου (παραπόταμος του Στρυμώνα).
3. Περιθωρίου (Στάρτιτσα), για την άμυνα των διαβάσεων προς Σέρρες από Βροντού, Κοκκινόγεια, Λόφτσι.
4. Λίσσε, οχυρό συζυγές προς αυτό του Περιθωρίου για την κάλυψη των περασμάτων από τα υψίπεδα του κάτω Νευροκοπίου προς Κοκκινόγεια, Ακριτοχώρι και Δράμα.
5. Τουλουμπάρ, δεκαέξι χιλ. ΒΑ της Δράμας για την άμυνα της γέφυρας των Παπάδων στο Νέστο και όλων των ορεινών οδών από την Κεντρική Ροδόπη.
6. Μπούκια (Παρανέστι), κοντά στην σιδηροδρομική γραμμή για την άμυνα των στενών του Νέστου.
7. Ιτζές (Παράδεισος- Καβάλα), για την άμυνα των διαβάσεων από Ξάνθη προς χωριό Τοξότες και των διαβάσεων του Νέστου.
Τα λίγα μέσα της εποχής όμως δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση των οχυρών αυτών με την συμπλήρωση των προβλεπόμενων μικρότερων πλευρικών μονίμων έργων. Τον ρόλο αυτό επιφορτίσθηκαν οι επί τόπου στρατιωτικές δυνάμεις με κατασκευές απλών έργων εκστρατείας.
Η εκπλήρωση της αποστολής τους είχε σχεδιαστεί να επιτευχθεί με κύρια βάση το πυροβολικό, για τον λόγο αυτό έπρεπε και η βολή τους να διατηρηθεί για όσο περισσότερο χρόνο ήταν εφικτό. Αν και η προστασία του πυροβολικού περιελάμβανε -στην πρόβλεψη τουλάχιστον- χαλύβδινη θωράκιση και πυροβολεία από σιδηροκονίαμα, τα ελλιπή μέσα οδήγησαν στην λύση των χωματουργικών έργων, διαχωμάτων και οπισθοχωμάτων και απλών σκέπαστρων προς κάλυψη του προσωπικού. Για μεγαλύτερη ασφάλεια το πυροβολικό θα διενεργούσε έμμεσο βολή, δηλαδή η θέση του θα βρίσκονταν βαθύτερα, γεγονός που αύξανε την έκταση των οχυρών. Συνέπεια τούτου το οχυρό της Καβάλας και το Ρούπελ να έχουν περίμετρο δύο έως τρία χιλιόμετρα. Δεδομένης της ελλείψεως οπλιτών και αξιωματικών -όπως παρακάτω θα δούμε- μόνο ένα τάγμα πεζικού ανά οχυρό, ο έλεγχος τους γίνονταν πραγματικά δύσκολος και η αμυντική τους ικανότητα μειωνόταν δραστικά.
Φάλαγγα Γερμανών και Βουλγάρων επιχειρεί να καταλάβει το οχυρό του Ρούπελ, παρά τον Στρυμόνα. Σκοπός των Γερμανών, όπως αναφέρει ανακοινωθέν του Γερμανικού Επιτελείου, να εξασφαλισθούν από αιφνιδιαστικές επιθέσεις των στρατευμάτων της Αντάντ.
Η κυβέρνηση Σκουλούδη στην Αθήνα, στην προσπάθεια να αποφύγει εμπλοκή της Ελλάδας στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, διατάσσει τη φρουρά του οχυρού να αποσυρθεί, παραδίδοντας έτσι ελληνικό έδαφος στους Γερμανοβουλγάρους επιδρομείς. 25 χρόνια αργότερα για να περάσουν από τα οχυρά του Ρούπελ οι Γερμανοί έχυσαν πολύ αίμα. Η παράδοση έγινε κάτω από τις εξής συνθήκες: Στις 9.45' ώρα ο Διοικητής του οχυρού ταγματάρχης Μαυρουδής ανέκοψε την προέλαση δύο βουλγαρικών συνταγμάτων της 7ης Μεραρχίας, τα οποία αφού πέρασαν το πρωί τη μεθόριο, προήλασαν προς το οχυρό.
Ο ταγματάρχης Μαυρουδής εκτελώντας διαταγές άρχισε να βάλλει με το πυροβολικό κατά των συνταγμάτων αυτών, με αποτέλεσμα να ανακόψει την κίνηση τους. Στη συνέχεια όμως μετά από συνεννόηση με τον υπουργό Στρατιωτικών διατάχθηκε να παραδώσει το φρούριο, εφ' όσον το επιτιθέμενο στράτευμα βρισκόταν υπό τη διοίκηση Γερμανού αξιωματικού. Έτσι το οχυρό παραδόθηκε μαζί με το βαρύ οπλισμό του στον Γερμανό αξιωματικό Τιλ.
Από τα 9 οχυρά εμείς θα ασχοληθούμε κυρίως με αυτά της περιοχής μας.
Ξεκινώντας από τις αμυντικές μας θέσεις στην περιοχή συναντάμε το φυλάκιο Κούλας και το πρώτο που δέχτηκε την επίθεση των Βουλγάρων.
Μετά την κατάληψη της περιοχής μας από τους Βουλγάρους η χρήση των οχυρών πέρασε στα δικά τους χέρια, υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις πολεμικών ενεργειών κατά των Βουλγάρων στα φυλάκια μας όπως τον βομβαρδισμό καταυλισμού που στήθηκε στην θέση του φυλακίου της Κούλας.
Η εφημερίδα Η Εσπέρια με έδρα το Λονδίνο μας παρουσιάζει χάρτη της περιοχής μας στον οποίο γίνεται διαφοροποίηση του Ρούπελ και του Δραγοτίνη.

Χάρτης της περιοχής του 1916 από την εφημερίδα Η ΕΣΠΕΡΙΑ
Οπότε την χρονική περίοδο εκείνη είναι γνωστό το χωριό Δραγοτίνη και δεν υπάρχει περίπτωση ακόμη και στο εξωτερικό να αναφέρονται στο χωριό του Προμαχώνα (Δραγοτίνη) με την ονομασία Ρούπελ .
Ο Βούλγαρος αρχαιολόγος - ιστορικός - πολιτικός Bodgan Filov κράτησε σημειώσεις από τα ταξίδια του στην Μακεδονία, μέσα στα ταξίδια που έκανε κάποια ήταν και στην περιοχή μας. Αν και δεν είναι αμερόληπτος μπορούμε να πάρουμε κάποιες πληροφορίες. Στο συγκεκριμένο ταξίδι του το μας δίνει πληροφορίες για το Άγκιστρο και τα λουτρά του. Το σημαντικό για το θέμα μας είναι ότι φεύγοντας από το οχυρό του Αγκίστρου στην διαδρομή συνάντησε 2 Πολωνικά στρατιωτικά τμήματα τα οποία κατά τον ίδιο προερχόταν από τον Προμαχώνα (Δραγοτίνη). Παράλληλα κάνει αναφορά για ένα όχημα από το Ρούπελ.
Μετάφραση google trans
πάνω από το ποτάμι, στην αριστερή της όχθη. Στο ίδιο ύψος, πολλά ορατά τούβλα είναι ορατά. Το σημερινό χωριό βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού. Λένε ότι ήταν μέχρι πρόσφατα ένα εκθεσιακό χώρο. Στη συνέχεια πήγαμε στο χωριό Singel10, το οποίο έχει μια παλιά μπανιέρα με πολύ ωραίο μεταλλικό νερό (περίπου 38 °), πολύ άφθονο. Το μπάνιο έχει 3 μεγάλα στόμια, έτσι το νερό είναι συνεχώς καθαρό. Άλλα νερά ρέουν έξω από το μπάνιο. Δρ Ass. Keremenchiev οποίο βραστά εδώ, κατέστησε σαφές η σημερινή μπάνιο πίσω από μια άλλη παλιά πισίνα με ορθογώνιο σχήμα (το σημερινό είναι επίσης Τετραγωνικού). Σκέψουμε. Σε αυτό το χωριό υπήρχε ένα μεγάλο ορυχεία σιδήρου που αναπτύχθηκαν μέχρι τις 20 κάτι χρόνια, και τώρα έχει συσσωρεύσει γύρω από πολύ σκωρίες που χρησιμοποιούνται για την πλήρωση των δρόμων. Το χωριό βρίσκεται στην πρώην ελληνική επικράτεια. Εδώ ήμασταν πολύ κοντά στις θέσεις που βρίσκονται στις κορυφές (δίπλα στον Alibotush), αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι είναι τόσο κοντά. Περπατήσαμε μόνο σε δύο μεγάλους στρατιωτικούς φούρνους και συναντήσαμε μια πολωνική μπαταρία που επέστρεφε από το φρούριο στο Dragotin11, όπου αντικαταστάθηκε από ένα άλλο. Το περιβάλλον του χωριού φαίνεται πολύ πλούσιο και υπάρχει αρκετό νερό, κάνοντας το καλαμπόκι πολύ καλό παρά την μεγάλη ξηρασία. 16. VII. Κυριακή. Φύγαμε στις 8:00 με Ιβάνοφ και κοσμήματα για Μέλνικ,
Το συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε προς το παρών είναι ότι υπήρχαν 3 διαφορετικά φυλάκια στο Ρούπελ, το Άγκιστρο και στον Προμαχώνα (Δραγοτίνη).
Αναφερόμενοι σε οχυρωματικά έργα του στρατού θα μπορούσαμε να περικλείσουμε και τα 3 φυλάκια ως τμήματα του Οχυρού Ρούπελ, αλλά γνωρίζοντας ότι το οχυρό του Ρούπελ είχε έκταση 2-3 χιλιόμετρα αφήνει απ΄έξω το ενδεχόμενο αυτό τουλάχιστον όσο αφορά το φυλάκιο του Αγκίστρου, οπότε μην έχοντας κάποια πηγή η οποία να υποδεικνύει πως το Οχυρό του Ρούπελ είχε ως συνέχεια (δηλαδή έργα του Μηχανικού που να φτάνουν από το φυλάκιο Ρούπελ έως το φυλάκιο του Αγκίστρου) το οχυρό Αγκίστρου, δεν πιστεύουμε ότι τα 2 αυτά φυλάκια επικοινωνούσαν με έργα (πλην δρόμων επικοινωνίας), αυτό μας δημιουργεί αυτομάτως αρνητική προδιάθεση και για την περίπτωση του φυλακίου Προμαχώνα.
Απάντηση στα παραπάνω θα πάρουμε από την εφημερίδα "Μακεδονία" η οποία μεταξύ άλλων γράφει:
Άμεσον επακολούθημα της καταλήψεως του Ρούπελι είνε και η κατάληψις των ανατολικώτερον τούτου φρουρίων μας εν Δραγκοτίν και Τσιγγέλ. Και λέγεται ότι και ταύτα κατελήφθησαν, καθ΄ οίον τρόπον και το Ρούπελι
Το συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε προς το παρών είναι ότι υπήρχαν 3 διαφορετικά φυλάκια στο Ρούπελ, το Άγκιστρο και στον Προμαχώνα (Δραγοτίνη).
Αναφερόμενοι σε οχυρωματικά έργα του στρατού θα μπορούσαμε να περικλείσουμε και τα 3 φυλάκια ως τμήματα του Οχυρού Ρούπελ, αλλά γνωρίζοντας ότι το οχυρό του Ρούπελ είχε έκταση 2-3 χιλιόμετρα αφήνει απ΄έξω το ενδεχόμενο αυτό τουλάχιστον όσο αφορά το φυλάκιο του Αγκίστρου, οπότε μην έχοντας κάποια πηγή η οποία να υποδεικνύει πως το Οχυρό του Ρούπελ είχε ως συνέχεια (δηλαδή έργα του Μηχανικού που να φτάνουν από το φυλάκιο Ρούπελ έως το φυλάκιο του Αγκίστρου) το οχυρό Αγκίστρου, δεν πιστεύουμε ότι τα 2 αυτά φυλάκια επικοινωνούσαν με έργα (πλην δρόμων επικοινωνίας), αυτό μας δημιουργεί αυτομάτως αρνητική προδιάθεση και για την περίπτωση του φυλακίου Προμαχώνα.
Απάντηση στα παραπάνω θα πάρουμε από την εφημερίδα "Μακεδονία" η οποία μεταξύ άλλων γράφει:
Άμεσον επακολούθημα της καταλήψεως του Ρούπελι είνε και η κατάληψις των ανατολικώτερον τούτου φρουρίων μας εν Δραγκοτίν και Τσιγγέλ. Και λέγεται ότι και ταύτα κατελήφθησαν, καθ΄ οίον τρόπον και το Ρούπελι
Το ΡΟΥΠΕΛ ήταν ένα μετρίου μεγέθους έργο, με ελαφρά σκεπάσματα για τη φρουρά και την αποθήκευση υλικού. Είχε περίμετρο 2-3 χιλιόμετρα για την καλύτερη προστασία των πυροβόλων. Στην διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το ΡΟΥΠΕΛ καταλήφθηκε από γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις.