Παρασκευή 17 Μαρτίου 2023

Ο θάνατος του Ιμπραήμ μπέη – Ο Εμμανουήλ Παπάς - Οι Σέρρες και οι Σερραίοι στον ελληνικό και ξένο τύπο τα χρόνια της Επανάστασης

 Ένας από τους εμπόρους που είχαν αγαστή συνεργασία με τον Ισμαήλ μπέη ήταν ο Εμμανουήλ Παπάς από τη Δοβίστα. Όμως η συνεργασία του με το νέο διοικητή των Σερρών, Γιουσούφ, δεν ήταν το ίδιο αρμονική. Στην πορεία οι σχέσεις των δύο ανδρών επιδεινώθηκαν σε επικίνδυνο βαθμό, ώστε ο Εμμανουήλ Παπάς αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την οικογένειά του και να εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί έγραφε στο μητροπολίτη Χρύσανθο το 1819:
«Γνωρίζω, Πανιερώτατε, ότι η φυγή
μου αυτόθεν επροξένησε μεγάλην λύπην
εις τους συμπολίτας μου, καθότι υστερήθησαν διόλου την οδηγίαν και προστασίαν μου, και ο αισχροκερδής διοικητής
τώρα θέλει εύρει τον καιρόν να τους τυραννή και να τους γυμνώνη, επειδή μόνη
η νουθεσία και η σκέψις μου εμπόδιζε
τας σκευωρίας και ενεδρεύματά του. Εκατατήκετο η ψυχή μου προβλέπουσα τα
δεινά, οπού μέλλει να δοκιμάση η πατρίς
μου μετά την απουσίαν μου· πλην φοβούμενος και την δολοφονίαν, δεν ημπορούσα να κάμω αλλέως παρά να
φύγω κρυφίως, και να έλθω εις Κωνσταντινούπολιν, κινώντας αγωγήν κατ’
αυτού, διά να λάβω το δίκαιόν μου, το
οποίον και έγινε. Αλλά μ’ όλον οπού δεν
τον κατέτρεξα εις τας καταχρήσεις του,
παρά μόνον βιασμένος έλαβα το ήμισυ
του δικαίου μου, και, ευκολίας τυχούσης, να ζητήσω άλλοτε και τα μένοντα, 
αυτός πάλι, ως αγνώμων και κακοποιός, έβαλε κρυφίως και μου έκαυσαν
την οικίαν μου, και επομένως καιροφυλακτεί να δολοφονήση και τα τέκνα μου.
Προβλέπω τους σκοπούς του, πλην δεν
ημπορώ να εφεύρω τρόπον, διά να μετοικήσω αυτόθεν την φαμηλίαν μου,
διότι είναι ικανός, προτού να εύγη έξω
των συνόρων του, να στείλη εις τον δρόμον να την δολοφονήση. Όθεν απηλπισμένος από αυτόν, προσμένω την Θείαν
πρόνοιαν να κάμη εκδίκησιν περί τούτου. Μήνας 26 άχρι τούδε υστερούμαι
την φαμηλίαν και πατρίδα μου, και, Κύριος γινώσκει, πότε θέλει αξιωθώ την απόλαυσίν τους. Διό παρακαλώ την Πανιερότητά της να προστατεύη την φαμηλίαν μου με όλην την προθυμίαν και οδηγίαν της, έως ότου να λάβωμεν την εξ
Ύψους θεραπείαν· και, ει δυνατόν, ας αξιωθώ παρ’ αυτής ερμηνείαν διά την
διάσωσιν αυτόθεν της φαμηλίας μου.
Ποτέ δεν ήλπιζα εις τοιαύτην ηλικίαν ετών τεσσαράκοντα επτά να υστερηθώ
και πατρίδα και φαμηλίαν [...]».
Ευρισκόμενος στην Κωνσταντινούπολη, ο Εμμανουήλ Παπάς έγινε μέλος της
Φιλικής Εταιρίας το 1819. Με την κήρυξη της επανάστασης αγόρασε πολεμοφόδια και στις 23 Μαρτίου 1821 τα φόρτωσε (με τη βοήθεια και του υποπρόξενου
Σπυρίδωνα Καλογεράκη) στο πλοίο του Χατζή Βισβίζη από τη Λήμνο με τελικό
προορισμό το Άγιο Όρος για την οργάνωση επαναστατικού κινήματος στη Μακεδονία με επίκεντρο τη Χαλκιδική, όπως και έγινε τον Απρίλιο του 1821.
Ο Ιωάννης Φιλήμων υπογράμμισε στο βιβλίο του «Δοκίμιον ιστορικόν περί
της Ελληνικής Επαναστάσεως» ότι «Μεγάλη απεδίδετο η κοινή υπόληψις και πίστις
προς πάσαν διαβεβαίωσιν και προς πάσαν διαταγήν του Εμανουήλ Παπά, διότι είχεν
υπέρ εαυτού κεφάλαιον μέγα ου μόνον το παρελθόν επί σημασία οίκου, ισχύι και πλούτω,
αλλά και το παρόν, διότι κατέβη εκ του κέντρου της Κωνσταντινουπόλεως μετά πολεμοφοδίων και όπλων, και διότι πρώτος εξετίθετο κατά της τουρκικής εξουσίας».
Τελικά η επανάσταση στη Χαλκιδική κατεστάλη τον Οκτώβριο του 1821, ενώ
μόλις την τελευταία στιγμή ο Εμμανουήλ Παπάς κατάφερε να διαφύγει για το Άγιο Όρος και από εκεί με πλοίο για τις νότιες επαναστατημένες επαρχίες. Ταλαιπωρημένος από τις κακουχίες έπαθε ανακοπή και έφυγε από τη ζωή στις 5
Δεκεμβρίου, ενώ το πλοίο του έπλεε στο ακρωτήριο Καφηρέας (Κάβο Ντόρο)
της Εύβοιας και λίγες μέρες αργότερα θάφτηκε με όλες τις τιμές στην Ύδρα.
Σ’ ό,τι αφορά τον Γιουσούφ, οι αυστριακές εφημερίδες έγραψαν τονΔεκέμβριο
του 1821 ότι είχε μετατεθεί στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Αργότερα όμως
(Οκτώβριος 1824) τον συναντάμε μεταξύ των Τούρκων της Πάτρας, ενώ στο
πλευρό του είχε σπεύσει από την Πρέβεζα και ο γιός του, Μουστά-μπεης.
Στο μεταξύ είχε προταθεί στον Γιουσούφ να διοριστεί Ρούμελη Βαλεσής, πρόταση που εκείνος αρνήθηκε «γράφων εις το Διβάνι, ότι οι (κατ’ αυτόν) άπιστοι τον
έχουν τοσούτον πολιορκημένον και στενοχωρημένον, ώστε είναι αδύνατον εις αυτόν να
εκβή του τείχους και να μεταβή εις Λάρισσαν διά ν’ αναλάβη την διοίκησιν των στρατευμάτων», όπως διαβάζουμε στην εφημερίδα του Μεσολογγίου Τα Ελληνικά
Χρονικά στις 25 Οκτωβρίου 1824.
Κατά τον συντάκτη της εφημερίδας, ωστόσο, ο πραγματικός λόγος απόρριψης
του διορισμού από τον Γιουσούφ ήταν μάλλον το παράδειγμα του πατέρα του,
Ισμαήλ μπέη, ο οποίος, όσο ζούσε, είχε πολλές φορές ορκιστεί στα γένια του
Σουλτάνου τρία πράγματα: να μην πάει ποτέ στην Κωνσταντινούπολη, να μη δεχθεί τον τίτλο του Βεζύρη (απορρίπτοντας επανειλημμένες σχετικές προτάσεις
της Υψηλής Πύλης) και να μην ταξιδέψει ποτέ μέσω θάλασσας.
Μιας και περί Μεσολογγίου ο λόγος, δεν είναι δυνατό να μην γίνει μνεία και σ’
έναν άλλο ήρωα, για τον οποίο ωστόσο γνωρίζουμε ελάχιστα, τον Σερραίο πυροβολητή Κωστή Μπαλτά, ο οποίος σκοτώθηκε στις 11 Μαΐου 1825 κατά τη διάρκεια κανονιοβολισμού της πολιορκούμενης πόλης-σύμβολο.
Περιγράφοντας τα γεγονότα εκείνης της μέρας τα Ελληνικά Χρονικά σημείωναν σχετικά: «Το πρωί ίδομεν νέα περιταφρώματα και προμαχώνας, πολλά πλησιέστερον του τείχους μας. Συγχρόνως μας εκανονοβόλησαν με μεγίστην επιδεξιότητα το κανονοστάσιον του Φραγκλίνου, εκρήμνισαν μέρος της κανονοθυρίδος, και εφόνευσαν ένα
γενναίον πυροβολιστήν μας, Κωστήν Μπαλτάν ονόματι εκ Σερρών».
Επίσης δεν μπορεί να μη γίνει αναφορά
στις τουλάχιστον δύο κατηχήσεις νέων
μελών της Φιλικής Εταιρίας στις Σέρρες
από τον Ιωάννη Φαρμάκη το έτος 1818·
επρόκειτο για τον έμπορο Αστέριο Γ.
Σκανδάλη με καταγωγή από τα Άγραφα
και για τον μητροπολίτη Σερρών Χρύσανθο, ο οποίος αργότερα έγινε Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
(από τις 9 Ιουλίου 1824 μέχρι τις 26 Σεπτεμβρίου 1826, όταν με βασιλική διαταγή εξέπεσε του αξιώματός του και εξορίστηκε αρχικά στην Καισάρεια και εν
συνεχεία στην Προύσα).
Ένα εντυπωσιακό εύρημα της έρευνας είναι η διαπίστωση ότι τα πρώτα χρόνια
της ελληνικής επανάστασης κάποιες από τις πληροφορίες, που δημοσιεύτηκαν σε
ξένες εφημερίδες, αναφορικά με την κατάσταση στη Μακεδονία (π.χ. η επίθεση
κατά των επαναστατών στην Κασσάνδρα της Χαλκιδικής), αφορούσαν ή είχαν
προέλευση την πόλη των Σερρών!
Έτσι, επικαλούμενη πληροφορίες από τη Φρανκφούρτη η γαλλική Journal de
Grenoble της 02.08.1821 σημείωνε: «Μαθαίνουμε ότι στον κόλπο της Θεσσαλονίκης
ένας στόλος Ελλήνων ανταρτών ξεφόρτωσε πολεμοφόδια προοριζόμενα για τους Έλληνες κατοίκους της πόλης των Σερρών, οι οποίοι θα τα παραλάβουν στο ποταμό Καρασού, στην αρχαιότητα Πόντος, ο οποίος εκβάλλει στον ειρημένο κόλπο του Ορφανού».
Στις 02.11.1821 η γαλλική Journal des débats politiques et littéraires ενημέρωνε τους αναγνώστες της ότι «σύμφωνα με γράμματα από τις Σέρρες (Μακεδονία)
με ημερομηνία 5 Οκτωβρίου, ο νέος πασάς της Θεσσαλονίκης, ερχόμενος από την Ασία
με ενισχύσεις, εξαπέλυσε νέα ανεπιτυχή επίθεση εναντίον των ισχυρών ελληνικών θέσεων στο όρος Άθως και κοντά στην Κασσάνδρα [...]».
Στο φύλλο της 05.02.1822 η αμερικανικήAlexandria Gazette and DailyAdvertiser, εφημερίδα στην πολιτεία της Βιρτζίνια, αναπαρήγαγε μια ανταπόκριση από
τη Φρανκφούρτη με ημερομηνία 20 Νοεμβρίου, σύμφωνα με την οποία «νέες δολοφονίες διαπράχθηκαν στις Σέρρες· στη Μακεδονία αρκετοί Έλληνες σφαγιάστηκαν».
Στις 10.08.1822 η ίδια εφημερίδα έγραφε ότι «πληροφορίες από τις Σέρρες της 18
Μαΐου δίνουν μια τρομερή εικόνα για τις βιαιότητες που διαπράχθηκαν από τους Τούρκους στο Αγκόστο(;)» μαζί με άλλες πληροφορίες για τη σύμπτυξη τουρκικών
στρατιωτικών δυνάμεων στην πόλη της Βέροιας κλπ., ενώ ακριβώς μία εβδομάδα
μετά σημείωνε ότι «οι εύφορες πεδιάδες των Σερρών μεταβλήθηκαν σε έρημο· η καλλιέργεια του καπνού στο Euidgi (;) εγκαταλείφθηκε και όλοι οι Έλληνες, οι Βούλγαροι
και άλλοι Χριστιανοί πήραν τα όπλα για να επικρατήσουν είτε να πεθάνουν».
Τον Ιούνιο του 1824, η εκδιδόμενη στην Ύδρα εφημερίδα Φίλος του Νόμου
αναπαρήγαγε από τη (μάλλον) γαλλική Le Pilote την πληροφορία ότι «ο περίφημος Αμπουλουμπούτ πρώην Σερασκέρης του Τουρκικού στρατεύματος, περί του οποίου ερρέθη [=ειπώθηκε] ότι απέθανε και ύστερον ανέστη, επέρασε πραγματικώς
από Σέρρας την ημέραν των Βαΐων, φερόμενος από φρουράν 500 στρατιωτών».
Εξάλλου, στις 21 Φεβρουαρίου 1827 η γερμανόφωνη εφημερίδα του Μπρνο
Brünner Zeitung θεώρησε αρκετά σημαντική και φιλοξένησε την είδηση για το
θάνατο στη μάχη «των καλών και ζηλωτών πατριωτών Κωνσταντίνου Γκαμπέλου,
πρώην Αρεοπαγίτη, και του Αθανάσιου Εμμανουήλ Παπά». Ο Αθανάσιος ήταν ο μεγαλύτερος από τα παιδιά του Σερραίου οπλαρχηγού από τη Δοβίστα· είχε πιαστεί
αιχμάλωτος σε μια μάχη κοντά στις Θερμοπύλες και τελικά κρεμάστηκε από τους
Τούρκους στη Χαλκίδα. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου