Άγιος Αντώνιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, 12 Φεβρουαρίου
Ο Άγιος Αντώνιος ήταν μοναχός στη Μονή Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη. Έγινε προσωπικός γραμματέας του Βασιλείου Α', Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Στην πάλη για τον παπικό θρόνο που διεξαγόταν μεταξύ του Πάπα Βενεδίκτου Ζ' (974-983) και του αντιπάπα Βονιφατίου Ζ', ο οποίος φερόταν ως υπεύθυνος για τη δολοφονία του προηγούμενου Πάπα, Βενεδίκτου ΣΤ', ο Βασίλειος υποστήριξε τις αξιώσεις του νόμιμα εκλεγμένου Βενεδίκτου Ζ'. Εξαιτίας της υποστήριξης του Αυτοκράτορα Ιωάννη Α' Τσιμισκή στον αντιπάπα, ο οποίος ήταν προσκεκλημένος στο παλάτι της Βυζαντινής αυλής, ο Βασίλειος εκθρονίστηκε και ο Αντώνιος ανέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο το 974.
Οι Βυζαντινοί ιστορικοί του δέκατου αιώνα αναφέρουν ότι ο Αντώνιος, που ανέλαβε το πατριαρχείο σε προχωρημένη ηλικία, έφερε σε αυτό μετριοπάθεια και επιείκεια, χαρακτηριστικά που έλειπαν από τη θέση αυτή. Ωστόσο, η αδιάλλακτη στάση του υπέρ της αυτόνομης δικαιοδοσίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως συμπληρωματικής της κοσμικής εξουσίας του αυτοκράτορα, τον έφερε σε σύγκρουση με τον Αυτοκράτορα Βασίλειο Β'. Ο Αντώνιος, ως μεταρρυθμιστής, προσπαθούσε να εξαλείψει τη σιμωνία (την αγορά ή πώληση εκκλησιαστικών αξιωμάτων), την οποία ασκούσαν οι κληρικοί για να καλύψουν τους αυτοκρατορικούς φόρους στην εκκλησιαστική περιουσία. Εξαιτίας των αντιπαραθέσεων με τον αυτοκράτορα σχετικά με το δικαίωμα της Εκκλησίας στην περιουσία, ο Αντώνιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί, εν μέρει λόγω της εμπλοκής του στην απόπειρα του 979 από τον στρατηγό Βάρδα Σκληρό να ανατρέψει τον Βασίλειο.
Περιμένοντας να επιστρέψει στη μοναχική ζωή του, ο Αντώνιος επέστρεψε στη Μονή Στουδίου, όπου εκοιμήθη το 983.
Στο Συναξάριο της Κωνσταντινούπολης αναφέρεται ότι ο Άγιος Αντώνιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εορτάζεται στις 12 Φεβρουαρίου, αλλά δεν διευκρινίζεται ποιος από τους Πατριάρχες. Οι περισσότεροι αναφέρουν τον Πατριάρχη Αντώνιο Β' Καυλέα, ενώ ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ακολουθεί τον ιστορικό Μελέτιο, προκρίνοντας τον Πατριάρχη Αντώνιο Γ' τον Στουδίτη.
Βιογραφία
Ο Αντώνιος Γ΄ διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως περί τα έτη 974-980.
Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή του. Ο Λέων ο Διάκονος, που δίνει μια κολακευτική περιγραφή του, αναφέρει ότι ο Αντώνιος «από νεαρή ηλικία ακολούθησε την ασκητική ζωή στη Μονή Στουδίου, διάγοντας βίο αποστολικό».
Ήταν σύγγελος του Πατριάρχη Πολύευκτου στις αρχές της βασιλείας του Νικηφόρου Φωκά. Ο Σκυλίτζης αναφέρει ότι του είχε δώσει εντολή ο Νικηφόρος Φωκάς να συνοδεύσει την Αυτοκράτειρα Θεοφανώ στο Παλάτι του Πετρίου στις ακτές του Κεράτιου κόλπου.
Ως σύγγελος του Πολύευκτου θωρούταν πιθανός διάδοχός του όταν πέθανε το 970, αλλά προηγήθηκε ο Βασίλειος Σκαμανδρηνός.
Με τη συμπαράσταση του Αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης. Κατά την Πατριαρχία του ασχολήθηκε με τη συλλογή των βίων των αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Μεταξύ του 978 και του 980 εξαναγκάστηκε σε παραίτηση για άγνωστο λόγο. Αποσύρθηκε εκ νέου στη Μονή Στουδίου, όπου και πέθανε το 983.
Έργα του
Διάταγμα του 977 εναντίον του υψηλού φόρου που απαιτούνταν από τους εντασσόμενους στον κλήρο της Αγίας Σοφίας
Επιστολή παραίτησης προς τον Βασίλειο Β΄
Κατηχήσεις
Ὑπερορίᾳ τοιγαροῦν τοῦ Βασιλείου κατακριθέντος, τοὺς τῆς πατριαρχίας
οἴακας Ἀντώνιος ἐγχειρίζεται
, ἀνὴρ ἐν τῇ τοῦ Στουδίου μονῇ τὴν ἀσκητικὴν ἐκ νεότητος πολιτείαν ἀναιρετισάμενος,
καὶ βίον ἕλκων ἀποστολικόν. πλέον γὰρ τῶν τῇ σαρκὶ ἀποχρώντων ἀμφίων οὐδὲν
ἐπεφέρετο, καίτοι πρὸς τῶν μέγα δυναμένων, καὶ βασιλέων αὐτῶν, πλεῖστα
φιλοφρονούμενος διὰ τὴν ἐνοῦσαν αὑτῷ ἀρετήν. οὐ μόνον δὲ, ἀλλὰ κἀκ τοῦ προσόντος
αὑτῷ ἀξιώματος ποριζόμενος (τῷ τοῦ Συγκέλλου γὰρ τὸ πρότερον ἐτιμᾶτο ἀξιώματι),
πάντα τοῖς πένησι διεδίδου, τὸν ἔλεον μιμούμενος τοῦ Θεοῦ, καὶ γνῶσιν θείαν καὶ
ἀνθρωπίνην, εἰ καί τις ἄλλος, ἐπλούτει. τούτου τῇ ὄψει καὶ τοῖς ἤθεσι θαυμαστή τις
ἐπέλαμπε χάρις ἐν βαθυτάτῃ τῇ πολιᾷ. οὐ γάρ τις παρέβαλλε τούτῳ τῶν τρυφώντων καὶ
μέγα φυσώντων τῇ τῶν ματαίων σκηνῇ, ὃς μὴ σωφρονῶν εὐθὺς ἀπηλλάττετο, σκιὰν
καὶ ὄναρ τὸν βίον τελεῖν παιδευόμενος· οὐδὲ τοὔμπαλιν συμφοραῖς ἀνηκέστοις
περιόδυνον ἕλκων τὴν βιοτὴν, ὃς μὴ ἀπέτρεχεν εὐθυμῶν, διδασκόμενος, μὴ ἐκκακεῖν ἐν
ταῖς θλίψεσιν, ἀλλ' ἑαυτὸν ἐπιῤῥίπτειν πρὸς τὸν δυνάμενον σώζειν ἐκ θλίψεως, καὶ
παρ' ἐκείνου τὴν σωτηρίαν ἐπι 165 ζητεῖν. τοιοῦτος δή τις ἦν τόν τε βίον καὶ λόγον ὁ
Ἀντώνιος
, ἀγγελικός τις καὶ θεῖος τελῶν ὁ ἀνὴρ, ὡς ἐν κεφαλαίῳ εἰπεῖν. κατὰ τοῦτον δὴ τὸν
καιρὸν καὶ δίδυμοι ἄνδρες, ἐκ τῆς τῶν Καππαδοκῶν χώρας ὁρμώμενοι, πολλαχοῦ τῆς
Ῥωμαϊκῆς ἐπικρατείας ἐφοίτων, οὓς καὶ αὐτὸς ὁ ταῦτα ξυγγράφων πολλάκις κατὰ τὴν
Ἀσίαν τεθέαμαι, τεράστιόν τι θαῦμα πέλοντας καὶ καινόν. ἄρτια γὰρ αὐτοῖς καὶ ὁλότητα
περισώζοντα τὰ τοῦ σώματος καθίσταντο μόρια· ἀπὸ δὲ μάλης καὶ μέχρι λαγῶνος αἱ
πλευραὶ τούτοις ἐκεκόλληντο, ἑνοῦσαι τὰ σωμάτια καὶ εἰς ἓν συναρμόζουσαι. καὶ ταῖς
μὲν ψαυούσαις ἀλλήλων τῶν χειρῶν τοὺς σφῶν περιέπλεκον τένοντας, θατέραις δὲ
βακτηρίας ἔφερον, αἷς βαδίζοντες ἐσκηρίπτοντο, τριακοστὸν τῆς ἡλικίας ἔτος ἄγοντες.
καὶ σώματα τούτοις εὖ ἐπεφύκει, ἀνθηρὰ πεφηνότα καὶ νεανικά. ἡμιόνῳ δὲ κατὰ τὰς
μακρὰς ἀποδημίας ὠχοῦντο, θηλυπρεπῶς παρὰ τὴν ἀστράβην ἑζόμενοι, ἄλεκτόν τι
χρῆμα γλυκυθυμίας καὶ ἐπιεικείας τυγχάνοντες. ἀλλὰ περὶ τούτων μὲν ἅλις


