Ο Καπετάν Ανδρούτσος με παλικάρια του έπεσε νεκρός στην μάχη, 24 Φεβρουαρίου του 1907
Στις 24 Φεβρουαρίου του 1907, ο ιερέας του Λειβαδοχωρίου Παπαπασχάλης ή καπετάν Ανδρούτσος και ενώ την προηγούμενη ημέρα είχε καταδιώξει ομάδα κομιτατζήδων - ο ίδιος και το αντάρτικο σώμα του περικυκλώθηκαν στη Νικοσλάβη (νυν Νικόκλεια) από οθωμανικό απόσπασμα, αφού τους είχαν προδώσει Βούλγαροι.
Εφημερίδα Εμπρος, Φύλλο: 2/3/1907, Σελίδα: 2
Μετά την άρνησή του να παραδοθεί, ο Παπαπασχάλης επιχείρησε έξοδο από σπίτι σε σπίτι προς την πλατεία του χωριού, για να διαφύγει
από τη χαράδρα, αλλά κατέστη αδύνατο. Μάχονταν επί 2,5 ώρες με πολλούς Τούρκους στρατιώτες και μπασιμπουζούκους κρυμμένους πίσω από τα σπίτια.
Σκοτώθηκαν δίπλα του οι: Χρήστος Κουτσούκης, Κίτσος Στεφανιώτης και Γεώργιος Τσουλάς, μοναχός. Από τους Τούρκους σκοτώθηκαν δεκατέσσαρες. Συνέχισαν τη μάχη, αλλά τραυματίστηκε ο ίδιος στο αριστερό χέρι και πόδι. Διέταξε τους λοιπούς άνδρες του να φύγουν για να σωθούν, ενώ ο ίδιος τους κάλυπτε με πυροβολισμούς μέχρι τελευταίας στιγμής. Συνέχισε τη μάχη μόνος του με τους Τούρκους. Κανείς δεν τόλμησε να τον πλησιάσει, παρά μόνον όταν τελείωσαν τα πυρομαχικά του. Τότε όρμισαν όλοι μαζί αλαλάζοντας με τα μαχαίρια στα χέρια, για να τον αποτελειώσουν. Και νεκρό ακόμη τον εκδικιούνταν. Του έβγαλαν τα μάτια, του ξερίζωσαν τα γένια και έσερναν τη σορό του σαν ψόφιο ζώο.
Τον πέταξαν άθαφτο χωρίς νεκρώσιμη ακολουθία σε κάποιο λάκκο, για να τη φάνε τα σκυλιά. Σε μερικούς ναούς ψάλθηκε μυστικά επιμνημόσυνη ακολουθία. Είναι ο ορθόδοξος οπλαρχηγός αντάρτικου σώματος ιερέας που σφάχτηκε με αλλεπάλληλες μαχαιριές και εξέπνευσε ηρωικά μαχόμενος μέχρι τελευταίας στιγμής για την πίστη και την πατρίδα. Συνελήφθηκαν και φυλακίστηκαν ο ιερέας του χωριού και δεκάδες χωρικοί από τα γύρω χωριά καθώς και τα αδέλφια του Παπαπασχάλη.
Μετά τη διάλυση του μικρού του αντάρτικου αποσπάσματος, ακολούθησαν διώξεις εναντίον Ελλήνων χωρικών της ευρύτερης περιοχής
Ἐκθέσεις τοῦ Προξένου Σακτούρη
Ἐν Σέρραις τῇ 27 Φεβρουαρίου 1907
Τὸ παρελθὸν Σάββατον 24 τρέχοντος μ.μ. τουρκικὸς στρατὸς συνοδευόμενος καὶ ὐπὸ Οθωμανῶν χωρικῶν τῶν πέριξ χωρίων ἐπολιόρκησε κατόπιν τουρκικῆς προδοσίας τὸ παρὰ τὴν Νιγρίταν χωρίον Νικοσλάβη, ὅπου
εὑρίσκετο σῶμα τοῦ Παπᾶ - Πασχάλη, πρὸς καταδίωξιν βουλγαρικῆς συμμορίας, πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν εἰσβαλούσης καὶ ἀπειλούσης τὸ ἑλληνικὸν χωρίον
Ξυλότρος. Κατὰ τὴν ἐπακολουθήσασαν καὶ ἐπὶ 21/, ὥρας διαρκέσασαν συμπλοκὴν ἐφονεύθη ὁ Παπὰ Πασχάλης καὶ 3 ἐκ τῶν συντρόφων του, τριῶν
ἑτέρων διαφυγόντων, ἐκ μέρους δὲ τῶν Τούρκων περὶ τοὺς 14 στρατιῶται
καὶ βασιβουζοῦκοι εἰσὶν οἱ φονευθέντες καὶ πληγωθέντες.
᾿Αλλ᾽ ἐπειδὴ τὰ ἀφορῶντα εἰς τὸν Παπᾶ Πασχάλην εἰσὶ λίαν ἐνδιαφέροντα, ἐπιτραπήτω μοι νὰ ἐκθέσω ταῦτα ἐν σχετικῇ λεπτομερείᾳ.
Ὁ ἱερεὺς οὗτος κατήγετο ἐκ τοῦ χωρίου Σακάφτσα, ἅπασα δὲ ἡ οἰκογένεια αὐτοῦ διεκρίνετο διὰ τὰ ἀκραιφνῆ αἰσθήματα καὶ τὸ θάρρος μεθ
οὗ ὑπεστήριζον τὸ χωρίον κατὰ τῶν ἐπιβουλῶν τοῦ δολοφονικοῦ κομιτάτου.
Διὰ τοὺς λόγους τούτους οὗτος ἦτο κάρφος εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν Βουλγάρων, οἵτινες ἀπεφάσισαν τὴν ἐξόντωσιν αὐτοῦ καὶ ὁλοκλήρου τῆς οἰκογενείας του. Τῷ ὄντι δέ, ἀφ᾽ οὗ ἐπανειλημμέναι κατ᾿ αὐτοῦ ἀπόπειραι προηγουμένως ἀπέτυχον, τὴν 15 Σεπτεμβρίου τοῦ 1905 συμμορία βουλγαρικὴ
εἰσῆλθεν ἐν τῷ χωρίῳ Σακάφτσα πρὸς τὸν σκοπὸν νὰ δολοφονήσῃ τὸν ἱερέα. ᾿Αλλ' οὗτος ἐγκαίρως πληροφορηθεὶς τὸ πρᾶγμα σπεύδει ἀμέσως καὶ
εἰδοποιεῖ τὸν ἐν τῷ χωρίῳ Ορλιακο στρατόν, ὅστις μεταβὰς αὐθωρεὶ πολιορκεῖ τὰς οἰκίας, ἐν αἷς ἐκρύπτοντο οἱ λησταντάρται, οἵτινες πάντες ἐφονεύθησαν. Ἐπὶ τῶν φονευθέντων εὑρέθη ἡ πολύκροτος ἐκείνη ἀλληλογραφία, ἐξ ἧς ἀπεδείχθη ὅτι τὸ δολοφονικὸν Κομιτᾶτον εἶχε καταδικάσει εἰς θάνατον τὸν Μητροπολίτην, τὸν Ἕλληνα Πρόξενον καὶ πολλοὺς ἄλλους ἐκ τῶν
ἐν Σέρραις ἐγκρίτων ὁμογενῶν. Τὰ περὶ τούτου τυγχάνουσι γνωστά. Ἔκτοτε
ἡ θέσις τοῦ Παπᾶ Πασχάλη κατέστη, ἐννοεῖται, δυσχερεστάτη καὶ ἀπειλούμενος καθ᾽ ἑκάστην ἦναγκάσθη νὰ ἐγκαταλείψῃ τὸ χωρίον του, καὶ νὰ ἔγ· κατασταθῇ ἐν Σέρραις. ᾿Αλλ᾽ ἔκτοτε τὸ δολοφονικὸν κομιτᾶτον ὑπέρ ποτε
ἔπνεε μένεα κατὰ τοῦ Παπᾶ Πασχάλη, ὅστις ὑπῆρξεν ἡ ἀφορμὴ νὰ καταστραφῇ ἡ συμμορία καὶ ἀποκαλυφθῶσι τὰ τρομερὰ ἐκεῖνα μυστικὰ τῶν
Βουλγάρων. Ἐπειδὴ δὲ κατὰ τοῦ ἰδίου ἀπέβαινε ματαία πᾶσα ἐπίθεσις, βουλ- γαρικὴ συμμορία εἰσέβαλεν ἐν τῷ χωρίῳ Σακάφτσα καὶ ἐδολοφόνησε μὲν τὸν πατέρα τοῦ ἱερέως καὶ ἐτραυμάτισε τὴν μητέρα του, ἀποθανοῦσαν εἶτα ἐκ
τῶν τραυμάτων, ἐνέπρησε δὲ τὴν οἰκίαν των. Ὁ Παπᾶ Πασχάλης τοιαύτην
καταστροφὴν ὑποστὰς κατέφυγεν ἐννοεῖται εἰς τὰς τοπικὰς ἀρχάς, ζητῶν
προστασίαν καὶ ἀσφάλειαν. Καὶ ὁ μὲν μουτεσαρίφης τῷ ἠρνήθη τότε τὸ δικαίωμα τοῦ ὁπλοφορεῖν χάριν τῆς ἀτομικῆς του ἀσφαλείας καὶ ἀμύνης, ὁ δὲ
στρατάρχης, ἐν ᾧ μετὰ τὴν καταστροφὴν τῆς βουλγαρικῆς συμμορίας τῷ εἶχεν
ἐπιδαψιλεύσει περιποιήσεις καὶ θωπείας, νῦν μεταβάντα νὰ ζητήσῃ προστα- σίαν, τὸν ἀπέπεμψε διὰ τῶν βαρυτάτων καὶ ἀνυκούστων ὕβρεων «ὕπαγε στὸ
διάβολο, ἄπιστε σκύλε».
Ὁ εὐγενὴς καὶ γενναῖος Παπᾶ Πασχάλης προσβληθεὶς οὕτως εἰς τὰ καί·
ρια, καὶ οὐδαμόθεν ἐλπίζων βοήθειαν ὠρκίσθη νὰ ἐκδικηθῇ τοὺς Βουλγάρους, προστατεύσῃ δὲ αὐτὸς καὶ τὸ κινδυνεῦον χωρίον του. Ἔκτοτε ἐγκαταλείψας τὴν θέσιν του ὡς ἐφημερίου, καὶ συνεννοηθεὶς μετ᾿ ἄλλων τινῶν Μακεδόνων ὁμοιοπαθῶν ἀπετέλεσαν ἀμυντικὸν σῶμα, οὗτινος ἀνέλαβε τὴν ἆρχηγίαν ἐπικληθεὶς καπετὰν ᾿Ανδροῦτσος. Ἡ δρᾶσις του, ἀρξαμένη ἀπὸ τοῦ
Οκτωβρίου π.ἔ. ἀπέβη εὐεργετικὴ ὑπὲρ ὅλης ἐκείνης τῆς περιφερείας. Κατὰ
τὸ διάστημα τοῦτο ὁ καπετὰν ᾿Ανδροῦτσος ἀπέβη σωτὴρ καὶ προστάτης τῶν
ὁμογενῶν καὶ ὁ φόβος τῶν βουλγαρικῶν συμμοριῶν.
Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν ἐγνώσθη ὅτι βουλγαρικὴ συμμορία εἶχεν εἰσέλθει
εἰς τὸ χωρίον Ξυλότρος. Εἰδοποιηθεὶς ὁ Καπετὰν ᾿Ανδροῦτσος ἔσπευσεν
ἐκεῖ, χωρὶς ὅμως νὰ κατορθώσῃ νὰ συναντήσῃ αὐτήν, φυγοῦσαν ἐγκαίρως.
Τὸ παρελθὸν Σαββατον 24 τρεχ. προδοσίᾳ τουρκικῇ ἐγνώσθη ὅτι ὁ καπετὰν ᾿Ανδροῦτσος εὑρίσκετο ἐντὸς τοῦ χωρίου Νικοσλάβη.
Διάφορα Τουρκικὰ ἀποσπάσματα συνοδευόμενα ὑπὸ πολυαρίθμων
Οθωμανῶν βασιβουζούκων ἐπολιόρκησαν μ.μ. τὸ χωρίον παντοχόθεν, ἐνῶ
συγχρόνως ἕτεροι περιέζωσαν τὴν οἰκίαν ἐν ᾗ εὑρίσκετο τὸ σῶμα. Ὁ καπετὰν ᾿Ανδροῦτσος εὑρεθεὶς οὕτω περικυκλωμένος πανταχόθεν, ἐπιχειρεῖ ἀπελπιστικὴν ἔξοδον ἐκ τοῦ χωρίου, ἀλλ᾽ οὐδεμία ὑπελείπετο ἔξοδος. Παρατάσσει τοὺς 6 ἄνδρας του καὶ ἐν ἀξιοθαυμάστῳ ψυχραιμίᾳ ἄρχεται ἡρωϊκώτατος, ἀλλ᾽ ἄπελπις ἀγὼν μεταξὺ τῶν 7 γενναίων Μακεδόνων καὶ ἑκατοντάδων στρατιωτῶν καὶ βασιβουζούκων, ὑπὸ τὴν γενικὴν ἀρχηγίαν
τοῦ διαβοήτου ληστοῦ καὶ κακούργου Πάρδου, δραπέτου δὲ τῶν φυλακῶν
καὶ φανατικωτάτου Οθωμανοῦ.
Τὴν πολιορκίαν καὶ ἄνανδρον ἐπίθεσιν συνεπλήρου ἡ τουρκικὴ συνοι·
κία, ἐν ᾗ εἶχον κρυβῆ πολλοὶ βασιβουζοῦκοι ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς βάλλοντες κατὰ
τῆς πλειάδος τῶν γενναίων προμάχων. Ἡ ἄνισος πάλη ἐξακολουθεῖ ἐπὶ 21/,
ὥρας, καθ᾽ ἃς ἡρωικῶς καὶ ἀλληλοδιαδόχως πίπτουσι τρεῖς, οἱ γενναιότεροι
τοῦ σώματος. Ἐκ τῶν Τούρκων τρεῖς βασιβουζοῦκοι ὁμολογοῦνται ὡς πεσόντες, ἀλλ᾽ ἀληθῶς περὶ τοὺς 14 εἰσὶν οἱ φονευθέντες καὶ πληγωθέντες βασιβουζοῦκοι τε καὶ στρατιῶται. Ὁ καπετὰν ᾿Ανδροῦτσος πληγωμένος ἤδη
εἰς τὸν ἀριστερὸν βραχίονα καὶ εἰς τὸν μηρόν, μετ᾿ ἀπιστεύτου ψυχραιμίας
ἐξακολουθεῖ νὰ μάχηται ὡς λέων τῷ ὄντι. Βλέπων δὲ ὅτι οὐδεμία ἐλπὶς
σωτηρίας ὑπολείπεται, διατάσσει τοὺς ἀπομένοντας 3 ἄνδρας νὰ φύγωσι,
οὗτοι δὲ κατωρθοῦσι νὰ σωθῶσιν. Ὁ ἥρως Παπᾶ Πασχάλης ἐξακολουθεῖ τότε
μαχόμενος μόνος, χωρὶς οὐδεὶς νὰ τολμᾷ νὰ τὸν πλησιάση, μέχρις οὗ ἐξήντλησε καὶ τὸ τελευταῖον φυσίγγιον. Τότε ἀπαισία καὶ ἀγριωτάτη ἐξετυλίχθη
σκηνή. Οἱ μενόμενοι στρατιῶται καὶ βασιβουζοῦκοι ἐπιπίπτουσι κατὰ τοῦ
τραυματίου καὶ ἀόπλου πλέον αἰχμαλώτου καὶ τὸν ἀποτελειώνουσι μαρτυρικώτατα διὰ μαχαιρῶν, πελέκεων καὶ περιστρόφων. Λέγεται μάλιστα, ἀλλὰ
δὲν ἐξηκριβώθη ἔτι, ὅτι καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ νεκροῦ ἐξώρυξαν καὶ ποικιλοτρόπως ἐπροπηλάκισαν τὸ πτῶμα. Ταῦτα πάντα θὰ ἠδύνατο νὰ ἐξακριβώσῃ μία νεκροψία.᾿Αλλὰ τὶς θὰ τὴν ζητήση ; οἱ κατὰ δεκάδας συλληφθέντες
χωρικοὶ μετὰ τῶν ἱερέων τῶν χωρίων; οἱ ἀναιτίως φυλακισθέντες ἀδελφαὶ
τοῦ Παπᾶ Πασχάλη ; ἢ μήπως οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς πεπολιτισμένης Εὐρώπης
καὶ μεταρρυθμισταὶ Γάλλοι ἀξιωματικοί; ᾿Αλλ᾽ οὗτοι, ὡς ἰδιαιτέρως γράφω
Ὑμῖν, οὔτε συνεκινήθησαν, ἀλλ' οὐδὲ κὰν ἐκινήθησαν. Περὶ Ἑλλήνων γὰρ
πρόκειται καὶ οὐχὶ περὶ Βουλγάρων. Καθ' ὅσα ἔσχον τὴν τιμὴν νὰ ἐκθέσω
τῷ Β΄ Ὑπουργείῳ εἰσὶν ἀληθῆ ἀληθέστατα καὶ οὐδὲ κατὰ κεραίαν ὑπερβολικά. Όπως μάλιστα καὶ ἀλήθεια φρικώδης εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι ὁ σεμνὸς
καὶ ἄχραντος ἐκεῖνος ἀντιπρόσωπος καὶ μαχητὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ὀρθοδοξίας, ὡς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πεσόντες, ἐρρίφθησαν εἰς λάκκον τινὰ ὥσπερ
κύνες, χωρὶς νὰ ἐπιτραπῇ νὰ κηδευθῶσι κατὰ τοὺς χριστιανικοὺς κανόνας καὶ χωρὶς νὰ τοῖς ψαλῇ οὐδεμία ἐπικήδειος εὐχὴ ἐκ μέρους τῆς ἐκκλησίας ὑπὲρ ἧς ἐμαρτύρησαν. Εκτὸς ἂν πρέπει νὰ χαρακτηρισθῇ ὡς ἐπικήδειος χριστιανικὴ τελετὴ τὸ ἐπίσης ἀψευδέστατον γεγονός, ὅτι ὁ ἐπάρατος
καὶ κατάπτυστος Χριστιανός, ὁμογενὴς αὐτεπικαλούμενος, μουδίρης Νιγρίτης, ὅστις ἐπὶ τοῦ νεκροῦ τοῦ ἱερέως Πασχάλη πατήσας ἐφασκέλωσε καὶ
ἔπτυσεν αὐτὸν τρὶς εἰπών: «Βρωμερὲ σκύλε, τοιοῦτος σοὶ ἔπρεπε θάνατος,
καὶ καλῶς ἔπαθες». Ταῦτα πάντα γνωσθέντα κρατοῦσιν ἐν βαθυτάτάτῃ συγκινήσει καὶ ἀναβρασμῷ τοὺς ὁμογενεῖς ὁλοκλήρου τῆς ᾿Ανατ. Μακεδονίας.
Ἔν τισιν Ἐκκλησίαις, ἀλλ᾽ ἐν μεγίστῃ μυστικότητι, ἐψάλησαν ἐπιμνημόσυνοι δεήσεις.
Ὁ Παπᾶ Πασχάλης εἶναι ὁ πρῶτος ὀρθόδοξος ἱερεύς, ὅστις κατὰ τὸν
διεξαγόμενον Μακεδονικὸν ἀγῶνα, ὡς ἀρχηγὸς ἀμυντικοῦ σώματος, πίπτει
ἐνδόξως καὶ ἡρωϊκῶς ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος.




