Πραγματοποιήθηκε συναυλία στις Σέρρες με τον Γιώργο Θύμη και την Νόρα Λουκίδου, 9 Μαρτίου 1960
Οι δύο καλλιτέχνες, με τη συνύπαρξή τους στο ίδιο μουσικό έργο, χάρισαν στους παρευρισκόμενους μια μοναδική εμπειρία, συνδυάζοντας την τεχνική δεξιοτεχνία και την εκφραστικότητα της μουσικής τους. Η συναυλία αυτή αποτέλεσε μια εξαιρετική ευκαιρία για τους κατοίκους της πόλης να απολαύσουν υψηλού επιπέδου μουσική, ενώ παράλληλα ενίσχυσε την πολιτιστική ζωή των Σερρών.
Ο Γιώργος Θυμής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1925. Σπούδασε πιάνο στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών στη Μουσική Ακαδημία της Βιέννης (1951-1954). Παρακολούθησε Ανώτερα Θεωρητικά και Σύνθεση με τον Σόλωνα Μιχαηλίδη και διεύθυνση ορχήστρας στη Μοτσάρτειο Ακαδημία του Σάλτσμπουργκ, από όπου το 1962 έλαβε το δίπλωμα του αρχιμουσικού.
Ξεκίνησε την πιανιστική του καριέρα στην Ελλάδα το 1946 και συνέχισε στο εξωτερικό ως αρχιμουσικός συμπράττοντας με σολίστες διεθνούς κύρους. Πλούσια είναι η προσφορά του ως καθηγητή πιάνου στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, όπου δίδαξε από το 1954 ως το 1991, ως αρχιμουσικός της ΚΟΘ (1962) και ως γενικός διευθυντής της από το 1971 ως το 1982. Δίδαξε, επίσης, στη Θερινή Ακαδημία Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμπουργκ (1958-1972). Παράλληλα, υπήρξε ιδρυτής του «Τρίο Θεσσαλονίκης», διευθυντής της ορχήστρας εγχόρδων «Ροτόντα» και καλλιτεχνικός διευθυντής της μουσικής σχολής North London College of Μusic του Πανεπιστημίου Τάμεση του Λονδίνου.
Ιδιαίτερη έμφαση είχε δώσει στον παιδαγωγικό τομέα, καθώς συνέβαλε στην εξέλιξη περισσοτέρων από 80 διπλωματούχων μαθητών, από τους οποίους πολλοί ακολουθούν καριέρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ως παιδαγωγός υπήρξε εξαιρετικά μεθοδικός, με ιδιαίτερη προσήλωση στην ανάπτυξη της τεχνικής των σπουδαστών, στην ακριβή ανάγνωση της παρτιτούρας και στο σεβασμό των επιταγών του συνθέτη.
Έχοντας δε τη διπλή ιδιότητα του πιανίστα αλλά και του μαέστρου, αντιμετώπιζε τα μουσικά έργα ως αρχιτεκτονικά οικοδομήματα, αντίληψη που προσπαθούσε να περάσει και στους μαθητές του. Διηύθυνε στις ΗΠΑ, στη Ρουμανία, στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στην Αυστρία, στην Πορτογαλία, στο Ισραήλ, στη Βουλγαρία, στη Γερμανία, στη Βενεζουέλα, στην Πολωνία, στη Ν. Κορέα, στις Φιλιππίνες, στην πρώην Σοβιετική Ένωση, στην Ελβετία, στην Ιαπωνία, στην Ιταλία, στη Γαλλία, στην πρώην Τσεχοσλοβακία και στην Ουγγαρία κ.α. Στην Ελλάδα διηύθυνε επί σειρά ετών την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, καθώς και τη Συμφωνική του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Έχουν συμπράξει ως σολίστ υπό τη διεύθυνσή του οι: CI. Arrau, ΑΙ. Weissenberg, Br. L. Gelber, G. Gziffra, R. Ricci, S. Cherkassky, Ν. Magaloff, M. Brussolerie, R. Odnopossof, B. Ringeissen, VI. Ashkenazy, Ρ. Badura-Skoda, R. Szidon, G. Sandor, Κ. Κατσαρής, Δ. Σγούρος, Μ. Τιρίμος και Γ. Βακαρέλης. Στα φεστιβάλ «ΔΗΜΗΤΡΙΑ» διηύθυνε τις ορχήστρες: Philharmonia Hungarica, Odense Symphony Orchestra, Strasbourg Philharmonic Orchestra, Prague Radio Symphony Orchestra, Jerusalem Symphony Orchestra, Polish National Radio Symphony Orchestra, Armenian Philharmonic Orchestra κ.ά.
Αν και ο ίδιος διατείνονταν ότι για να ασχοληθεί κανείς με το αντικείμενο της σύνθεσης θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να αφοσιωθεί και να παραμείνει προσηλωμένος αποκλειστικά σε αυτό, επιχείρησε κάποιες συνθετικές προσπάθειες εξαιρετικά επιτυχημένες. Το συνθετικό του έργο αποτελείται από έργα για πιάνο, βιολί και τραγούδι. Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης πορείας του έλαβε πλήθος τιμητικών διακρίσεων.
Ο Γιώργος Θυμής αναμφισβήτητα υπήρξε η μεγάλη μουσική προσωπικότητα της πόλης της Θεσσαλονίκης το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τις νεότερες γενεές, τις οποίες αγάπησε ανιδιοτελώς, στάθηκε στο πλευρό τους είτε υπήρξαν μαθητές του είτε όχι και άφησε παρακαταθήκη τον αρχικά Πανελλήνιο και εν συνεχεία Διεθνή διαγωνισμό που φέρει το όνομά του.
Η Νόρα Λουκίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Φοίτησε στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, στην τάξη της κυρίας Ίντας Μαργαρίτη και αργότερα του Αθανασίου Κοντού, απ’ όπου πήρε το δίπλωμά της παμψηφεί με «Άριστα», καθώς και το Α’ Βραβείο. Κέρδισε το Α’ Βραβείο Πιάνου στον Α’ Πανελλήνιο Μουσικό Διαγωνισμό της «Τέχνης» και, με υποτροφία, μετεκπαιδεύτηκε στο Λονδίνο, κοντά στον διάσημο καθηγητή πιάνου της “Royal Academy of Music”, Harold Craxton.
Το πλούσιο ρεπερτόριό της, καλύπτει όλη τη γκάμα της πιανιστικής τέχνης, με έργα κλασσικών, ρομαντικών, μοντέρνων και σύγχρονων συνθετών, για σόλο πιάνο αλλά και ορχήστρα. Στις εμφανίσεις της σε ατομικά ρεσιτάλ, καθώς και ως σολίστ με ορχήστρες, παρουσίασε πολλά έργα σε πρώτη εκτέλεση στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Εμφανίσθηκε κατ’ εξακολούθηση ως σολίστ με την Κ.Ο.Α., την Κ.Ο.Θ., τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης, τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ε.Ρ.Τ., καθώς και με ορχήστρες εγχόρδων με διαπρεπείς Έλληνες και ξένους μαέστρους.
Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα από τις σημαντικές συνεργασίες της υπήρξαν οι: ο ιδρυτής της Κ.Ο.Θ., Σόλωνας Μιχαηλίδη,ς Γιώργος Θυμής, Κοσμάς Γαλιλαίας, Βύρωνας Κολάση, Ανδρέας Παρίδης, Θεόδωρος Βαβαγιάννης, Αλέκος Συμεωνίδης, Λεωνίδας Ζώρας, Δημήτρης Αγραφιώτης, John Lubbock, Kurt Woess, Jonescu – Galati, Eliodor Rau, Sayard Stone, Wermer Marihart, Fournie Karol Struja και άλλους.
Εμφανίσθηκε κατ’ επανάληψη σε πολλές συναυλίες ως σολίστ στη Ρουμανία, με τις συμφωνικές ορχήστρες “Filarmonica de StatArad”, “G. Dima Brasou”, “Filarmonia Hungarica”. Σε αφιέρωμα στον συνθέτη Βασ. Θεοφάνους, παρουσίασε, επίσης στα «Δημήτρια», όλα τα έργα του, τα οποία ηχογραφήθηκαν ειδικά για CD. Υπήρξε ιδρύτρια του “Trio” Βορείου Ελλάδος.
Παράλληλα με την καλλιτεχνική της δράση, η Νόρα Λουκίδου όλα αυτά τα χρόνια, δίδαξε ως Τακτική Καθηγήτρια Έδρας του πιάνου στο Κ.Ω.Θ., κατέχοντας, επίσης, τη θέση του Μουσικού (Κορυφαίας Α’) της Κ.Ο.Θ.
Είναι τακτικό Μέλος, ακόμη, της Κριτικής Επιτροπής των διαγωνισμών πιάνου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Ι.Κ.Υ. στην Αθήνα και Μέλος της Οργανωτικής και Κριτικής Επιτροπής του Διεθνούς Διαγωνισμού Μουσικής Δωματίου, στις Διεθνείς Μουσικές Ημέρες της Δ.Ε.Θ.
Η Νόρα Λουκίδου τιμήθηκε από τον Αρμενικό Πολιτιστικό Σύλλογο «Χαμασκαίν», ανέλαβε για δύο χρόνια την Καλλιτεχνική Διεύθυνση του Ωδείου. Πολλοί από τους μαθητές της, διαπρέπουν σήμερα στον μουσικό χώρο στην Ελλάδα και το εξωτερικό.



