Όσιος Βασίλειος ο Ησυχαστής, 25 Απριλίου
Ο Άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, στην αυτοβιογραφία του, αποκαλεί τον πνευματικό του πατέρα, τον Άγιο Βασίλειο τον Ησυχαστή, «τον κοινό μας διδάσκαλο και καθοδηγητή, τον ευσεβέστατο και άγιο γέροντα και σχηματικό μοναχό Βασίλειο». Γεννήθηκε κοντά στην Πολτάβα της Ουκρανίας το 1692 και αποτελεί χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της ρωσο-ουκρανικής μοναστικής μετανάστευσης που σημειώθηκε κατά τον 18ο και 19ο αιώνα, ως αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων του Μεγάλου Πέτρου στη Ρωσία και των διωγμών των Ορθοδόξων πιστών στην Ουκρανία, η οποία τελούσε υπό πολωνική κυριαρχία.
Μαζί με τον μαθητή του, μοναχό Μιχαήλ, κατέφυγε στη Βλαχία και έλαβε το μοναχικό σχήμα στη Σκήτη Νταλχαούτσι-Φοκσάνι το 1705 ή 1706, όπου ασκήτεψε με μεγάλο ζήλο. Εκεί μελέτησε σε βάθος τις Άγιες Γραφές και διάβασε πολλά έργα των Αγίων Πατέρων. Ο Άγιος Βασίλειος χειροτονήθηκε ιερέας και το 1715 έγινε ηγούμενος της Σκήτης Νταλχαούτσι. Παρέμεινε σε αυτή τη θέση επί είκοσι χρόνια, καθοδηγώντας περίπου σαράντα μοναχούς, τους οποίους δίδασκε υπακοή, ταπείνωση και την τέχνη της νοεράς προσευχής — την οποία είχε διδαχθεί στη Σκήτη του Ποκρόβ, με εμπνευστή τον Άγιο Παχώμιο, επίσκοπο Ρωμανού (+1726), δεκαετίες πριν τη σύνταξη της Φιλοκαλίας.
Η φήμη του σπουδαίου αυτού πνευματικού πατέρα διαδόθηκε ευρέως, φτάνοντας μέχρι και τον Πρίγκιπα Κωνσταντίνο Μαυροκορδάτο. Η αδελφότητά του αναδείχθηκε σε πνευματική σχολή ησυχασμού, βασισμένη στη σοφία των Αγίων Πατέρων. Όταν οι μαθητές του πλήθυναν σε τέτοιο βαθμό ώστε η Σκήτη Νταλχαούτσι δεν τους χωρούσε όλους, εγκαταστάθηκαν σε άλλες σκήτες της περιοχής (Τρεστιένι, Τσιολάνου, Κάρνου, Ρατέστι, Ρογκόζ, Μποντσάστι και Μαύρη Κοιλάδα). Με αυτόν τον τρόπο, η επιρροή και η διδασκαλία του εξαπλώθηκαν, προκαλώντας πνευματική αναγέννηση στον ρουμανικό μοναχισμό του 18ου αιώνα.
Ο Άγιος Βασίλειος ανακαίνισε τη Σκήτη Ποϊάνα Μαρουλούι (Κήπος των Μήλων) κοντά στο Ρίμνικ-Σαράτ μεταξύ 1730-1733 και εγκαταστάθηκε εκεί με δώδεκα μαθητές του. Πέρα από την ιδιότητα του ηγουμένου της Ποϊάνα Μαρουλούι, υπήρξε πνευματικός καθοδηγητής όλων των σκήτών στα βουνά του Μπουζάου. Ένας από τους πιο διάσημους μαθητές του ήταν ο Άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, τον οποίο υποδέχθηκε αρχικά στη Σκήτη Τρεστιένι για κάποια χρόνια και τον έκειρε μοναχό όταν και οι δύο βρίσκονταν στο Άγιον Όρος, το 1750. Μετά την επιστροφή του από το Άγιον Όρος, ίδρυσε την κοινότητα της Νεάμτς, που αποτέλεσε το επίκεντρο του ησυχαστικού κινήματος του 18ου αιώνα.
Ο κανονισμός του ηγουμένου Βασιλείου προέβλεπε κοινοβιακή αρμονία, καθημερινή ανάγνωση των Γραφών και των Πατέρων, εφαρμογή της νοεράς προσευχής, καθαρή φύλαξη του νου, ένα γεύμα την ημέρα και Θεία Κοινωνία κάθε εβδομάδα.
Ο άγιος Γέροντας Βασίλειος συνέγραψε επίσης προλεγόμενα στα έργα των Αγίων Γρηγορίου του Σιναΐτη, Νείλου της Σόρας, Φιλοθέου Κόκκινου και άλλων που αναφέρονται στη φύλαξη του νου και την ησυχαστική προσευχή. Δίδασκε ότι οι Άγιες Γραφές είναι «ιατρική σωτηρίας» για την ψυχή και συνέστηνε την ανάγνωση των Πατέρων για τη σωστή κατανόηση των Γραφών και την αποφυγή παρερμηνειών. Τόνιζε, επίσης, τον κίνδυνο της αυτοδικαιώσεως και της δικαιολόγησης των αμαρτιών μας, διότι αυτό εμποδίζει τη γνήσια μετάνοια.
Ο Άγιος Βασίλειος εκοιμήθη εν Κυρίω στις 25 Απριλίου 1767, αφήνοντας πίσω του πλήθος μαθητών. Ετάφη στην αυλή της Σκήτης Ποϊάνα Μαρουλούι, πιθανότατα κοντά στον Ναό των Πάντων των Αγίων, τον οποίο ίδρυσε ο ίδιος το 1730. Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί τα ιερά του λείψανα.
Η αγία του ζωή ήταν γνωστή ήδη από την εποχή του και παραμένει έως σήμερα. Γι’ αυτό, η Ιερά Σύνοδος της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, στη συνεδρίασή της στις 4-5 Μαρτίου 2003, αποφάσισε να τιμάται ο ηγούμενος της Ποϊάνα Μαρουλούι μεταξύ των Οσίων και θεοφόρων Πατέρων, με ιδιαίτερη εορτή στις 25 Απριλίου, ημέρα της κοιμήσεώς του.
Ο Άγιος Παΐσιος έγραψε ακόμα για τον πνευματικό του πατέρα, τον Άγιο Βασίλειο τον Ησυχαστή:
«Ο ευσεβής αυτός δούλος του Θεού υπερείχε όλων στην κατανόηση των Θείων Γραφών και της διδασκαλίας των Αγίων Πατέρων, στη διάκριση των πνευμάτων και στη βαθιά γνώση των ιερών κανόνων της Αγίας Εκκλησίας και την ερμηνεία τους κατά τους Ζωναρά, Θεόδωρο Βαλσαμώνα και άλλους. Η φήμη της διδασκαλίας και της ευσεβούς του καθοδήγησης προς την οδό της σωτηρίας εξαπλώθηκε παντού. Όταν τον είδα, δόξασα τον Θεό που με αξίωσε να δω τέτοιον άγιο άνθρωπο.»



