Εντάσεις και Πολιτικά Μηνύματα κατά την Περιφορά των Επιταφίων στην Καμενίκια Σερρών, 12 Μαΐου 1900
Στις 12 Μαΐου 1900, η περιοχή της Καμενίκιας, στη Μακεδονία που τελούσε υπό οθωμανική κυριαρχία, αποτέλεσε θέατρο θρησκευτικών και εθνοτικών εντάσεων, με αφορμή τις περιφορές των επιταφίων κατά την Μεγάλη Παρασκευή. Τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν τότε αποτυπώνουν με γλαφυρό τρόπο τη ρευστή και συχνά εκρηκτική κατάσταση που επικρατούσε στη Μακεδονία στις αρχές του 20ού αιώνα, στο φόντο της αντιπαράθεσης μεταξύ Πατριαρχικών και Εξαρχικών, δηλαδή μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων.
Στην Άνω Καμενίκια, οι Οθωμανικές αρχές απαγόρευσαν την περιφορά του Βουλγαρικού Επιταφίου. Η απόφαση αυτή ελήφθη «προς πρόληψη ερεθισμού των Ορθοδόξων», δηλαδή των Ελληνορθοδόξων πιστών, και αντικατοπτρίζει την προσπάθεια της διοίκησης να περιορίσει τυχόν προκλήσεις και συγκρούσεις. Παρά τα προληπτικά μέτρα, ορισμένοι Βούλγαροι επιχείρησαν να προκαλέσουν αναστάτωση, επιχειρώντας να διαλύσουν την περιφορά του Επιταφίου των Ελληνορθοδόξων. Ευτυχώς, οι αστυφύλακες επενέβησαν άμεσα και κατάφεραν να αποτρέψουν τα χειρότερα, διασφαλίζοντας την τάξη.
Αντίθετα, στην Κάτω Καμενίκια, το κλίμα υπήρξε διαφορετικό, με την παρουσία υψηλόβαθμων Οθωμανών αξιωματούχων να προσδίδει βαρύτητα στην τελετουργία των Πατριαρχικών. Στον επιτάφιο των Ορθοδόξων παρέστη ο Τούρκος πολιτικός διοικητής, ο οποίος, όταν ο ψάλτης έψαλε το «Κύριε ελέησον», διέταξε τους αστυφύλακές του να απονείμουν χαιρετισμό – μια πράξη με έντονο συμβολικό και πολιτικό χαρακτήρα. Παράλληλα, ο στρατιωτικός διοικητής παρακολούθησε την περιφορά του Επιταφίου της Μητρόπολης, ενώ ο μουτεσαρίφης (ανώτερος Οθωμανός διοικητικός αξιωματούχος) παρέστη επίσης στην Κάτω Καμενίκια, όπου έδωσε ρητή διαταγή να αποδοθεί τιμή όταν ψάλλονταν ο ύμνος «Κύριε ελέησον» στα τουρκικά.
Η στάση αυτή της Οθωμανικής διοίκησης αποκαλύπτει μια στρατηγική επιλεκτικής εύνοιας προς την Πατριαρχική πλευρά. Σε μια εποχή όπου η ταυτότητα του χριστιανού κατοίκου της Μακεδονίας προσδιοριζόταν λιγότερο από τη θρησκεία και περισσότερο από την εθνοτική του ένταξη μέσω της εκκλησιαστικής υπαγωγής (Πατριαρχείο ή Εξαρχία), τέτοιες κινήσεις αποκτούσαν ισχυρό πολιτικό αντίκτυπο. Η αναγνώριση και υποστήριξη των Πατριαρχικών από την Οθωμανική εξουσία λειτουργούσε ως μοχλός άσκησης πίεσης στους βουλγαρόφρονες Εξαρχικούς και ως μέσο διατήρησης της εύθραυστης ισορροπίας σε μια πολυεθνοτική και ταραγμένη επαρχία της Αυτοκρατορίας.

