Άγιοι Δαβίδ, Γαβριήλ, Παύλος και Σίο Αχαλί οι εκ Γεωργίας, 1 Ιουνίου
Ο σεβάσμιος πατήρ Σίο Αχαλί καταγόταν από το χωριό Βετζίσι της επαρχίας Κάρτλι. Οι γονείς του, Παπούνα και Ταμάρ, ήσαν επιφανείς και ευκατάστατοι στην περιοχή. Απέκτησαν οκτώ τέκνα – πέντε αγόρια και τρία κορίτσια. Μετά τον θάνατο των γονέων, ξέσπασε φιλονικία μεταξύ των αδελφών· η διαμάχη οξύνθηκε, αντηλλάγησαν ύβρεις και τελικώς ο πρωτότοκος δολοφόνησε τον νεότερο αδελφό με μαχαίρι.
Όταν ο μακάριος Σίο έλαβε την οδυνηρή είδηση, κατελήφθη από βαθιά θλίψη και αγανάκτηση. Τότε αποφάσισε να εγκαταλείψει τον μάταιο και σαγηνευτικό τούτο κόσμο, ο οποίος φέρνει τον άνθρωπο στο σημείο να σκοτώνει τον ίδιο του τον αδελφό ή ακόμη και τον πατέρα. «Δεν θέλω να ζήσω άλλο σε αυτό το χωριό», εξομολογήθηκε στον ιερέα. Ο ιερέας τον συμβούλευσε να καταφύγει στην Ιερά Μονή του Δαβίδ Γαρέτζι και να αφιερωθεί στον μοναχισμό.
Εκείνη την εποχή, ηγούμενος της Μονής ήταν ο πατήρ Ονόφριος Ματσουτάτζε, ο οποίος ήδη είχε προσκαλέσει τον Σίο κατ’ επανάληψιν: «Έλα, αδελφέ Σίο, στο μοναστήρι μας και ας ολοκληρώσουμε εδώ τον επίγειο βίο μας».
Με μεγάλη χαρά ο Ονόφριος δέχτηκε τον Σίο, ο οποίος ήταν ήδη γνωστός σε όλο το έθνος για την ευθύτητα, την αγνότητα και την πνευματική του αφοσίωση. Του παραχώρησε ιδιόκελο και του όρισε ιδιαίτερο κανόνα υπακοής.
Η ακούραστη εργασία, η βαθιά ταπείνωση και η φλογερή αγάπη του Σίο για τους αδελφούς του απέδωσαν πνευματικούς καρπούς. Πολλοί κατέφευγαν σ’ αυτόν για συμβουλή και, κατόπιν ευλογίας του ηγουμένου, συχνά διαχειριζόταν τα θέματα της Μονής.
Κάποτε, ο πατήρ Ονόφριος αναχώρησε για να επιμεληθεί εξωτερικές υποθέσεις της Μονής, αφήνοντας την αδελφότητα υπό την πνευματική φροντίδα του πατρός Σίο. Μετά την εσπερινή ακολουθία και το ταπεινό δείπνο, ενώ οι μοναχοί αναπαύονταν από τον κόπο της ημέρας, η Μονή δέχθηκε αιφνίδια επίθεση από συμμορία λεπρών.
Οι επιδρομείς συνέλαβαν και βασάνισαν τους πατέρες Δαβίδ, Γαβριήλ και Παύλο, καθώς και τον ιερομόναχο Σίο. Κάποιοι μοναχοί κατόρθωσαν να διαφύγουν μέσα στον πανικό, όμως πολλοί καταδιώχθηκαν και εσφάγησαν ανηλεώς. Ο ναός και τα κελιά πλημμύρισαν αίμα. Οι επιδρομείς λεηλάτησαν ό,τι ιερό απέμεινε: έσπασαν σκεύη, έκαψαν αντικείμενα λατρείας, άρπαξαν ιερά άμφια, έριξαν μερικά σε πηγάδια και κατέστρεψαν τις άγιες εικόνες με τσεκούρια.
Η φρικτή αυτή θυσία συγκλόνισε τον βασιλέα Ερκλέ και τον Καθολικό Ιωάννη, οι οποίοι αναρωτήθηκαν με δέος: «Πώς κατόρθωσαν να εισέλθουν τόσο βαθειά;»
Κατόπιν ευλογίας του Καθολικού και βασιλικής εντολής, τα σεπτά λείψανα των Αγίων μαρτύρων ενεταφιάσθησαν νοτίως του τάφου του Αγίου Δαβίδ Γαρετζελί, του οποίου η μνήμη τιμάται στις 7 Μαΐου και κατά την Πέμπτη της Αναλήψεως.


