Τῇ καθαρότητι τοῦ βίου σου τῷ Κυρίῳ εὐηρέστησας,
καὶ τὸ χάρισμα τῆς αδιαλείπτου προσευχῆς εκτήσω,
ἐκλεκτέ του Θεοῦ, ὅσιε Ματθαῖε,
θαυματουργὲ τοῦ Γιαράνσκ·
Ὁ Ὅσιος Ματθαῖος ὁ ἐκ Ρωσίας, ο κατά κόσμον Μητροφάνης Κουζμίτς Σβετσώφ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1855 στην πόλη Βιάτκα της Ρωσίας. Έξι ημέρες μετά τη γέννησή του, βαπτίστηκε στον Ιερό Ναό του Σωτήρος (Σπάσκο-Χλύνοφ) και ονομάστηκε προς τιμήν του Αγίου Μητροφάνους, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Ο πατέρας του, Κουζμά Φιοντόροβιτς, καταγόταν από αγροτική οικογένεια της περιοχής Νόλι και εργαζόταν ως τεχνίτης παπουτσιών. Η μητέρα του, Νατζέζντα Βαρθολομαίου, ανήκε στην τάξη των μικροαστών. Η οικογένεια είχε έξι παιδιά —τέσσερα αγόρια και δύο κορίτσια— και ο Μητροφάνης ήταν το τέταρτο. Οι γονείς του ήταν άνθρωποι ευλαβείς και συνήθιζαν να πηγαίνουν κάθε Κυριακή στον ναό, ενώ από μικρά δίδασκαν και τα παιδιά τους στην προσευχή και τη θρησκευτική ζωή.

Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του πατέρα του, ο νεαρός Μητροφάνης τοποθετήθηκε μαθητευόμενος στην τέχνη του υποδηματοποιού. Όμως δεν ακολούθησε αυτό το επάγγελμα· αντί τούτου, εργάστηκε για 18 χρόνια ως βοηθός σε έναν εύπορο έμπορο της Βιάτκα, τον Στόλμποφ. Εκεί, με τη χάρη του Θεού, απέκτησε φήμη καλού και συνετού εμπόρου, και ο εργοδότης του τού ανέθετε σημαντικές ευθύνες, μέχρι που του επέτρεψε να ανοίξει δικό του κατάστημα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, γνωρίστηκε με τον ιεροσχημονάχο Στέφανο Κουρτέγιεφ, ο οποίος ασκήτευε κοντά στο χωριό Φιλέικα. Ο λόγος και η ζωή του Γέροντος Στεφάνου άγγιξαν την καρδιά του Μητροφάνη, και τότε γεννήθηκε εντός του η επιθυμία να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στον Θεό. Όμως ο Γέροντας δεν του έδωσε άμεσα ευλογία, αλλά του συνέστησε πρώτα να μάθει την καρδιακή νοερά προσευχή, τη διάκριση και την ταπείνωση, λέγοντάς του: «Μη θεωρείς το θέλημά σου ως φωνή Θεού· προσευχήσου, ταπεινώσου, και τότε ο Κύριος θα σου δείξει τον δρόμο». Ο Μητροφάνης υπάκουσε με ταπείνωση. Στο κατάστημά του είχε αναρτήσει σε διάφορα σημεία γραμμένα την ευχή του Ιησού, για να του υπενθυμίζεται συνεχώς. Θυμόταν και τα λόγια του πνευματικού του: «Χωρίς ταπείνωση δεν υπάρχει υπομονή, και χωρίς αυτά δεν υπάρχει μοναχός».
Στις 15 Αυγούστου 1890, ο Όσιος Στέφανος εκοιμήθη εν ειρήνη. Σύντομα, οι συγγενείς του ξεκίνησαν ενέργειες για την ίδρυση μονής στον τόπο του ασκητικού του αγώνα. Έτσι ιδρύθηκε η ανδρική Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκυ, και ο 35χρονος τότε Μητροφάνης πούλησε το κατάστημά του, εναπόθεσε τα χρήματα στο όνομα της αδελφής του Ελισάβετ και αποσύρθηκε στο μοναστήρι.
Στις 24 Ιουνίου 1891 εγγράφη ως δόκιμος μοναχός και στις 15 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς, ανήμερα της μνήμης του πνευματικού του πατρός, εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος, προς τιμήν του Οσίου Ματθαίου του Προορατικού των Σπηλαίων του Κιέβου. Στις 17 Νοεμβρίου 1891 χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος και στις 5 Απριλίου 1897 ιερομόναχος.
Ο π. Ματθαίος διήγε ζωή ασκητική και απλή επί οκτώ έτη στη Μονή του Αλεξάνδρου Νιέφσκυ, κερδίζοντας γρήγορα την αγάπη και την εμπιστοσύνη του λαού. Παρ’ όλη τη φήμη του, ο ίδιος θεωρούσε άλλους πιο άξιους και απέφευγε να δίνει συμβουλές, εκτός αν οι πιστοί επέμεναν. Χαρακτηριστικό είναι ένα περιστατικό, όταν μια γυναίκα πήγε να του ζητήσει προφητεία για το μέλλον της. Εκείνος σιώπησε επίμονα και στο τέλος της έδωσε τρεις ξεροπαξίδες λέγοντάς της: «Πήγαινε με τον Θεό. Αυτή είναι η μοίρα σου. Προσευχήσου και μη βαριέσαι». Μετά από λίγο καιρό, η γυναίκα έχασε το σπίτι της σε πυρκαγιά και έμεινε άστεγη, ζώντας για τρία χρόνια με ελεημοσύνες· τότε μόνο κατάλαβε τον προορατικό λόγο του γέροντα.
Το 1899 ιδρύθηκε νέα μονή κοντά στην πόλη Γιαράνσκ, αφιερωμένη στην Αγία Άννα την Προφήτιδα. Εκεί στάλθηκε ο π. Ματθαίος ως βοηθός του γέροντος Νείλου. Μετά την κοίμηση του πατρός Νείλου το 1902, ο π. Ματθαίος ανέλαβε καθήκοντα πνευματικού και οικονόμου της μονής. Παράλληλα με τα διοικητικά, παρέμενε ταπεινός, θυμούμενος τον λόγο του Γέροντος Στεφάνου: «Μονάχα με την υπομονή αποκτάται η ειρήνη της ψυχής και η ανάπαυση της αιωνιότητος».
Ο π. Ματθαίος ήταν άνθρωπος μικρού αναστήματος, ισχνός, με μαύρα μάτια και μακριά κυματιστά μαλλιά. Απέφευγε τις μάταιες συζητήσεις και προτιμούσε τη σιωπή και την προσευχή. Είχε αυστηρή εγκράτεια στην τροφή, γεγονός που επιβάρυνε με τον καιρό την υγεία του.
Το 1917 η μονή αριθμούσε 31 μοναχούς και 45 δόκιμους. Ο π. Ματθαίος προείδε τα δεινά που θα ακολουθούσαν μετά την επανάσταση, λέγοντας: «Μεγάλη θλίψη έρχεται· αλλά μέσα από αυτήν ο λαός θα καθαρθεί και θα αναγεννηθεί. Πάνω στο αίμα των μαρτύρων θα αναπτυχθεί δέντρο αγιότητος». Όταν πνευματικά του τέκνα τον προειδοποιούσαν για διωγμούς, εκείνος απαντούσε: «Τι να μου κάνουν; Είμαι μοναχός. Τιμή δεν έχω, περιουσία δεν έχω· έχω ήδη απαρνηθεί τον κόσμο. Αν με σκοτώσουν, θα πάω κοντά στον Θεό. Είμαι μοναχός — τίποτε δεν μου ανήκει».
Ο Όσιος Ματθαίος εκοιμήθη εν ειρήνη στις 16 Μαΐου 1927. Η μνήμη του τιμάται την 27η Μαΐου (νέο ημερολόγιο).
Το 1997 ανακηρύχθηκε επισήμως Άγιος και κατατάχθηκε στη Σύναξη των Αγίων της Βιάτκα.
Στις 9 Αυγούστου 2015 έγινε η εύρεση των αγίων λειψάνων του, και
στις 10 Νοεμβρίου εορτάζεται η επισήμως αναγνώρισή του από την τοπική Εκκλησία.
Το 1918 η Μονή της Αγίας Προφήτιδος Άννας καταργήθηκε και η περιουσία της εθνικοποιήθηκε. Οι μοναχοί αναγκάστηκαν να σκορπιστούν σε διάφορες πόλεις και χωριά. Στην πρώην μονή έμειναν μόνο λίγα μέλη της αδελφότητας, που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τη γεωργία και ίδρυσαν τον συνεταιρισμό "Πειραματικό χωράφι". Ο πατήρ Ματθαίος, που είχε διωχθεί από το μοναστικό του κελί, βρήκε αρχικά καταφύγιο στο χωριό Μπολσάγια Ρούντκα, της επαρχίας Σαράνγκσκι της επαρχίας Γιαράνσκ (σημερινή Περιφέρεια Νίζνι Νόβγκοροντ). Το τελευταίο όμως καταφύγιο του στη γη το βρήκε στο χωριό Γιεршόβο της περιφέρειας Μπελιάεφσκαγια, σε απόσταση περίπου μιας βέρστας από το παλιό μοναστηριακό μελίσσι. Οι ντόπιοι, που έτρεφαν βαθύ σεβασμό για τον πατέρα Ματθαίο, του έκτισαν ένα μικρό κελί-καλύβα σε ιδιωτικό τους κτήμα, όπου έζησε πάνω από οχτώ χρόνια. Για την προσευχή του περπατούσε μέχρι την εκκλησία του Αγίου Νικολάου στο γειτονικό χωριό Μπελιάεφσκογιε.
Εκείνον τον καιρό, πλήθος κόσμου από διάφορες επαρχίες ερχόταν στον γέροντα για συμβουλή και βοήθεια. Μιλούσε συχνά με αλληγορικές φράσεις, με παραβολές, σαν να μιλούσε για κάποιον άλλον και σε κάποιον άλλον, όμως ο κάθε ακροατής καταλάβαινε ότι ο λόγος του στρεφόταν ακριβώς προς αυτόν. Την άνοιξη του 1925 τον επισκέφθηκε κρυφά ο επίσκοπος Νεκτάριος (Τρεζβίνσκι), που μόλις είχε διοριστεί στη Μητρόπολη Γιαράνσκ. Ο πατήρ Ματθαίος άνοιξε με ταπείνωση την πόρτα, πήρε ευλογία και, όταν ο δεσπότης προσευχόταν μπροστά στις εικόνες, ξαφνικά άρχισε να ψέλνει: «Οι μάρτυρές Σου, Κύριε, με τα παθήματά τους έλαβαν από Σένα, τον Θεό μας, αφθαρτό στεφάνι…». Με τον τρόπο αυτό ο όσιος απάντησε άμεσα και ξεκάθαρα σε όλα τα ερωτήματα που ο επίσκοπος είχε κατά νου, προτού καν τα διατυπώσει.
Κάποτε ήρθε σε αυτόν μια γυναίκα για συμβουλή και του είπε: «Πώς να προσευχηθώ, πάτερ, για να πεθάνει η κόρη μου; Είναι σακάτισσα, έχει καμπούρες και μπροστά και πίσω, μοιάζει με βάτραχο. Βοήθησέ με και προσευχήσου, πάτερ, να την πάρει ο Θεός, έχω άλλα τρία παιδιά». Ο γέροντας την άκουσε με θλίψη, έμεινε σιωπηλός πολλή ώρα και ύστερα της είπε: «Μην την αποδιώξεις, νέα μου. Αυτό το παιδί θα γίνει η τροφός και η στήριξή σας». Πράγματι, λίγο καιρό μετά, οι καμπούρες της μικρής άρχισαν να υποχωρούν, το παιδί μεγάλωσε και δυνάμωσε, και στο μέλλον έγινε όπως είχε προφητεύσει ο πατήρ Ματθαίος.
Μια άλλη γυναίκα, από το χωριό Μαράμζι, διηγήθηκε: «Κάποτε αρρώστησε το πρόσωπό μου και γέμισε πληγές τόσο βαθιές, που σε μερικά σημεία άρχισε να σαπίζει η σάρκα. Πήγα στον πάτερ. Με δέχτηκε, μου πρόσφερε τσάι. Ύστερα μου έδωσε ένα μικρό φιαλίδιο με αγιασμό και είπε: “Να βρέχεις τις πληγές, και θα περάσουν όλα. Μονάχα να πιστεύεις”. Είχα πλυθεί κι άλλες φορές με αγιασμό, αλλά η κατάσταση χειροτέρευε. Όμως δεν τόλμησα να παρακούσω. Και μετά την τρίτη φορά που πλύθηκα, η αρρώστια σταμάτησε».
Έχουν διασωθεί πολλές ακόμη μαρτυρίες για θαυμαστή βοήθεια από τον όσιο Ματθαίο.
Στις τελευταίες ώρες της ζωής του, οι πιστοί πνευματικοί του μαθητές δεν απομακρύνθηκαν από το προσκεφάλι του. Ο γέροντας προσευχόταν ήσυχα και ταπεινά για τη συγχώρηση των αμαρτιών του και για τη σωτηρία των πνευματικών του τέκνων. Ξαφνικά, σαν να είδε κάποιον, ανασηκώθηκε, άρχισε να κινεί πιο γρήγορα τα κομποσχοίνια με το αριστερό του χέρι, ενώ με το δεξί έκανε τον σταυρό του με θέρμη, καρφώνοντας το βλέμμα του στην εικόνα του Χριστού. Και τότε, όχι με τρεμάμενη, γεροντική φωνή, αλλά με φωνή νέα, καθαρή και δυνατή, άρχισε σιγανά αλλά καθαρά και ευδιάκριτα να ψάλλει:
«Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος!»
Μόλις τελείωσε, έκανε το σημείο του σταυρού και το δεξί του χέρι έμεινε ακίνητο στον αριστερό του ώμο. Με τα τελευταία λόγια του πασχαλινού τροπαρίου και με το σταυροκόπημα, η ψυχή του αναχώρησε για τον Χριστό.
Ο γέροντας εκοιμήθη στις 29 Μαΐου 1927, ημέρα Τετάρτη, κατά την απόδοση της εορτής του Πάσχα.
Η κηδεία του εξελίχθηκε σε μεγαλειώδη λιτανεία. Είχε προφητέψει ο ίδιος στους μαθητές του, όταν τον ρωτούσαν πού και πώς να τον θάψουν:
«Μη νοιάζεστε γι’ αυτό, ούτε πώς και με τι θα με μεταφέρετε. Εγώ με τα πόδια μου θα πάω στο Γιαράνσκ».
Τα λόγια του αυτά εκπληρώθηκαν κατά γράμμα. Μετά την εξόδιο ακολουθία, το φέρετρο, μαζί με τον σταυρό, τις εξαπτέρυγες και τα αναμμένα κεριά, μεταφέρθηκε γύρω από τον ναό και στη συνέχεια ξεκίνησε η πομπή προς το Γιαράνσκ, με χιλιάδες πιστούς να συμμετέχουν. Η πομπή απλωνόταν σχεδόν για μία βέρστα (περίπου 1 χλμ.), θυμίζοντας περισσότερο λιτανεία λειψάνων παρά συνηθισμένη κηδεία. Η θλιβερή αυτή συνοδεία έγινε δεκτή από τον ήχο της μεγάλης καμπάνας του καμπαναριού του Καθεδρικού της Αγίας Τριάδας. Όλο το ιερατείο της πόλης βγήκε με λάβαρα και εικόνες για να την υποδεχτεί. Το φέρετρο τοποθετήθηκε μέσα στον κατάφωτο από καντήλια και πολυελαίους ναό, όπου τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση.
Από εκεί η πομπή κατευθύνθηκε στο κοιμητήριο της πόλης. Δίπλα στην εκκλησία της Αναλήψεως του Κυρίου, εντός του κοιμητηρίου, τάφηκε ο γέροντας Ματθαίος. Από τις πρώτες κιόλας μέρες μετά την κοίμησή του, άρχισαν να σημειώνονται θαυμαστά γεγονότα και ιάσεις στον τάφο του με τις προσευχές των πιστών. Βλέποντας τον ολοένα και αυξανόμενο σεβασμό προς τον τάφο του ιερομονάχου Ματθαίου, η ορθόδοξη κοινότητα του Καθεδρικού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου του Γιαράνσκ αποφάσισε να ανεγείρει πάνω του παρεκκλήσι με τέμπλο και μαρμάρινη επιγραφή, το οποίο και οικοδομήθηκε σύντομα. Τότε καθιερώθηκε και η ετήσια τέλεση πανηγυρικής δέησης στον τάφο του την ημέρα της κοιμήσεώς του – στις 16/29 Μαΐου.
Την άνοιξη του 1936, έφτασε στο Γιαράνσκ ο νέος επίσκοπος Βιατσεσλάβ (Σκούρκο), ο οποίος συνέβαλε και αυτός με ζήλο στη διατήρηση της μνήμης του τοπικού οσίου. Με δική του εντολή ο τάφος του γέροντα καλλωπίστηκε και στο παρεκκλήσι τοποθετήθηκε ακοίμητο καντήλι. Πιθανότατα τότε συντάχθηκε και η πρώτη μορφή του «Βίου του πατρός Ματθαίου», που κυκλοφόρησε σε πολυάριθμα χειρόγραφα αντίγραφα. Στην εποχή της "στασιμότητας" (σοβιετική περίοδος), τις ημέρες της μνήμης του γέροντα η πρόσβαση στο κοιμητήριο απαγορευόταν: η αστυνομία το είχε περικυκλώσει. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί πιστοί έφταναν στην πόλη μέρες πριν, διανυκτέρευαν κατά δεκάδες σε σπίτια και έβρισκαν τρόπο να μπουν στο κοιμητήριο. Τότε οι αρχές αποφάσισαν να ξεθάψουν τα λείψανα, πιστεύοντας πως ο κόσμος δε θα πήγαινε σε έναν κενό τάφο. Δεν τα κατάφεραν όμως, και τελικά σκέπασαν τον τάφο με τσιμέντο.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η τιμή προς τον γέροντα Ματθαίο έγινε ανοιχτή και επίσημη. Το 1991 τελέστηκε ο αγιασμός νέου παρεκκλησίου πάνω στον τάφο του (το παλιό, μαζί με την εκκλησία της Αναλήψεως, είχε καταστραφεί από τους άθεους).
Στις 23 Νοεμβρίου 1997, ο πατήρ Ματθαίος ανακηρύχθηκε επίσημα τοπικός άγιος της γης του Βιάτκα. Το 2006, με την ευλογία του μητροπολίτη Βιάτκας και Σλομπόντσκοε Χρυσάνθου (Τσεπίλια), καθιερώθηκε λιτανεία στη μνήμη του οσίου Ματθαίου, του θαυματουργού του Γιαράνσκ, η οποία αρχίζει στις 26 Μαΐου με αγρυπνία στο παρεκκλήσι του χωριού Γιεршόβο – στο σημείο της κοιμήσεώς του – και καταλήγει στις 29 Μαΐου με παράκληση στο παρεκκλήσι του τάφου του στο κοιμητήριο της πόλης.
Στις 21 Αυγούστου 2015 ανεβρέθησαν τα άγια λείψανα του οσίου Ματθαίου. Οι ανασκαφές στον τόπο της ταφής έγιναν από αρχαιολόγους του Επιστημονικού και Παραγωγικού Κέντρου για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Περιφέρειας Κίροφ. Την εργασία επέβλεπαν εκπρόσωποι της Συνοδικής Επιτροπής για την Αγιοκατάταξη: ο ηγούμενος Δαμασκηνός (Ορλόβσκι), ο Βίκτωρ Ζβιάγκιν – επίτιμος γιατρός της Ρωσίας και διδάκτωρ ιατρικής. Κατά τις εργασίες στο κοιμητήριο Γιαράνσκ, δίπλα στο παρεκκλήσι, τελούνταν συνεχώς παρακλήσεις στον όσιο Ματθαίο. Σε βάθος περίπου τριών μέτρων, κάτω από τον τοίχο του παρεκκλησίου, βρέθηκε φέρετρο με μοναχική κάπα, σταυρό ταφής, εικόνα, επιτραχήλιο, ζώνη και κομποσχοίνι. Το κεφάλι του κεκοιμημένου ήταν καλυμμένο με τον αέρα (λειτουργικό ύφασμα). Βρέθηκαν επίσης σταυροί λαιμού και παραμανικοί, καθώς και ένα νόμισμα του 1926.

Τα άγια λείψανα βρίσκονται στον Καθεδρικό της Αγίας Τριάδας στο Γιαράνσκ.
Λειτουργικά κείμενα
Τροπάριον, ήχος αʹ
Εκ νεότητός σου τον Χριστόν ηγάπησας
και εξ όλης της ψυχής σου Αυτόν εξεζήτησας·
τας εντολάς του Θεού αμελώς ουκ εφύλαξας,
αλλ᾽ εν νηστείᾳ, προσευχή και ταπεινώσει
το έλεος του Κυρίου ηύρες·
διὸ και την χάριν των ιαμάτων εκτήσω,
ὦ πάτερ όσιε Ματθαίε.
Διὰ τοῦτο και γέγονας
παραμυθία αγαθή τοις μετά πίστεως
προστρέχουσιν σοι·
νυνί δε μετὰ παρρησίας Χριστῷ πρέσβευε
ὑπὲρ τοῦ πόλεως Γιαράνσκ
καὶ τοῦ λαοῦ τῆς γῆς Βιάτκης,
του δοθῆναι ἡμῖν τοῦ πατρικού πιστεύματος το στήριγμα
καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν σωτηρίαν.
Κοντάκιον, ήχος πλ. δʹ
Τῇ καθαρότητι τοῦ βίου σου τῷ Κυρίῳ εὐηρέστησας,
καὶ τὸ χάρισμα τῆς αδιαλείπτου προσευχῆς εκτήσω,
ἐκλεκτέ του Θεοῦ, ὅσιε Ματθαῖε,
θαυματουργὲ τοῦ Γιαράνσκ·
ἡμεῖς δὲ τιμῶντες
τὴν ἁγίαν σου μνήμην
μετὰ ἀγάπης βοῶμέν σοι·
Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ
σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.