Άγιος Φιλόθεος Μητροπολίτης Τομπόλσκ, 31 Μαΐου

Ο Πανιερώτατος Αρχιερεύς, ο περιώνυμος Μητροπολίτης Σιβηρίας και Τομπόλσκ, καταγόταν από ευγενική πλην πτωχή οικογένεια και έλαβε θεολογική μόρφωση στην τότε περίφημη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου.
Μετά την αποφοίτησή του, εχειροτονήθη ιερεύς σε αγροτική ενορία, πλην όμως σύντομα έχασε τη σύζυγό του. Εκάρη μοναχός με το όνομα Φιλόθεος και εισήλθε στην αδελφότητα της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου.

Στη Σιβηρία, ο χριστιανισμός άρχισε να διαδίδεται μεταξύ των γηγενών ειδωλολατρών και μουσουλμάνων ήδη από την κατάκτηση της περιοχής υπό του ρωσικού κράτους (1581), αλλά οι μεταστροφές των μη Ρώσων Σιβηριανών ήσαν γενικώς περιορισμένες και μεμονωμένες. Οι νεοφώτιστοι εγκατέλειπαν τους τόπους και τους ομοεθνείς των και, εγκαθιστάμενοι σε ρωσικές πόλεις και χωριά, αφομοιώνονταν στον ρωσικό πληθυσμό, χωρίς να επηρεάζουν ουσιαστικά τις ευρύτερες μάζες, που παρέμεναν ειδωλολάτρες ή μουσουλμάνοι.

Αυτό ήταν γνωστό στον μεγάλο μεταρρυθμιστή της Ρωσίας, τον Τσάρο Πέτρο Α΄, ο οποίος αποφάσισε να λάβει μέτρα για τον φωτισμό των Σιβηριανών και των γειτόνων τους — Μογγόλων και Κινέζων — με το φως του Χριστιανισμού. Προς τούτο, με διάταγμα της 18ης Ιουνίου 1700, διέταξε τον Μητροπολίτη Κιέβου Βαρλαάμ Γιασίνσκυ να αναζητήσει σε πόλεις και μονές της Ρωσίας αρχιμανδρίτες, ηγουμένους και μοναχούς μορφωμένους και ενάρετους, ικανούς να αναλάβουν τη Μητρόπολη Τομπόλσκ, που είχε χηρεύσει μετά τον Μητροπολίτη Ιγνάτιο. Ζητούσε ποιμένες «όχι μόνον αγαθούς και ευσεβούς βίου, αλλά και λογίους», ικανούς να μάθουν τις τοπικές γλώσσες και να συμβάλουν, με τη βοήθεια του Θεού, στον φωτισμό των τυφλών κατοίκων της Σιβηρίας, της Μογγολίας και της Κίνας, που βρίσκονταν στην πλάνη της ειδωλολατρίας.

Η επιλογή του Μητροπολίτη Βαρλαάμ έπεσε στον Αρχιμανδρίτη Δημήτριο Τούπταλο της Μονής Νοβγκορόντ-Σεβέρσκ, ο οποίος αργότερα αγιοκατατάχθηκε ως Άγιος Δημήτριος, Θαυματουργός του Ροστόβ. Ούτος εκλήθη στη Μόσχα και, την 23η Μαρτίου του 1700, σε ηλικία 50 ετών, εχειροτονήθη Μητροπολίτης Σιβηρίας και Τομπόλσκ. Όμως, διοίκησε την Επαρχία μόνον εννέα μήνες και ουδέποτε διέμεινε μόνιμα εκεί.

Όταν ο Άγιος Δημήτριος του Ροστόβ διορίστηκε στην Επαρχία της Σιβηρίας με κυρίως ιεραποστολικό σκοπό, αρνήθηκε να μεταβεί μονίμως στη Σιβηρία και μετετέθη στη Μητρόπολη Ροστόβ. Τότε διορίστηκε ο Αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Λεσίνσκυ, γνωστός για την ευλάβεια, τη μόρφωση και τη δραστηριότητά του. Εχειροτονήθη Μητροπολίτης Σιβηρίας και Τομπόλσκ την 4η Ιανουαρίου 1702.
Η Επαρχία Τομπόλσκ και Σιβηρίας, παρ’ ότι σήμερα είναι εκτεταμένη, τότε ήτο ασύγκριτα ευρύτερη: προς βορρά έφθανε έως τη Θάλασσα του Αρκτικού Ωκεανού, ανατολικά έως τον Ειρηνικό, νότια έως τα εδάφη υπό τον Κινέζο Αυτοκράτορα (Δαουρία κ.ά.) και τη στέπα των Κιργιζίων, ενώ δυτικά έως τα Ουράλια και μέρος της ευρωπαϊκής Ρωσίας. Εκαλύπτετο χώρος άνω των 300.000 τετρ. μιλίων — όπου σήμερα υφίστανται εννέα τουλάχιστον ανεξάρτητες επαρχίες.

Η δυσχέρεια διοικήσεως τούτης της αχανούς επαρχίας αυξανόταν λόγω της ελλείψεως οργανώσεως. Όμως ο Μητροπολίτης Φιλόθεος ανέλαβε δραστήρια έργο από τον πρώτο κιόλας χρόνο. Κατά το πρότυπο των πρώτων χριστιανών ποιμένων, συνεκάλεσε πνευματική σύνοδο με αντιπροσώπους του σιβηριανού κλήρου για την αναδιοργάνωση της Εκκλησίας της περιοχής. Η σύνοδος έλαβε χώρα στο Τομπόλσκ τον Δεκέμβριο του 1702 και εξέδωσε διατάξεις για την ποιμαντική δραστηριότητα των ιερέων.

Στη συνέχεια, ασχολήθηκε με την επισκοπική κατοικία, την αύξηση των ναών και των κληρικών, την βελτίωση των όρων ζωής αυτών, και ιδιαιτέρως με τη διάδοση της παιδείας. Ίδρυσε ο ίδιος σχολεία, δίδαξε παιδιά αλλοφύλων και ίδρυσε «Σλαβο-Ρωσική» σχολή, δαπανώντας ιδίους πόρους. Το σχολείο αυτό απετέλεσε τον πρόγονο όλων των μορφωτικών ιδρυμάτων του Τομπόλσκ. Κάλεσε δε και λόγιους μοναχούς από το Κίεβο ως διδασκάλους. Όταν ανέλαβε την επισκοπή, υπήρχαν μόλις 160 ναοί· όταν ανεχώρησε, είχαν ήδη αυξηθεί σε 448 ναούς και 37 μονές.

Εκτός από την οικοδόμηση ναών, φρόντισε και για τη συντήρηση και τον ευπρεπισμό τους. Ζήτησε άδεια από την Πολιτεία να ανακαινίσει μονές και κατήργησε την ατελή χορήγηση «κηρού, λιβανίου και οίνου» σε μικρούς ή φτωχούς ναούς. Στον μητροπολιτικό ναό επέτυχε την ίδρυση χορωδίας με εξόριστους Μικρορώσους.

Η ιεραποστολική δράση του ανάμεσα στους ειδωλολάτρες Σιβηριανούς υπήρξε ο κυριότερος κόπος και μέριμνά του, και εστέφθη με επιτυχία. Ήδη από το 1705, έστειλε τον Αρχιμανδρίτη Μαρτινιανό στην Καμτσάτκα και κατόπιν τον μοναχό Ιγνάτιο Κοζυρέφσκυ· όμως αυτοί συνάντησαν δυσχέρειες. Το 1707 απέστειλε αποστολή στους Οστυάκους της περιοχής Μπερεζόβσκυ και τρίτη στους Μογγόλους και τον Κουτουχτά, τον «Αρχιερέα» των βουδιστών, στην πόλη Χαλκάς.

Ο ίδιος ο Μητροπολίτης περιόδευε αδιάλειπτα, κηρύσσοντας μεταξύ των Οστυάκων, των Βόγουλων, των Σαμογεδών, των Λαπώνων και των Τσούκτσι. Με ελάχιστη συνοδεία, ταξίδευε στις εσχατιές της Σιβηρίας, οικοδομώντας ναούς, βαπτίζοντας πληθυσμούς και προσφέροντας πνευματική και υλική βοήθεια. Υπολογίζεται ότι εβάπτισε έως και 400.000 ψυχές, ενώ τα έργα του στην επέκταση του χριστιανισμού είναι αναρίθμητα.

Αντιμετώπισε δε και κινδύνους. Όταν βρέθηκε στους Οστυάκους του Μπουρίνσκυ, εκείνοι αρνήθηκαν να βαπτισθούν δηλώνοντας μουσουλμάνοι και κλείσθηκαν σε γιούρτα. Έπειτα, με προτροπή Τάταρου ιεροκήρυκος, τους επετέθησαν· τραυμάτισαν τρεις συνοδούς ιεραποστόλους, ενώ εκείνος παρέμεινε μόνος στην όχθη προσευχόμενος. Ο αρχηγός Ομάν τον επυροβόλησε, αλλά η σφαίρα διαπέρασε τα ρούχα του χωρίς να τον αγγίξει.

Άλλοτε, ενώ εκοιμάτο σε γιούρτα στα Κοντά, απεσταλμένοι του ηγεμόνα Σάτυγκα τον εκάλεσαν σε στρατόπεδο, δήθεν για βαπτίσεις· στην πραγματικότητα ήθελαν να τον φονεύσουν, πιστεύοντας — κατόπιν προτροπής Τάταρου — ότι ο Τσάρος το επιθυμούσε. Όμως ο Σάτυγκα μεταπείσθηκε από τη φιλανθρωπία του Μητροπολίτη και οι παρόντες Βόγουλοι εβαπτίσθησαν πρόθυμα.
Ο Μητροπολίτης δεν περιορίσθηκε στη σωτηρία των ψυχών· μερίμνησε και για τα πολιτικά δικαιώματα των νεοφώτιστων: ζητούσε προστασία από καταδιώξεις, απελευθέρωση δούλων, απαλλαγή από φορολογία και προσφορά βοηθημάτων σε φτωχούς. Οι νεοφώτιστοι τον εσέβοντο ως πατέρα και ευεργέτη· τον εδέχοντο με χαρά και υπακοή· και όταν ερωτώντο περί αυτού, έλεγαν: «Ήταν καλός γέροντας· δεν έβλαπτε τους ανθρώπους· μας αγαπούσε πολύ, πολύ...».
Το 1711, λόγω ασθενείας, παρητήθη από την επισκοπική διοίκηση και αποσύρθηκε στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Τυουμέν, όπου εκάρη μεγαλόσχημος με το όνομα Θεόδωρος.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Google News <-----Google News

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άγιος Μάριος επίσκοπος Σεβαστείας

Άγιος Πέτρος Ιερομάρτυρας, από την Καπιτώλιο, 4 Οκτωβρίου

Μεταφορά από τη Μάλτα στο Γκάτσινα τμήματος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου, μαζί με την εικόνα της Παναγίας της Φιλερμίου και το δεξί χέρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, 12 Οκτωβρίου

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Σαν σήμερα



Εορτασμοί σήμερα


Αναρτήσεις...

  • Φόρτωση αναρτήσεων...

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Συνταγές

ΓηΤονια

Χαμένες Πατρίδες

Ρετρό

Σιδή Ρόκ Άστρο

Ο χαζός του χωριού