Eπιτροπή εκλεκτών Ελλήνων της πόλης των Σερρών, συνοδευόμενη από τον Πρωτοσύγκελο επισκέφθηκε τον Γενικό Διοικητή Θεσσαλονίκης, 20 Μαΐου 1907
Σήμερα, επιτροπή εκλεκτών Ελλήνων της πόλης, εκπροσωπώντας την τοπική κοινωνία και συνοδευόμενη από τον Πρωτοσύγκελο, που αντικαθιστούσε τον απόντα Μητροπολίτη, επισκέφθηκε τον Γενικό Διοικητή, για να του εκφράσει τις ευχές της με την ευκαιρία της επίσκεψής του στην πόλη.
Ο Γενικός Διοικητής, απευθυνόμενος στον Πρωτοσύγκελο, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του που δεν είδε τον Μητροπολίτη αυτοπροσώπως, όπως επιθυμούσε, και του ανέθεσε να μεταφέρει στον Σεβασμιώτατο αυστηρές παρατηρήσεις σχετικά με τη μη σύννομη πολιτεία του το τελευταίο διάστημα.
Ο Πρωτοσύγκελος απάντησε ότι, όπως ήδη ο Σεβασμιώτατος είχε αναφέρει και εγγράφως στην απολογία του προς τις Αρχές, η διαγωγή του τα τελευταία δεκαέξι χρόνια υπήρξε απολύτως νομοταγής και πιστή στο κράτος, και ότι η Κυβέρνηση δεν πρέπει να λαμβάνει σοβαρά τις κατά καιρούς συκοφαντίες και ραδιουργίες.
Επίσης τόνισε ότι ο Μητροπολίτης παρακαλεί να διεξαχθεί έρευνα, και αν αποδειχθεί κάτι επιλήψιμο ή ενοχοποιητικό, θα δεχθεί κάθε ποινή από την Αυτοκρατορική Κυβέρνηση.
Ο Γενικός Διοικητής ανέφερε ότι παρότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένα γεγονότα, η Κυβέρνηση είναι πεπεισμένη πως και ο Μητροπολίτης Σερρών ακολουθεί επικίνδυνη πορεία, και τον θεωρεί υπεύθυνο, προειδοποιώντας ότι τον περιμένει η τύχη των Μητροπολιτών Δράμας και Βέροιας.
Για τον Μητροπολίτη Δράμας, ο Γενικός Διοικητής δήλωσε ότι παραμέρισε κάθε φραγμό, ύψωσε την ελληνική σημαία —σύμβολο ανταρσίας και κατάλυσης της κρατικής εξουσίας— και, περιοδεύοντας την επαρχία του, ξεσήκωσε τον λαό, ήρθε σε επαφή με Έλληνες αντάρτες και εγκληματικά στοιχεία, και δεν περιορίστηκε μόνο σε ενέργειες κατά των Βουλγάρων, αλλά ξεσήκωσε και τους Έλληνες κατά των Οθωμανών, όπως φάνηκε πρόσφατα κατά την περιοδεία του στη Ζίχνη.
Ο Γενικός Διοικητής προειδοποίησε ότι ξεχνιέται, όπως και άλλοι, πως οι Χριστιανοί αποτελούν μειονότητα έναντι των Οθωμανών, οι οποίοι —όπως είπε— «θα μπορούσαν μέσα σε μία νύχτα να σφάξουν όλους τους Χριστιανούς».
Γι’ αυτό, κατά τη διαμονή του στη Δράμα, υποχρεώθηκε να μιλήσει στον Μητροπολίτη με τέτοιο τρόπο που δεν θα μιλούσε ούτε στον ίδιο τον υπηρέτη του. Διέταξε μάλιστα τις Αρχές να μην έχουν πλέον καμία επίσημη ή ιδιωτική σχέση μαζί του και, αν επιχειρήσει να βγει από τη Δράμα, να τον συλλάβουν και να τον στείλουν δεμένο. Το ίδιο διέταξε για τον Μητροπολίτη Βέροιας και το ίδιο θα διατάξει για κάθε άλλο Μητροπολίτη που παρεκτρέπεται.
Συνέχισε λέγοντας:
«Σας παραχωρήσαμε προνόμια, αλλά τα παραχωρήσαμε όσο οι Μητροπολίτες συμπεριφέρονται ως δημόσιοι λειτουργοί. Επιφυλασσόμαστε να τα ανακαλέσουμε σε περίπτωση παραβάσεων. Το Πατριαρχείο θα συνεχίσει να απολαμβάνει τα προνόμιά του, όσο παραμένει νομοταγές.»
Τέλος, κατήγγειλε τις στενές σχέσεις του Μητροπολίτη με το ελληνικό Προξενείο, δηλώνοντας ότι αυτό απαγορεύεται, καθώς οι Έλληνες πρόξενοι δεν έχουν άλλο δικαίωμα πέρα από την έκδοση και την επίβλεψη διαβατηρίων, και οποιαδήποτε άλλη ανάμιξη δεν επιτρέπεται.
Κατηγόρησε επίσης το ελληνικό κράτος ότι στέλνει χρήματα στην περιοχή, και ότι αν αυτά χρησιμοποιούνται για τα σχολεία και την εκπαίδευση, δεν υπάρχει πρόβλημα· αν όμως εξυπηρετούν άλλους σκοπούς, θα τιμωρηθούν όσοι τα λαμβάνουν.
Τέλος, ανέφερε πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που αποστέλλονται από την Ελλάδα δεν χρησιμοποιείται σωστά, αλλά υπεξαιρείται από τους προξένους σε συνεργασία με Μητροπολίτες και ιερείς.
Μάλιστα, πρόσφατα αποδείχθηκε ότι ο Έλληνας πρόξενος στην Καβάλα υποσχέθηκε αμοιβή δέκα λιρών σε κάποιους εγκληματίες για να δολοφονήσουν έναν Βούλγαρο και, μετά τη δολοφονία, αρνήθηκε να τους πληρώσει.
Από το βιβλίο



