Άγιος Πλούταρχος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, 5 Ιουνίου
Στο Χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά (σελ. 67 έκδ. Σάθα) ο Πλούταρχος συγκαταλέγεται μεταξύ των Αγίων της Κύπρου. Γι' αυτόν όμως οι Συναξαριστές δεν αναφέρουν τίποτα. Στον πίνακα των επισκόπων Σαλαμίνας του Μαχαιρά ο Πλούταρχος φέρεται έκτος επίσκοπος Κύπρου, μαζί με τον απόστολο Βαρνάβα. Το όνομα του Πλούταρχου συναντάται σε επιγραφές του αγίου Σεργίου του 7ου αιώνα (βλ. Σακελλαρίου. Κυπριακά, σελ. 179-180).
Ο Άγιος Πλούταρχος ήταν Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας στην Κύπρο και έζησε στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 7ου αιώνα. Περιλαμβάνεται μεταξύ των Ορθοδόξων Αρχιεπισκόπων Κύπρου, καθώς η Κωνσταντία τότε ήταν η Μητρόπολη του Μεγάλου Νησιού. Καταλαμβάνει τη δέκατη τρίτη θέση στον κατάλογο των Αρχιεπισκόπων και συγκαταλέγεται στους Αγίους της Κύπρου. Δεν αναφέρεται στα Συναξάρια, αλλά μνημονεύεται στο «Χρονικό» του μεσαιωνικού χρονικογράφου Λεόντιου Μαχαιρά, καθώς και στα χρονικά που διέσωσαν ο Στραμπάλντι και ο Φλόριο Μπούστρον.
Ο Άγιος Πλούταρχος κατείχε τον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντίας από το 590 έως το 625/6 μ.Χ. και είναι επίσης γνωστός από τις επιγραφικές μαρτυρίες που διασώθηκαν, σχετικές με την κατασκευή τμημάτων του υδραγωγείου της Κωνσταντίας, όπου αναφέρεται ως κτήτωρ. Συγκεκριμένα, μνημονεύεται ως κατασκευαστής τριών αψίδων του υδραγωγείου το 620, άλλων (απροσδιόριστου αριθμού) το 621 και δεκαπέντε αψίδων το 625. Το γεγονός αυτό, μεταξύ άλλων, δείχνει ότι ο Άγιος ενδιαφερόταν όχι μόνο για τις πνευματικές ανάγκες του λογικού ποιμνίου του, αλλά και για τις υλικές, αφού ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική ύπαρξη.
Η δράση του Αγίου Πλουτάρχου, όπως και των προκατόχων και διαδόχων του, σε έργα κοινής ωφελείας, αποτελεί –όπως έχουν σημειώσει οι ιστορικοί– «έκφραση της κοσμικής λειτουργίας της Εκκλησίας στην Κύπρο κατά τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους, σε συνεργασία με την αυτοκρατορική εξουσία ή και εκπροσωπώντας την στο νησί». Δηλαδή, ο Άγιος Πλούταρχος, όπως και άλλοι Αρχιεπίσκοποι Κύπρου, εμπλέκονται στην κατασκευή έργων και γενικά σε δραστηριότητες που υπερβαίνουν τα στενά εκκλησιαστικά καθήκοντα. Και αυτό, μαζί με άλλα, φανερώνει το κύρος κάθε Αρχιεπισκόπου Κύπρου, αλλά και την εμπιστοσύνη των αυτοκρατόρων της Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας προς αυτούς.
Ο Άγιος Πλούταρχος αγάπησε θυσιαστικά το ποίμνιό του και αγαπήθηκε κι εκείνος από αυτό. Η κοίμησή του ήταν ειρηνική.
Η ζωή και η πολιτεία του μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα εξής:
Πρώτον, υπάρχουν άγιοι γνωστοί στο ευρύ κοινό, άλλοι λιγότερο γνωστοί, και άλλοι εντελώς άγνωστοι στους ανθρώπους, αλλά γνωστοί στον Θεό, διότι «ἔγνω Κύριος τοὺς ὄντας αὐτοῦ». Όλοι όμως οι άγιοι, γνωστοί και άγνωστοι, είναι πρεσβευτές, βοηθοί και προστάτες όλων όσων τους επικαλούνται, διότι, όπως τονίζει ο Μέγας Βασίλειος, οι άγιοι είναι «ευμενείς μερίμνης ἡμῶν μέτοχοι, συμπροσευχῆς συνεργοί, κραταιοὶ πρεσβευταί, τοῦ κόσμου ἄστρα, τῶν ἐκκλησιῶν ἄνθη», γιατί «οὐ χοῦν ἐκάλυψεν αὐτούς, ἀλλ᾿ οὐρανὸς ἐδέξατο· ἠνεῴχθη αὐτοῖς Παράδεισος». Γι’ αυτό είναι πάντοτε πλησίον σε όσους τους επικαλούνται και «δίδουν ἑκάστῳ ὅ,τι τοῦ χρειάζεται, ἀνάλογα με τὴν περίστασιν»: δηλαδή «στὸν λυπημένο δίνουν παρηγοριά και χαρά, σε άλλον λύση δυσκολιών, και σε άλλον δύναμη νὰ διαφυλάξει το καλό που έχει».
Η παρουσία πολλών άγνωστων αγίων γίνεται αισθητή και φανερή με το άρωμα που αναδίδουν τα ἱερά τους λείψανα. Στο Άγιον Όρος, αρκετοί προσκυνητές μαρτυρούν ότι, περπατώντας αμέριμνοι και ίσως προσευχόμενοι, οσφράνθηκαν άρρητη ευωδία, εντελώς διαφορετική από αυτή των λουλουδιών, και κατάλαβαν –από την πνευματική χαρά και ευφροσύνη που ένιωσαν– ότι προερχόταν από λείψανα αγίων μοναχών, που έζησαν και ασκήτεψαν εκεί, αλλά για λόγους που μόνο ο Θεός γνωρίζει, παραμένουν άγνωστοι. Ο Θεός όμως επιτρέπει μερικές φορές να αισθανθούμε την παρουσία τους μέσω της ευωδίας των ιερών τους λειψάνων, για ευλογία και πνευματική ενίσχυση των πιστών. Σε δημοσιευμένο κείμενο προσκυνητή διαβάζουμε:
«Ανεβαίναμε με τον αδελφό μου τον μοναχό Παντελεήμονα προς τα Κελιά της Καρασιάς. Σε μία στροφή του δρόμου, νιώσαμε μια έντονη ουράνια ευωδία. Σταματήσαμε για λίγο, δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε ούτε δέκα λεπτά χωρίς να φυσήξει από πάνω ένα απαλό αεράκι αυτής της ευωδίας, σαν να κατέβαινε από το Άγιον Όρος. Αλλά πώς να καταλάβει κανείς από πού ερχόταν αυτό το θείο άρωμα; Έπειτα περάσαμε πολλές φορές από εκείνο το μέρος, αλλά άλλη φορά δεν αισθανθήκαμε τίποτε. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι εκείνο το ευλογημένο τμήμα του Αγίου Όρους, από τη θάλασσα ως την κορυφή του Άθω, είναι γεμάτο με ἱερά λείψανα ἁγίων πατέρων».
Οι άγιοι που είναι άγνωστοι στους πολλούς φαίνεται να είναι περισσότεροι από τους γνωστούς. Όλοι όμως οι άγιοι, γνωστοί και άγνωστοι, αγαπούν τον άνθρωπο και μεσιτεύουν γι’ αυτόν στον Θεό. Ιδίως, βοηθούν και προστατεύουν όσους τους επικαλούνται και ζητούν τη βοήθειά τους. Μετά την Κυριακή της Πεντηκοστής, η αμέσως επόμενη Κυριακή είναι αφιερωμένη σε όλους τους Αγίους, γνωστούς και αγνώστους. Και αυτό, διότι οι άγιοι είναι καρπός της Πεντηκοστής, αλλά και για να δοθεί η δυνατότητα στους πιστούς, που δεν γνωρίζουν αν το όνομά τους αντιστοιχεί σε άγιο, να εορτάζουν την ονομαστική τους εορτή την Κυριακή των Αγίων Πάντων.
Δεύτερον, οι ποιμένες της Εκκλησίας, κατά το πρότυπο του Χριστού, του «καλού Ποιμένος», ενδιαφέρονται για ολόκληρο τον άνθρωπο, ως ψυχοσωματική ύπαρξη, και φροντίζουν και για τις υλικές ανάγκες του λογικού ποιμνίου. Όμως, το κύριο έργο των ποιμένων της Εκκλησίας, κατά τη διδασκαλία της, όπως την εκφράζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, είναι:
«Νὰ δώσει φτερά στην ψυχή, νὰ τὴν ἀποσπάσει ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ νὰ τὴν προσφέρει στὸν Θεό, νὰ φροντίσει γιὰ τὴν εἰκονικὴ φύση της, ἂν μένει ἀμετάβλητη, ἂν κινδυνεύει, νὰ τὴν πιάσει ἀπὸ τὸ χέρι, ἂν ἔχει χαθεί, νὰ τὴν ἀνορθώσει, νὰ βάλει τὸν Χριστὸ στὴν καρδιὰ μὲ τὸ Πνεῦμα, καὶ μὲ δυὸ λόγια: νὰ θεώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν καταστήσει πολίτη τῶν οὐρανῶν».
Αυτό σημαίνει πως το κύριο έργο των ποιμένων είναι να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη θέωση, δηλαδή στην ένωση και κοινωνία με τον Θεό και να τον κάνουν πολίτη της Βασιλείας των Ουρανών. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της μετάνοιας, της άσκησης, της μυστηριακής ζωής και της προσευχής. Κι όταν ο άνθρωπος βρει τον Θεό, το «πολύτιμο μαργαριτάρι», τότε όλα τα άλλα προστίθενται, κατά τον λόγο του ίδιου του Χριστού: «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».
Ας επικαλούμαστε τις πρεσβείες της Θεοτόκου και όλων των Αγίων και ας προσπαθούμε, κατά το δυνατόν, να μιμηθούμε τον θεάρεστο βίο τους.


