Άγιος Κλαύδιος ο Θαυματουργός, 6 Ιουνίου
Ο Άγιος Κλαύδιος ο Ιουρανός (περ. 603 - περ. 696) γεννήθηκε περί το έτος 603 στο κάστρο του Μπρακόν (Bracon), κοντά στο Σαλάν (Salins), στην περιοχή Φρανς-Κοντέ (Franche-Comté) της ανατολικής Γαλλίας. Καταγόταν από ευγενή Γαλλο-Ρωμαϊκή οικογένεια με το όνομα Claudia. Από μικρός εδόθη σε διδασκάλους για παιδεία όχι μόνο εγκόσμια αλλά και πνευματική· με ιδιαίτερο ζήλο μελετούσε τους βίους των Αγίων και θρησκευτικά αναγνώσματα.
Έως την ηλικία των είκοσι ετών υπηρέτησε ως φρουρός στα σύνορα. Το έτος 627, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Βεζανσόν, Δονάτο. Ο Δονάτος είχε συγγράψει κανονισμούς για τους ιερείς του· ο Κλαύδιος τους εφάρμοσε με μεγάλη αυστηρότητα. Συνδύαζε τη διδασκαλία με ασκητική ζωή, καταναλώνοντας μόνον ένα λιτό γεύμα ημερησίως.
Μετά τη διακονία του ως πρεσβύτερος στο Βεζανσόν, ο Κλαύδιος εισήλθε στη Μονή Κοντά (Condat), στους Ιουρά, η οποία μετά τον θάνατό του έλαβε το όνομά του. Περί το 641 ή 642, σε ηλικία 34 ετών, κατά την παποσύνη του Ιωάννη Δ’, εξελέγη ο 12ος ηγούμενος της μονής. Εισήγαγε εκεί τον Κανόνα του Αγίου Βενεδίκτου και πέτυχε οικονομική ενίσχυση από τον βασιλιά Κλοβίς Β΄ (με την παρότρυνση της συζύγου του, Βαλθίλδης). Υπό την ηγουμενία του, η μονή γνώρισε μεγάλη άνθηση· ανήγειρε ναούς και λειψανοθήκες, ενώ φρόντιζε πτωχούς και προσκυνητές.
Μετά τον θάνατο του επισκόπου Γερβάσιου Βεζανσόν το 685, ο λαός και ο κλήρος εξέλεξαν τον Κλαύδιο ως διάδοχό του. Εκείνος, από ταπείνωση και φόβο για τη μεγάλη ευθύνη, διέφυγε και κρύφτηκε· όμως, αφού εντοπίστηκε, αναγκάστηκε να δεχθεί το αξίωμα. Για επτά έτη υπηρέτησε με αποστολικό ζήλο και αρετή, έως ότου βρήκε ευκαιρία να παραιτηθεί – κάτι που επιθυμούσε πάντοτε – και να επιστρέψει στη Μονή Κοντά, όπου ξαναφόρεσε το μοναχικό σχήμα το 690.
Λίγο μετά, εξελέγη εκ νέου ηγούμενος της μονής. Η αγιότητά του και η πνευματική καθοδήγηση των μοναχών του τον κατέστησαν συγκρίσιμο με τον Μέγα Αντώνιο και τον Παχώμιο. Η μονή του παρομοιάστηκε με τα μεγάλα μοναστήρια της αρχαίας Αιγύπτου. Η εργασία, η σιωπή, η προσευχή, η μελέτη των Αγίων Γραφών, η νηστεία, η αγρυπνία, η υπακοή, η ταπείνωση και η ένωση με τον Θεό ήσαν τα κύρια χαρακτηριστικά της ζωής του και των μαθητών του – κληρονομιά πνευματική και αθάνατη.
Ο Άγιος Κλαύδιος κοιμήθηκε εν ειρήνη περί το έτος 696. Το λείψανό του ενταφιάστηκε στον ναό της μονής και αργότερα αποκρύφτηκε κατά τις Αραβικές επιδρομές. Ανακαλύφθηκε εκ νέου το 1160, ακέραιο και άφθαρτο. Τα εντόσθια ήταν ανέπαφα, οι αρθρώσεις εύκαμπτες· τα πόδια του εκτίθεντο τρεις φορές ημερησίως για ασπασμό από τους προσκυνητές. Η φήμη του τάφου του έκανε τη μονή και την πόλη να λάβουν το όνομά του: Saint-Claude.
Κατά τη Γαλλική Επανάσταση, το 1794, το άγιο λείψανο πυρπολήθηκε. Όμως, ο βραχίονας και το μικρό δάχτυλο του αριστερού χεριού διασώθηκαν κρυφά από τον François Joseph Jacquet, του οποίου το σπίτι ήταν το μόνο που δεν καταστράφηκε στη φωτιά του 1799. Το 1743, η μονή είχε μετατραπεί σε επισκοπικό ναό, και σήμερα ο Καθεδρικός του Saint-Claude φυλάσσει το ιερό σκήνωμα σε κέρινη αναπαράσταση και αυθεντικό λείψανο του βραχίονα και του δακτύλου του Αγίου.
Ο Άγιος Κλαύδιος είναι προστάτης ενάντια στις δαιμονικές επιθέσεις, ιδιαιτέρως στη σκοτεινή και δασώδη περιοχή των Ιουρά, όπου οι κάτοικοι τον επικαλούνται με ευλάβεια.



