Άγιος Μεριάδοκος Επίσκοπος Βάννης, 7 Ιουνίου
Ο Άγιος Μεριάδοκος (ή Μεριαδέκ, ή Μεριάσεκ), αν και τιμάται ιδιαιτέρως στην Κορνουάλη και τη Βρετάνη, ήταν πιθανώς Ουαλός και έζησε κατά τον 5ο ή 6ο αιώνα. Μετέβη στην Κορνουάλη και ίδρυσε πολλές εκκλησίες, μία εκ των οποίων στην Καμπόρνη ήταν αφιερωμένη στο όνομά του. Η φήμη του εξαπλώθηκε στην περιοχή αυτή και διασώζεται μέχρι σήμερα το θαυματουργικό δράμα στην κορνουαλική γλώσσα "Beunans Meriasek", που εξιστορεί τους θρύλους και τα θαύματά του.
Κατόπιν, πέρασε στην Βρετάνη, όπου η μνήμη του παραμένει ζωντανή. Στον ναό του 16ου αιώνα στο Πλουγκασνού φυλάσσεται λείψανο που θεωρείται τμήμα του κρανίου του. Στο Στιβάλ διασώζεται καμπανίτσα που φέρεται να ήταν δική του. Όταν τοποθετείται στο κεφάλι κωφών ή όσων πάσχουν από ημικρανίες, λέγεται ότι επιφέρει θεραπεία. Κάποια έγγραφα αναφέρουν ότι ο Μεριάδοκος έγινε και επίσκοπος της Βάννης, όταν ακόμη η πόλη ήταν από τις σπουδαιότερες της Βρετάνης.
Ο Μεριάδοκος ήταν πλούσιος άνθρωπος. Ο θρυλικός βασιλιάς της Βρετάνης, Κωνάν Μεριάδοκος, επιχείρησε να τον παντρέψει για πολιτικούς λόγους, όμως εκείνος μοίρασε τα πλούτη του σε φτωχούς κληρικούς, χάρισε τα κτήματά του στους ενδεείς και επέλεξε τη ζωή του ερημίτη. Η φήμη της αγιότητάς του έγινε τόσο μεγάλη, ώστε άρχισε να φοβάται μήπως υπερηφανευτεί, και έτσι αποσύρθηκε ακόμη περισσότερο από τον κόσμο. Αντί για τα μεταξωτά και την πορφύρα που άλλοτε φορούσε, ντύθηκε με κουρέλια, τρεφόταν απλά και ζούσε σε απόλυτη πενία. Συνήθιζε να λέγει:
«Η φτώχεια είναι αποδιώκτρια των μεριμνών και μήτηρ της αγιότητος.»
Όταν συγγενείς του επιχείρησαν να τον πείσουν να εγκαταλείψει τον ασκητικό του βίο και να επιστρέψει στον κόσμο, τους απάντησε λέγοντας στον υποκόμη του Ροχάν, που είχε έρθει μαζί τους, ότι θα ήταν προτιμότερο να φροντίσει να ξεριζώσει τους ληστές και τους κακοποιούς της περιοχής. Ο υποκόμης τον άκουσε και πράγματι εξάλειψε μεγάλο κακό από τη Βρετάνη.
Ο Άγιος λέγεται ότι θεράπευσε πολλούς λεπρούς και αναπήρους, έδιωξε ληστές από την περιοχή του Ζοσελέν με την προσευχή του, έκανε να αναβλύσει νερό από βράχο και κατεύνασε θύελλα.
Παρότι εξελέγη ομόφωνα Επίσκοπος της Βάννης, ο Μεριάδοκος δέχθηκε το αξίωμα με μεγάλη απροθυμία. Ακόμη και μετά τη χειροτονία του συνέχισε να ζει με νηστεία και φιλανθρωπία. Εκοιμήθη γύρω στο έτος 688, ασπασθείς τους αδελφούς του και λέγοντας:
«Εἰς χεῖράς σου, Κύριε, παρατίθημι τὸ πνεῦμά μου.»
Τροπάριο - Ήχος Δ΄
Ὦ Ἅγιε Μεριάδοκε, ἔρημε καὶ ἅγιε,
διὰ τῆς ἁπλότητός σου ἔφερες πολλὰς ψυχὰς πρὸς τὸν Θεόν.
Πλησίον τοῦ ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν Καμπόρνῃ,
πηγὴν ἰαματικὴν ἀνέβλυσας.
Δοξάζομεν τὸν Θεὸν, ὁ ὁποῖος σὲ ἐδόξασε.


