Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στο Σωσθένειο, 8 Ιουνίου
Στις 8 Ιουνίου τιμάται η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην περιοχή Σωσθένιο της Κωνσταντινούπολης.
Το Μιχαήλειον ήταν ένα από τα αρχαιότερα και πιο φημισμένα ιερά αφιερωμένα στον Αρχάγγελο Μιχαήλ στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε τον 4ο αιώνα από τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο (306–337) πάνω σε έναν παλαιότερο ειδωλολατρικό ναό που λεγόταν Λεωσθένιο ή Σωσθένιο. Ο ναός αυτός είχε ανεγερθεί, κατά την παράδοση, από τους Αργοναύτες και ήταν αφιερωμένος στον Δία Σωσθένιο ή σε κάποια φτερωτή θεότητα. Ο Μέγας Κωνσταντίνος, βλέποντας το άγαλμα της φτερωτής αυτής μορφής, το ερμήνευσε ως χριστιανικό άγγελο. Αφού κοιμήθηκε εκεί το βράδυ, είχε όραμα στο οποίο του φανερώθηκε πως επρόκειτο για τον Αρχάγγελο Μιχαήλ· έτσι, μετέτρεψε τον ναό σε χριστιανική εκκλησία προς τιμήν του.
Στις αρχές του 5ου αιώνα, ο ιστορικός Σωζομενός καταγράφει τη μεγάλη προσέλευση του λαού στο Μιχαήλειο και κάνει λόγο για θαυματουργικές θεραπείες· ο ίδιος μάλιστα αναφέρει ότι θεραπεύτηκε εκεί. Ο ειδωλολατρικός ναός που υπήρχε αρχικά στον χώρο αυτόν συνδεόταν με θεραπείες και ιατρική, και η παράδοση αυτή συνεχίστηκε και από τους χριστιανούς, που θεώρησαν πως το Μιχαήλειον είχε ιαματικά ύδατα.
Το Μιχαήλειον υπήρξε μια επιβλητική εκκλησία και αποτέλεσε πρότυπο για εκατοντάδες άλλες στην Ανατολική Χριστιανοσύνη. Περιελάμβανε και παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Παναγία. Βρισκόταν βόρεια της Κωνσταντινούπολης, στο χωριό Σωσθένιο (σημερινό Ιστίνιε), στη δυτική ακτή του Βοσπόρου. Η εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ να φονεύει έναν δράκοντα αποτέλεσε σημαντικό καλλιτεχνικό στοιχείο του ναού και καθιέρωσε την εικονογραφία του Αρχαγγέλου ως πολεμιστή. Μετά την ανέγερση του ναού, οικοδομήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη άλλες τέσσερις εκκλησίες προς τιμήν του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Επί των επομένων αυτοκρατόρων ο αριθμός αυτός αυξήθηκε σε δεκαπέντε.
Ήδη από τα τέλη του 9ου αιώνα, το Μιχαήλειον είχε περιπέσει σε ερείπια, μέχρι που ανακαινίστηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Α΄ τον Μακεδόνα (867–886). Ως αυτοκρατορικό ίδρυμα, ξεπέρασε σε φήμη τον ανταγωνιστή του στο Ανάπλους. Σε απροσδιόριστη μεταγενέστερη εποχή, συνδέθηκε και με μοναστήρι. Το μοναστήρι αυτό μαρτυρείται ιστορικά από τον 11ο αιώνα και αναφέρεται συνεχώς μέχρι το 1337. Ο Γάλλος μελετητής Raymond Janin υποθέτει ότι καταστράφηκε τον 15ο αιώνα και ότι τα υλικά του χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση του κοντινού φρουρίου Ρούμελη Χισάρ (Rumelihisarı).



