Όσιος Άθρης, 8 Ιουνίου
Kάλλη τα της γης εμφρόνως διαπτύσας,
Aθρείς το κάλλος Aθρέ του σου Δεσπότου.
Ο Όσιος Άθρης (ή Ατρέ) απεβίωσε ειρηνικά. Δεν έχουμε άλλες λεπτομέρειες για τον βίο του.
Ο Αββάς Πίστος διηγήθηκε τα εξής:
«Ήμασταν επτά αναχωρητές και πήγαμε να δούμε τον Αββά Σισώη, που ζούσε στο Κλύσμα, παρακαλώντας τον να μας δώσει λόγο.
Μας είπε: “Συγχωρέστε με, διότι είμαι απλός άνθρωπος. Όμως έχω πάει στον Αββά Ωρ και στον Αββά Άθρη. Ο Αββάς Ωρ ήταν ασθενής επί δεκαοκτώ χρόνια. Έκανα μετάνοια ενώπιόν του και τον παρακάλεσα να μου δώσει λόγο. Και ο Αββάς Ωρ μού είπε: ‘Τι να σου πω; Πήγαινε και κάνε ό,τι βλέπεις πως είναι σωστό· ο Θεός επισκέπτεται εκείνον που κατηγορεί τον εαυτό του και βιάζει τον εαυτό του σε όλα.’”
Ο Αββάς Ωρ και ο Αββάς Άθρης δεν ήταν από την ίδια περιοχή, όμως μέχρι που εκοιμήθησαν, υπήρχε μεγάλη ειρήνη μεταξύ τους. Η υπακοή του Αββά Άθρη ήταν μεγάλη, και μεγάλη ήταν η ταπείνωση του Αββά Ωρ. Πέρασα αρκετές ημέρες μαζί τους, χωρίς να τους αποχωριστώ ούτε στιγμή, και είδα ένα μεγάλο θαύμα που έκανε ο Αββάς Άθρης.
Κάποιος τους έφερε ένα μικρό ψάρι και ο Αββάς Άθρης θέλησε να το μαγειρέψει για τον γέροντα. Κρατούσε το μαχαίρι και καθώς ετοιμαζόταν να κόψει το ψάρι, ο Αββάς Ωρ τον φώναξε. Αμέσως άφησε το μαχαίρι επάνω στο ψάρι, στο μέσο του, και δεν συνέχισε να το κόβει.
Θαύμασα τη μεγάλη του υπακοή, γιατί δεν είπε: ‘Περίμενε να τελειώσω το ψάρι.’ Και του είπα: ‘Πού βρήκες τέτοια υπακοή;’
Και μου είπε: ‘Δεν είναι δική μου, αλλά του γέροντα.’
Με πήρε μαζί του λέγοντας: ‘Έλα να δεις την υπακοή του.’ Πήρε το ψάρι, το μαγείρεψε σκόπιμα άσχημα και το προσέφερε στον γέροντα, που το έφαγε χωρίς να πει τίποτα. Μετά τον ρώτησε: ‘Είναι καλό, γέροντα;’ Κι εκείνος απάντησε: ‘Πολύ καλό είναι.’ Κατόπιν τού προσέφερε λίγο από αυτό που είχε μαγειρέψει καλά και του είπε: ‘Γέροντα, το χάλασα.’ Κι εκείνος απάντησε: ‘Ναι, το χάλασες λίγο.’
Τότε ο Αββάς Άθρης μου είπε: ‘Βλέπεις πώς η υπακοή είναι έμφυτη στον γέροντα;’ Έφυγα από εκεί, και αυτά που σας είπα, προσπάθησα να τα εφαρμόσω όσο μπορούσα.»



