Άγιος Συμεών της Εμμέσας ο δια Χριστόν Σαλός, 23 Ιουλίου

Οι Ὅσιοι Συμεὼν ο δια Χριστόν Σαλός και ο συνασκητὴς αυτού Ιωάννης

Ο Όσιος Συμεών καταγόταν από τη Συρία και γεννήθηκε σε εύπορη οικογένεια. Από μικρός συνδέθηκε στενά με τον Ιωάννη, τον μέλλοντα συνασκητή και συνοδοιπόρο του. Ο Συμεών ήταν άγαμος και διέμενε με την ηλικιωμένη μητέρα του, ενώ ο Ιωάννης ζούσε με τη σύζυγό του στο πατρικό του σπίτι. Όταν ο Συμεών ήταν 24 ετών και ο Ιωάννης 22, αποφάσισαν να μεταβούν στα Ιεροσόλυμα για την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.

Φτάνοντας στην Ιεριχώ, ο Ιωάννης είπε ότι οι μοναχοί του Ιορδάνη ζούσαν όπως οι άγγελοι του Θεού. Δείχνοντας το μονοπάτι προς τα μοναστήρια, είπε: «Να ο δρόμος που οδηγεί στη ζωή». Και δείχνοντας τη φαρδιά οδό όπου βάδιζαν όλοι οι ταξιδιώτες, πρόσθεσε: «Κι αυτός ο δρόμος οδηγεί στον θάνατο».

Αφού προσευχήθηκαν και έριξαν κλήρο για το ποιον δρόμο θα ακολουθήσουν, αποφάσισαν να πάνε στο μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτου. Ο ηγούμενος της μονής, μακάριος Νίκων, είχε όραμα για την άφιξη των δύο νεαρών και τους υποδέχθηκε με χαρά, προτρέποντάς τους να απαρνηθούν τον κόσμο και προβλέποντας την μελλοντική τους πορεία. Κατόπιν αιτήματός τους, τους εκάρησαν μοναχοί αμέσως.

Ωστόσο, φοβούμενοι μήπως χάσουν τον ζήλο που τους είχε χαριστεί από τον Θεό, αποφάσισαν σύντομα να αφήσουν το κοινόβιο για να ζήσουν στην έρημο. Άλλες πηγές αναφέρουν πως αφού πρώτα ασκήθηκαν επιτυχώς στον μοναχισμό, πήραν την απόφαση να αποσυρθούν από τους ανθρώπους και να ζήσουν παραδομένοι στο θέλημα του Θεού. Τη νύχτα που σκόπευαν να φύγουν, ο ηγούμενος Νίκων, ενημερωμένος από θείο όραμα, τους αποχαιρέτησε και τους ευλόγησε στην πύλη του μοναστηριού.

Κατευθύνθηκαν προς τη Νεκρά Θάλασσα και εγκαταστάθηκαν σε ερημική τοποθεσία που λεγόταν Αρνών. Εκεί βρήκαν καλύβα και λίγες προμήθειες που ανήκαν σε ερημίτη που είχε πεθάνει λίγο πριν.

Ξεκινώντας τον ασκητικό βίο, ήρθαν αντιμέτωποι με λογισμούς για τους οικείους τους: ο Ιωάννης για τη σύζυγό του και ο Συμεών για τη μητέρα του. Παρά τους πειρασμούς και την ολιγοψυχία, έβρισκαν δύναμη στις προσευχές και τα όνειρα με τον πνευματικό τους πατέρα. Κατοικούσαν σε κελλιά σε απόσταση λίθου βολής και όταν δέχονταν επιθέσεις του πονηρού, ενώνονταν στην προσευχή και ανταλλάσσανε πνευματικές εμπειρίες. Έτσι, μέσα σε λίγα χρόνια αξιώθηκαν θείων οραμάτων και του χαρίσματος των ιαμάτων.

Έζησαν 30 χρόνια στην έρημο, υπομένοντας θεομηνίες και δαιμονικές προσβολές. Τότε ο Συμεών, έχοντας φτάσει στη μακαρία απάθεια χάριτι του Αγίου Πνεύματος, είπε στον Ιωάννη πως έπρεπε να φύγει στον κόσμο για να σώσει ψυχές δια του «σαλού βίου». Ο Ιωάννης αρχικά τον θεώρησε πλανεμένο και του υπενθύμισε την κοινή τους υπόσχεση να μη χωριστούν ποτέ. Τελικά, κατανοώντας ότι αυτή ήταν η βούληση του Θεού, τον ευλόγησε, με την προϋπόθεση να ξανασυναντηθούν πριν το τέλος.

Ο Συμεών πήγε πρώτα για προσκύνημα στα Ιεροσόλυμα και ύστερα κατευθύνθηκε προς την πόλη Ἔμεσα (σημερινή Χομς της Συρίας). Εκεί αποφάσισε να προσποιηθεί τον τρελό «διά Χριστόν», για να μπορεί να επιτελεί το έργο του κρυφά και να αποφεύγει τον έπαινο των ανθρώπων.

Μπήκε στην πόλη σέρνοντας ένα σκυλί νεκρό με σχοινί, προκαλώντας τα γέλια των παιδιών. Την επομένη, Κυριακή, μπήκε στον ναό και άρχισε να σβήνει τα κεριά με καρύδια. Αφού τον έδιωξαν, αναποδογύρισε τους πάγκους των ζαχαροπλαστών, δέχτηκε ξυλοδαρμό, και ένας πραματευτής τον λυπήθηκε και του έδωσε δουλειά – ο Συμεών όμως άρχισε να χαρίζει τα γλυκίσματα και να τρώει κι ο ίδιος μετά από εβδομαδιαία νηστεία.

Την ίδια βραδιά, άναψε λιβάνι με γυμνά χέρια πάνω από αναμμένα κάρβουνα, χωρίς να καεί. Όταν η σύζυγος του ζαχαροπλάστη τον είδε, εκείνος προσποιήθηκε ότι κάηκε και έριξε τα κάρβουνα στον μανδύα του – που δεν έπαθε τίποτα. Αργότερα, θεράπευσε τον ίδιο τον πραματευτή, που ήταν δαιμονισμένος.

Ο άγιος, ως διά Χριστόν σαλός, έζησε με απόλυτη απάθεια, αδιάφορος για ντροπή ή κοσμική εικόνα. Έμπαινε στις δημόσιες λουτρικές αίθουσες, μιλούσε με ηθοποιούς και πόρνες, διατηρώντας πλήρη αγνότητα. Στους πειρασμούς, αντί για αμαρτία, έδινε χρήματα στις γυναίκες για να ζήσουν ενάρετο βίο.

Κατείχε ασκητική εγκράτεια. Δεν έτρωγε τίποτα σε όλη τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, αλλά την Μεγάλη Πέμπτη καθόταν δίπλα στους ζαχαροπλάστες και έτρωγε λαίμαργα, προκαλώντας σάλο. Μερικές φορές, μετά από αυστηρή νηστεία, εμφανιζόταν δημόσια τρώγοντας κρέας την Κυριακή, κρατώντας λουκάνικα σαν κομποσχοίνι και πιάτο με μουστάρδα. Όταν κάποιος χωρικός τον ειρωνεύτηκε, του άλειψε τα μάτια με μουστάρδα και του θεράπευσε την τύφλωση που είχε πάθει κλέβοντας κατσίκια.

Πριν ξεσπάσει επιδημία πανώλης, φιλούσε τα παιδιά που έμελλε να πεθάνουν και τους ευχόταν «καλό δρόμο». Πολλές φορές έμπαινε σε πλούσια σπίτια και υποκρινόταν πως φιλούσε τις υπηρέτριες. Μία κατηγόρησε ψευδώς πως την άφησε έγκυο, και ο Συμεών την φρόντισε μέχρι να γεννήσει. Δεν μπόρεσε όμως να γεννήσει ώσπου αποκάλυψε τον αληθινό πατέρα του παιδιού.

Ο άγιος αποκαλούσε όλους τους ανθρώπους τρελούς και αμαρτωλούς, αλλά με τα «σαλά» λόγια του έλεγχε τα πάθη, αποκαλύπτοντας αμαρτίες και θεραπεύοντας ψυχές σε όλη την πόλη. Δεν είχε τίποτε δικό του, ζούσε σε μια καλύβα και κάθε πρωί έβγαινε με δάκρυα στα μάτια για τη σωτηρία των άλλων. Είχε παρακαλέσει τον Θεό να μη του φυτρώνει γενειάδα ή τρίχες, ώστε να μη θεωρείται μοναχός.

Ο Ιωάννης που είχε μείνει μόνος στην έρημο, τιμούσε πολύ τον Συμεών και όποιον επισκέπτη του ερχόταν, τον παρέπεμπε στον «σαλό της Εμέσσης».

Ο Συμεών μιλούσε ήρεμα και λογικά μόνο με έναν διάκονο, του οποίου το παιδί είχε θεραπεύσει και τον ίδιο είχε απαλλάξει από άδικη κατηγορία για φόνο. Ο λόγος του είχε ευωδία πνευματική. Πριν πεθάνει, αποκάλυψε στον διάκονο όλη την ιστορία του και ότι σε όραμα συνάντησε τον Ιωάννη να φορά στέφανο με την επιγραφή: «Για την υπομονή της ερήμου».

Για να μη τιμηθεί μετά θάνατον, έκρυψε το σώμα του κάτω από σωρό ξύλων στην καλύβα του, ώστε να φανεί πως σκοτώθηκε από ατύχημα. Οι κάτοικοι τον έθαψαν ταπεινά, χωρίς ψαλμούς ή τιμές. Καθώς όμως η πομπή περνούσε έξω από το σπίτι ενός Ιουδαίου υαλουργού, που ο Συμεών είχε οδηγήσει στην πίστη, εκείνος άκουσε ουράνιο ύμνο και είπε: «Μακάριε, συ που έπαιζες τον τρελό, ψάλλουν για σένα ουράνιες δυνάμεις!».

Όταν ο διάκονος πήγε στον τάφο του αγίου, τον βρήκε κενό: ο Κύριος είχε δοξάσει τον δούλο Του, παραλαμβάνοντάς τον εν σώματι. Τότε μόνο κατάλαβαν οι Εμεσίτες ότι είχαν ανάμεσά τους νέο απόστολο.

Λίγο αργότερα, εκοιμήθη και ο μακάριος Ιωάννης.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Google News <-----Google News

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Άγιος Μάριος επίσκοπος Σεβαστείας

Άγιος Πέτρος Ιερομάρτυρας, από την Καπιτώλιο, 4 Οκτωβρίου

Μεταφορά από τη Μάλτα στο Γκάτσινα τμήματος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου, μαζί με την εικόνα της Παναγίας της Φιλερμίου και το δεξί χέρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, 12 Οκτωβρίου

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Σαν σήμερα



Εορτασμοί σήμερα


Αναρτήσεις...

  • Φόρτωση αναρτήσεων...

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Συνταγές

ΓηΤονια

Χαμένες Πατρίδες

Ρετρό

Σιδή Ρόκ Άστρο

Ο χαζός του χωριού