Το Μεγάλο Θαύμα στη Μονή Ζωοδόχου Πηγής Πάρου, 23 Ιουλίου
Το Μεγάλο Θαύμα στη Μονή Ζωοδόχου Πηγής Πάρου τον Ιούλιο του 1944
Στις 14 Μαΐου 1944, ένα αγγλικό υποβρύχιο αγκυροβόλησε στον κόλπο του Πίσω Λιβαδιού, στην Πάρο, και οι στρατιώτες του χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, καθοδηγούμενες από τους Παριανούς Αντώνιο Δελέντα, Μανώλη Γρυλλάκη και Νικόλαο Στέλλα. Οι ομάδες αυτές ανέβηκαν στο χωριό Τσιμπίδος (σημερινή Μάρπησσα), όπου συνέλαβαν επτά Γερμανούς στρατιώτες που κοιμόντουσαν, σκότωσαν δύο ασυρματιστές οι οποίοι μόλις είχαν προλάβει να στείλουν τηλεγράφημα για την επίθεση, και τραυμάτισαν τον διοικητή του αεροδρομίου, υπολοχαγό Τάμπε. Επιπλέον, βρέθηκαν και καλώδια επικοινωνίας κομμένα.
Ως αντίποινα, οι Γερμανοί την επόμενη ημέρα συνέλαβαν τον νεαρό Νικόλαο Στέλλα από τις Λεύκες, στο αεροδρόμιο. Είχαν βάσιμες υποψίες εναντίον του, και στις 21 Μαΐου τον εκτέλεσαν, κρεμώντας τον σε δέντρο σε υψηλό σημείο ώστε να φαίνεται από τα γύρω χωριά ως εκφοβιστικό παράδειγμα.
Μετά την επιδρομή, η κατάσταση στο νησί επιδεινώθηκε ραγδαία. Οι Γερμανοί επέβαλαν απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 7 το βράδυ έως τις 6 το πρωί. Τη νύχτα της Πεντηκοστής, στις 4 Ιουνίου 1944, το αεροδρόμιο βομβαρδίστηκε για πρώτη φορά τη νύχτα.
Παράλληλα, οι Γερμανοί ετοίμαζαν σκληρά αντίποινα για τη θανάτωση των δύο ασυρματιστών, τον τραυματισμό του διοικητή και τις καταστροφές στο αεροδρόμιο. Ο στρατιωτικός διοικητής του νησιού, Γερμανός αξιωματικός Γκράφ φον Μέρεμπεργκ, ζήτησε από τους προέδρους των κοινοτήτων Πάρου και Αντιπάρου να του παραδώσουν, μέχρι συγκεκριμένη ημερομηνία, κατάλογο με 125 νέους άνδρες, τους οποίους σκόπευε να εκτελέσει ως αντίποινα, για παραδειγματισμό και συμμόρφωση των υπολοίπων.
Οι πρόεδροι όλων των κοινοτήτων και οι ιερείς του νησιού, μαζί με τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Λογγοβάρδας, αρχιμανδρίτη Φιλόθεο Ζερβάκο, συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του γιατρού Ευστράτιου Αλιπράντη στον Τσιμπίδο και σε σύσκεψη που έκαναν αποφάσισαν να μεταβούν στον στρατιωτικό διοικητή για να τον μεταπείσουν.
Όταν όμως πληροφορήθηκαν ότι ο διοικητής είχε ανακοινώσει αυστηρά πως κανείς δεν επιτρεπόταν να τον επισκεφθεί για να μεσολαβήσει ή να ζητήσει την ακύρωση της διαταγής, σχημάτισαν τριμελή επιτροπή με τον πατέρα Φιλόθεο, τον γιατρό Αλιπράντη και τον πρόεδρο της κοινότητας Αρχιλόχου, Εμμανουήλ Καβαλλή, και πήγαν στον υπολοχαγό Τσάσσε, ζητώντας του να μεσολαβήσει.
Ο Τσάσσε τους απάντησε:
— "Του ζήτησα να μην εκτελέσει αθώους, αλλά δεν πείστηκε, και μάλιστα με απείλησε αυστηρά να μην ξαναθίξω το θέμα. Όποιος τολμήσει να μεσολαβήσει, θα τιμωρηθεί παραδειγματικά."
Συνέχισε όμως:
— "Το μόνο που μπορώ να σας προτείνω είναι ο ηγούμενος να τον καλέσει στη Μονή, όπου να τον περιποιηθούν οι μοναχοί, και κάποια στιγμή να του μιλήσει για τους νέους της Πάρου. Ίσως εκεί δεχτεί να ακούσει."
Ο υπολοχαγός είχε ήδη μιλήσει θετικά στον διοικητή για τη Μονή Λογγοβάρδας και του είχε δημιουργήσει καλή προδιάθεση.
Διοικητής Γεώργιος Γκραφ φον Μέρεμπεργκ
Ο ηγούμενος Φιλόθεος δεν έχασε καιρό. Τον ειδοποίησε αμέσως και τον προσκάλεσε να επισκεφθεί τη Μονή. Ο διοικητής, μόλις έλαβε την πρόσκληση, τηλεφώνησε στον πατέρα Φιλόθεο και τον ενημέρωσε πως την επόμενη Κυριακή, 23 Ιουλίου, θα επισκεπτόταν τη Μονή μαζί με έξι ακόμη αξιωματικούς και στρατιώτες.
Πράγματι, το πρωί της Κυριακής ο Γερμανός διοικητής άφησε το αυτοκίνητό του σε σημείο της διαδρομής κοντά στον Μύλο και από εκεί, με ζώα της Μονής, μεταφέρθηκαν στο Μοναστήρι, το οποίο είναι αφιερωμένο στη Ζωοδόχο Πηγή. Στην αρχή φαινόταν πως ο πατήρ Φιλόθεος είχε απέναντί του έναν αμετάπειστο άνθρωπο. Ο διοικητής είχε βλέμμα αυστηρό και άγριο, τυραννικό, που μαρτυρούσε τη σκληρότητα του κατακτητή. Οι μοναχοί τους ξενάγησαν στη βιβλιοθήκη και στα εργαστήρια αγιογραφίας και βιβλιοδεσίας της Μονής, ενώ το μεσημέρι τους παρέθεσαν πλούσιο γεύμα.
Ο αλαζονικός και απρόσιτος Γερμανός αξιωματικός εντυπωσιάστηκε από τη γαλήνη που επικρατούσε στο Μοναστήρι, από τον ασκητικό βίο των μοναχών και από την "βιβλική" –όπως την χαρακτήρισε– μορφή των γερόντων. Σιγά σιγά άρχισε να γίνεται πιο προσιτός και η σχέση του με τον ηγούμενο θερμότερη. Η ζεστή φιλοξενία των μοναχών και οι φιλοφρονήσεις τους τον χαλάρωσαν, έγινε πιο ομιλητικός και ρωτούσε μέσω διερμηνέα για τη σημασία διάφορων αντικειμένων της Μονής, ενώ ο ηγούμενος δεν απομακρύνθηκε από το πλευρό του ούτε στιγμή.
Μετά το φαγητό, ο Γερμανός διοικητής και οι στρατιώτες του κατέβηκαν στο καθολικό της Μονής για να παρακολουθήσουν τον Εσπερινό, στον οποίο οι μοναχοί έψαλλαν και την Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο υπέρ της σωτηρίας των μελλοθανάτων αδελφών.
Ύστερα, κατευθύνθηκαν στο αρχονταρίκι, όπου τους προσφέρθηκαν καφές και γλυκά. Εκεί συνέβη κάτι αναπάντεχο. Στον χώρο υπήρχαν πολλές φωτογραφίες παλαιών ηγουμένων της Μονής. Ανάμεσά τους και μια εικόνα που απεικόνιζε ένα παραθαλάσσιο χωριό. Την εικόνα αυτή είχαν φέρει δύο Ρώσοι μοναχοί μετά την καταστροφή της δικής τους Μονής κατά τη Ρωσική Επανάσταση. Ο φον Μέρεμπεργκ στάθηκε μπροστά στον πίνακα και τον κοιτούσε για ώρα. Συγκινημένος είπε στους μοναχούς πως το χωριό που απεικονιζόταν ήταν το χωριό της μητέρας του, στη Γιάλτα της Κριμαίας. Εκεί περνούσε ως παιδί ξέγνοιαστα και ευτυχισμένα καλοκαίρια μαζί της. Η ατμόσφαιρα έγινε πιο φιλική και ειρηνική.
Όταν ήρθε η ώρα της αναχώρησης, ο διοικητής, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, είπε στον πατέρα Φιλόθεο να του ζητήσει μια χάρη για την θερμή φιλοξενία. Ο ηγούμενος, βλέποντας τη μεταστροφή του ανθρώπου, πήρε θάρρος και του ζήτησε να μείνουν μόνοι τους στο αρχονταρίκι. Τον ευχαρίστησε για την τιμητική του επίσκεψη στη Μονή και του ευχήθηκε υγεία και ευτυχία. Έπειτα, μέσω του διερμηνέα, μοναχού Νικηφόρου, του είπε:
— "Θα σας παρακαλέσω, όποια κι αν είναι η χάρη που θα σας ζητήσω, να μην την αρνηθείτε."
Ο διοικητής του έδωσε το δεξί του χέρι και υποσχέθηκε πως θα του δώσει αυτό που θα του ζητήσει.
Και τότε ο πατήρ Φιλόθεος τού είπε:
— "Θέλω να χαρίσεις τη ζωή σε αυτούς που καταδικάστηκαν άδικα σε θάνατο."
Ο διοικητής απάντησε:
— "Ζήτα μου άλλη χάρη, αυτό δεν μπορώ να το κάνω. Ξέρω πως είναι άδικη απόφαση, αλλά δεν εξαρτάται από μένα. Έχω διαταγή από τους ανωτέρους μου: όταν σκοτωθεί Γερμανός, σκοτώνονται πενήντα ως αντίποινα."
Ο ηγούμενος τού απάντησε:
— "Αφού δεν μου κάμνεις αυτή τη χάρη, τότε θέλω να με δεχθείς και μένα ως έναν από αυτούς που καταδικάστηκαν σε θάνατο."
Τότε ο διοικητής συγκινήθηκε, του έσφιξε το χέρι και του είπε:
— "Σου τους χαρίζω· μόνο πρόσεξε και σύστησε στους κατοίκους του νησιού να μην ξανακάνουν τέτοια σαμποτάζ."
Ο ηγούμενος υποσχέθηκε και έτσι ο Γερμανός διοικητής αναχώρησε από τη Μονή ήρεμος και ευχαριστημένος.
Η ημέρα εκείνη, 23 Ιουλίου 1944, τιμάται ως θαύμα στην Πάρο και εορτάζεται κάθε χρόνο.






