Όσιοι Μύριοι Ασκητές Θηβαίοι, 7 Αυγούστου
«Ήρθαμε και στην Οξύρρυγχο, μια μεγάλη πόλη της Θηβαΐδας, αλλά είναι αδύνατο να περιγράψουμε όλα τα θαυμαστά που είδαμε εκεί· γιατί η πόλη ήταν τόσο γεμάτη από κατοικίες μοναχών, που οι τοίχοι της έμοιαζαν έτοιμοι να πέσουν από τον κόσμο που υπήρχε· τόσοι πολλοί ήταν οι αδελφοί! Και γύρω από τα τείχη, απ’ έξω, υπήρχαν τόσα άλλα μοναστήρια, που θα νόμιζε κανείς πως ήταν μια δεύτερη πόλη. Και οι ναοί και τα ιερά μέσα στην πόλη, καθώς και όλοι οι γύρω χώροι, ήταν γεμάτοι μοναχούς. Επιπλέον, υπήρχαν δώδεκα εκκλησίες όπου συγκεντρώνονταν οι άνθρωποι, γιατί η πόλη ήταν πολύ μεγάλη. Σε κάθε μοναστήρι υπήρχε χώρος αφιερωμένος στην προσευχή των μοναχών· και κάποιος θα έλεγε πως οι μοναχοί δεν ήταν πολύ λιγότεροι από τους κανονικούς κατοίκους της πόλης, γιατί ήταν τόσο πολλοί που γέμιζαν ακόμη και τα κτίρια στις εισόδους της πόλης. Μερικοί ζούσαν ακόμα και στους πύργους δίπλα στις πύλες. Οι κάτοικοι έλεγαν ότι μέσα στην πόλη ζούσαν πέντε χιλιάδες μοναχοί και άλλες πέντε χιλιάδες γύρω απ’ αυτήν. Δεν υπήρχε στιγμή, ούτε μέρα ούτε νύχτα, που να μην τελούνταν η λατρεία του Θεού.
Στην πόλη δεν υπήρχαν αιρετικοί ούτε ειδωλολάτρες· όλοι οι κάτοικοι ήταν πιστοί και άκουγαν τις Γραφές με τέτοια προθυμία, ώστε ο Επίσκοπος μπορούσε να κηρύττει ειρήνη στους ανθρώπους ακόμα και στους δρόμους. Οι άρχοντες και οι αξιωματούχοι της πόλης, που ήταν γενναιόδωροι στις δωρεές τους προς τις εκκλησίες, έβαζαν φρουρούς στις πύλες, ώστε αν έβλεπαν κάποιον φτωχό ή ξένο, να τον φέρουν σε αυτούς για να του καλύψουν τις ανάγκες του με τις προσφορές τους. Και τι να πει κανείς για το δέος του Θεού που υπήρχε σ’ αυτούς τους ανθρώπους, ώστε όταν μας έβλεπαν —ξένους— να περνάμε από τους δρόμους, πλησίαζαν και μας υποδέχονταν σαν αγγέλους; Πώς να περιγράψει κανείς τον απίστευτο αριθμό των μοναχών και των αναρίθμητων παρθένων που ζούσαν εκεί; Μάθαμε από τον άγιο Επίσκοπο της περιοχής ότι είχε υπό την καθοδήγησή του δέκα χιλιάδες μοναχούς και είκοσι χιλιάδες παρθένες. Δεν μπορώ να περιγράψω πόση αγάπη για τους ξένους και πόση στοργή υπήρχε ανάμεσά τους — τα ρούχα μας σχεδόν σκίστηκαν από τη λαχτάρα του καθενός να μας τραβήξει στο σπίτι του, δείχνοντας έτσι την αγάπη του. Είδαμε πλήθος γερόντων και μεγάλους μοναχούς με ποικίλα χαρίσματα — άλλοι είχαν το χάρισμα του κηρύγματος, άλλοι της εγκράτειας, άλλοι έκαναν θαύματα, άλλοι σημεία και τεράστια.»
.png)

