Ανοικοδόμηση της Τζουμαγιάς 1930
Η κήτη του Στρυμόνα αποτέλεσε το ανατολικό τμήμα του Μακεδονικού Μετώπου ανάμεσα στους συμμάχους της Αντάντ και τις Κεντρικές Δυνάμεις. Πολύ σύντομα οι Βούλγαροι εκκένωσαν την Ηράκλεια, απομάκρυναν με τη βία όλους τους κατοίκους και τους υποχρέωσαν με ελάχιστα υπάρχοντα να ακολουθήσουν τις φάλαγγες των εξόριστων που τραβούσαν για το εσωτερικό της Βουλγαρίας και της κατεχόμενης Σερβίας.
Οι Τζουμαγιώτες σκόρπισαν σε μικρές ομάδες και εγκαταστάθηκαν στο Πετρίτσι, το Μελένικο, το Μπλαγκόεβγκραντ, το Τατάρ Παζαρτζίκ, τη Φιλιππούπολη, τη Σόφια, το Ποζάρεβιτς της Σερβίας και σε άλλα μέρη. Οι οικογένειες αφέθηκαν στην τύχη τους, δίχως οποιαδήποτε μέριμνα από τους Βούλγαρους, ενώ πολλοί άντρες υποχρεώθηκαν σε καταναγκαστική εργασία. Αποστερημένοι των περιουσιών τους, αδυνατώντας να βιοπορισθούν αποτελεσματικά και ζώντας κάτω από άθλιες συνθήκες άρχισαν να αποδεκατίζονται.
Με τη λήξη του πολέμου στα τέλη του 1918, όσοι επιβίωσαν άρχισαν να επιστρέφουν σταδιακά. Ωστόσο, η μικρή πολιτεία της Ηράκλειας δεν υπήρχε πια. Είχε βρεθεί ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά της πρώτης γραμμής με αποτέλεσμα να καταστραφεί ολοσχερώς από τα θεμέλια της.
Μία ομάδα οικογενειών που έφτασε με καράβια από τη Βάρνα της Βουλγαρίας στο λιμάνι της Καβάλας προσβλήθηκε από τύφο. Περισσότεροι από 500 Τζουμαγιώτες πέθαναν στην καραντίνα του λιμανιού. Άλλες οικογένειες που επέστρεψαν από τη Σερβία προσβεβλημένες από την ίδια ασθένεια περιορίστηκαν σε καραντίνα στις Σέρρες, όπου επίσης αποδεκατίστηκαν. Περίπου οι μισοί Τζουμαγιώτες, ίσως μέχρι και 3.000, πέθαναν κατά τη διάρκεια της εξορίας και του ταξιδιού της επιστροφής λόγω των κακουχιών και των επιδημιών. Η συνοχή του παλαιότερου κοινωνικού ιστού είχε κυριολεκτικά διαλυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις ελάχιστα μέλη των μεγάλων παραδοσιακών οικογενειών είχαν κατορθώσει να επιβιώσουν, ενώ ολόκληροι οικογενειακοί κλάδοι είχαν χαθεί οριστικά.
Οι πρώτοι κάτοικοι βλάχικης και τσιγγάνικης καταγωγής που επέστρεψαν έστησαν πρόχειρα παραπήγματα σε μικρή απόσταση από τα εκτεταμένα ερείπια. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες πολλοί ήταν αυτοί που προτίμησαν να εγκαταλείψουν την Ηράκλεια και να εγκατασταθούν στις Σέρρες, το Σιδηρόκαστρο, το Νέο Πετρίτσι και τη Θεσσαλονίκη.
Η ανέχεια του ελληνικού κράτους και η εμπλοκή στη μικρασιατική εκστρατεία απέτρεψε την άμεση ανοικοδόμηση της Ηράκλειας και την ουσιαστική παροχή αρωγής σε όσους επιβίωσαν.
Τον Μάιο του 1930 άρχισε η ανοικοδόμηση της Τζουμαγιάς, της σημερινής Ηράκλειας. Ανεγέρθηκαν από το κράτος πεντακόσια περίπου ομοιόμορφα σπίτια στη θέση της κατεστραμμένης Τζουμαγιάς, βάση εγκεκριμένου σχεδίου. Πριν την καταστροφή της είχε χίλια διακόσια σπίτια.
Η ανεγερθείσα Ηράκλεια παρουσιάζει όψη φαντασμαγορικής κηπουπόλεως με την κανονική ρυμοτομία της και το μεγάλο εύρος των οδών της, την αγορά και τις κατοικίες με τις πρασιές και τα πολλά δέντρα.
Τον πρώτο θεμέλιο λίθο έθεσε ο τότε Πρωθυπουργός, αείμνηστος Ελευθέριος Βενιζέλος, ιδιοχείρως στο οικόπεδο του Τζουμαγιώτου Στέργιου Βλάχβεη, μακαρίτου ήδη, οπλαρχηγού πρώτης τάξης του Μακεδονικού αγώνα, τιμής ένεκεν, την 10η Μαΐου 1930 με επίσημη πανηγυρική τελετή.
Η ευτυχής σύμπτωση της ανοικοδόμησης της Ηράκλειας με την έναρξη των μεγάλων έργων του Στρυμόνα τότε και την σωτηρία από την ελονοσία, προσέδωσαν σε αυτή μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη και πρόοδο. Σημειωτέον η ανοικοδόμηση της Ηράκλειας έγινε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα χάρις στις ενέργειες του τότε Γενικού Διοικητή Μακεδονίας αειμνήστου Στυλιανού Γονατά.
Τη περάτωση της ανοικοδόμησης γιόρτασε ο λαός της Τζουμαγιάς με πανηγυρική τελετή την 14η Δεκεμβρίου 1930.
Χαρακτηριστικά «Βενιζελικά» σπίτια όπως καθιερώθηκαν να λέγονται. Υπήρχαν δύο τύποι τα τύπου (Α) και τα τύπου (Β).
Ο τύπος (Α) είχε ένα δωμάτιο, κουζίνα και σαλόνι.
Ο τύπος (Β) είχε δύο δωμάτια, κουζίνα και σαλόνι.