Ο Έλληνας πρόξενος των Σερρών Αντώνιος Σακτούρης έγραφε περι της οργανώσεως των ελλήνων στις Σέρρες, 4 Ιανουαρίου 1907
Στις 4 Ιανουαρίου 1907, ο Έλληνας πρόξενος των Σερρών Αντώνιος Σακτούρης έγραφε:σε έκθεσή του οτι ο σκοπός της οργανωμένης άμυνας δεν είναι μόνο η πρόληψη των βουλγαρικών επιθέσεων, αλλά και η άμεση και γρήγορη τιμωρία των ήδη διαπραχθέντων εγκλημάτων κατά των Ελλήνων. Αυτό θα ήταν το ιδανικό για την άμυνα, διότι αν οι αντίπαλοι ήξεραν ότι κάθε πλήγμα τους ανταποδίδεται με επιπλέον κόστος, θα απέφευγαν τις συχνές ωμότητες κατά των Ελλήνων. Επιπλέον, οι γείτονες των θυμάτων θα αποκτούσαν θάρρος και έτσι θα ματαιώνονταν οι προσπάθειες τρομοκρατίας των Βουλγάρων.
Ωστόσο, η οργάνωσή μας βρίσκεται ακόμη στην αρχή και, σε σύγκριση με την καλά οργανωμένη και λειτουργούσα βουλγαρική οργάνωση, δεν μπορούμε να αντεπιτεθούμε μέσα σε 24 ή 48 ώρες. Όταν περάσουν ημέρες, εβδομάδες ή και μήνες, το έγκλημα των Βουλγάρων ξεχνιέται ή παραποιείται από τον τύπο και η αργή αντίδρασή μας χαρακτηρίζεται ως επίθεση. Οι Βούλγαροι εκμεταλλεύονται αυτή την κατάσταση και γι' αυτό αδυνατούμε να ανταποδώσουμε ένα ισχυρό πλήγμα.
Παρ' όλα αυτά, έχουμε σημειώσει πρόοδο, όπως η δημιουργία τεσσάρων ομάδων από ντόπιους και η διατήρησή τους στο έδαφος, παρά τις δυσκολίες. Ένα χρόνο πριν, ήταν αδύνατο να κρατηθούν ελληνικά σώματα λόγω του εδάφους και της απροθυμίας των κατοίκων. Σήμερα, πολλοί από τα χωριά ζητούν τη βοήθεια των σωμάτων αυτών για την ασφάλειά τους.
Όμως το μεγαλύτερο πρόβλημα παραμένει η έλλειψη κατάλληλων αρχηγών για τις ομάδες, γεγονός που καθυστερεί τη λειτουργία και την αποτελεσματική άμυνα. Χρειαζόμαστε τολμηρούς αρχηγούς που να αναλάβουν τη γενναία αντεπίθεση, ώστε να αναχαιτίσουμε τους Βουλγάρους και να ενισχύσουμε το ηθικό των Ελλήνων.
Η αντεκδίκηση, η οποία εκ του μακρόθεν φαίνεται φυσικό και συγγνωστό αίσθημα, υπό τις παρούσες συνθήκες επιβάλλεται ως πράξη φρονήσεως και επιτακτικής ανάγκης, καθώς η καθυστέρηση ενισχύει την τρομοκρατία των Βουλγάρων και μας αποδυναμώνει.
Ἐν Σέρραις τῇ 4 Ιανουαρίου 1907
Σκοπὸς τῆς ὀργανουμένης ἀμύνης δὲν εἶναι βεβαίως μόνον ἡ πρόλη- ψις τῶν βουλγαρικῶν ἐπιθέσεων, ἀλλὰ καὶ ἡ ἄμεσος καὶ ταχεῖα τιμωρία τῶν διαπραχθέντων ἤδη κακουργημάτων κατὰ ἡμετέρων. Τὸ τελευταῖον τοῦτο θὰ ἦτο ἀληθῶς τὸ ἰδεῶδες τῆς ἀμύνης, διότι οἱ ἀντίπαλοι γνωρίζοντες ὅτι πᾶν κτύπημά των ἀνταποδίδεται μετὰ τόκου καὶ ἐπιτοκίου, θ᾽ ἀπεῖχον ἀναν- τιρρήτως τῶν τόσων συχνῶν ὠμοτήτων καθ᾽ ἡμετέρων. Ἐκτὸς τούτου οἱ πέ- ριξ τῶν παθόντων ὁμογενεῖς θ᾽ ἀνεθάρρουν ἀμέσως καὶ ἡ σκοπουμένη τρο- μοκρατία τῶν Βουλγάρων θὰ ἐματαιοῦτο. ᾿Απέναντι τέλος τῶν τοπικῶν ἀρ- χῶν καὶ πρὸ πάντων ἀπέναντι τῆς Εὐρώπης καὶ αὐταὶ αἱ ἔστιν ὅτε ὑπερβο- λαὶ τῶν ἡμετέρων θὰ ἐχαρακτηρίζοντο πάντοτε ὡς ἀντεκδικήσεις, ἢ τὸ πολὺ ὡς ὑπέρβασις ἀμύνης. Δυστυχῶς ὅμως ἡ ἡμετέρα ὀργάνωσις εὑρίσκεται ἀκόμη ἐν τῇ γενέσει της, συγκρινομένη μάλιστα πρὸς τὴν ἀπὸ τοσούτων ἐτῶν ὀργα- νωθεῖσαν καὶ θαυμασίως λειτουργοῦσαν βουλγαρικὴν ὁρᾶσιν, καὶ ἑπομένως ἀδυνατεῖ νὰ ἀντεκδικῆται ἐντὸς 24 ἢ 48 ὡρῶν. Εὐνόητον δὲ ὅτι, ὅταν πα- ρέλθωσιν ἡμέραι καὶ ἑβδομάδες καὶ πολλάκις μῆνες, τότε τὸ ἔγκλημα τῶν Βουλγάρων ἔχει σχεδὸν λησμονηθῆ ἢ ἐπιτηδείως ὑπὸ τοῦ τύπου παραμορ-
φωθῆ, ἡ δὲ βραδεῖα οὕτω ἀντεκδίκησις χαρακτηρίζεται, ἐπιτηδείως καὶ πά- λιν, ὡς ἐπίθεσις. Τὸ τοιοῦτον καλῶς γνωρίζουσι καὶ καταλλήλως ἐκμεταλ- λεύονται οἱ Βούλγαροι. Δι' οὖς δὲ λόγους ἀδυνατοῦμεν νὰ ἀνταποδώσωμεν ὅμοιον ἢ μείζον κτύπημα, διὰ τοὺς αὐτοὺς δυσχερεστάτη, ἂν μὴ ἀδύνατος, ἀποβαίνει ἡ τιμωρία μεμονωμένων, ἢ ὡρισμένων εἰς ἄλλα σημεία προσώ- πων. Έχω πεποίθησιν ὅτι ἡ ἡμετέρα ὀργάνωσις θὰ συστηματοποιηθῇ σὺν τῷ χρόνῳ καὶ ἐν οὐχὶ ἀπομεμακρυσμένῳ μέλλοντι θὰ προπαρασκευάσει τὰ κατάλληλα ὄργανα, ἅτινα θὰ ἀντιληφθῶσι τὸν ἀγῶνα, καὶ θὰ διεξαγάγω- σιν αὐτὸν ἐπιτυχῶς.
Δυστυχῶς ὅμως πρὸς τὸ παρόν, καὶ ὅσον ἀφορᾶ βεβαίως εἰς τὴν πε ριφέρειαν ταύτην, στερούμεθα τῶν ὀργάνων τούτων καὶ φοβοῦμαι ὅτι πολ- λὰς ἔτι θὰ ὑποστῶμεν ἀπωλείας καὶ ἐπιθέσεις χωρὶς νὰ δυνάμεθα ν' ἄντα- ποδίδωμεν αὐτάς. Εἶναι ἀληθὲς ὅτι ἐν βραχεῖ σχετικῶς χρόνῳ πολλὰ ἔπετελέ. σθησαν καὶ σπουδαιότατον βῆμα δέον νὰ θεωρηθῇ ἡ σύστασις τεσσάρων ὁμάδων, κατὰ τὰ 4/5 ἐξ ἐγχωρίων ἀποτελουμένων, καὶ ἔτι σημαντικώτερον ἡ διατήρησις τῶν ὁμάδων τούτων ἐπὶ τοῦ ἐδάφους πλεῖστα ὅσα μειονεκτή- ματα παρουσιάζοντος δι' ἡμᾶς, γνωστὰ δὲ τῷ Βασ. Ὑπουργείῳ. Πρὸ ἑνὸς ἔτους ἀκόμη ἔθεωρεῖτο δυσχερεστάτη, ἂν μὴ ὅλως ἀδύνατος, ἡ διατήρησις σωμάτων ἑλληνικῶν, οὐ μόνον λόγῳ τοῦ ἐδάφους, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ ἀπρόθυ- μον τῶν κατοίκων· σήμερον δὲ πλεῖστα τῶν χωρίων παρακαλοῦσι νὰ τοῖς σταλῇ σῶμα, ἐν ᾧ καὶ μόνῳ διαβλέπουσι τὴν ἀσφάλειάν των. ᾿Αλλ' ἐκεῖνο ἐφ' οὗ προσκρούει σήμερον τὸ ζήτημα, ἐκεῖνο ὅπερ ἐπιβραδύνει τὴν ὀργά- νωσιν καὶ ἑπομένως τὴν ἀποτελεσματικὴν ἄμυναν καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ὀφείλε ται συνεπῶς ἡ ἀδυναμία τῆς ἀμέσου καὶ οἷονεὶ ραγδαίας ἀντεκδικήσεως, εἶ- και έλλειψις καταλλήλων ἀρχηγῶν. Οὕτως εἷς μὲν καταδειχθεὶς ἀνεπαρκής, ἀντιληφθεῖς δὲ καὶ ὁμολογήσας ὁ ἴδιος τὴν ἀνεπάρκειάν του ἀπεχώρησεν ἢ ἀναχωρεῖ κατ᾿ αὐτάς, παραδώσας προσωρινῶς ἄλλῳ καὶ τὴν ἀρχηγίαν τοῦ σώματος, μέχρις εὑρέσεως καταλλήλου. Τοῦ ἑτέρου σώματος οἱ ἄνδρες θεω- ρήσαντες άτολμον καὶ ἀνεπαρκῆ τὸν ἀρχηγόν των, ἐγκατέλιπον αὐτόν. Ο τῆς τρίτης ὁμάδος ἀρχηγὸς εἶναι ἀναντιρρήτως νοήμων, νοημονέστερος καὶ κάλλιον τῶν ἄλλων κατενόησε τὸν ἀγῶνα. Πλὴν νέος ἔτι ἂν δὲν συνεπλή- ρωσε τὴν ὀργάνωσίν του, οὐδὲ παρεσκεύασεν ἐπαρκῶς τὸ ἔδαφος, ὥστε νὰ ἔχῃ ἐλευθερίαν καὶ ἀσφάλειαν εἰς τὰς κινήσεις του. Τέλος ἡ τετάρτη ὁμὰς δρᾷ εἰς λίαν μεμακρυσμένον σημεῖον ἀπὸ τῆς ζώνης ἔνθα διεξάγεται κυρίως ὁ ἀγών. Εν τοσούτῳ εἶναι ἀνάγκη, καὶ ἀνάγκη ἐκ τῶν πραγμάτων ἐπιβαλ λομένη, τολμηροῦ ἀρχηγοῦ, ὅστις ἐγκαταλείπων πρὸς στιγμὴν τὴν εἰρηνικὴν καὶ ἀθόρυβον προπαγάνδαν νὰ ἐπιχειρῇ γενναίαν τινὰ ἐπίθεσιν πρὸς ἀντεκ-
δίκησιν, εἴτε καθ᾽ ὡρισμένων ατόμων, εἴτε κατ᾿ ἐπικινδύνων σημείων, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀληθῶς ληστοφωλεαὶ καὶ τρομοκρατοῦσιν ὁλοκλήρους περιφερείας. Αἱ
τοιαῦται τολμηραὶ πράξεις ἐξασφαλίζουσι τῷ ἀρχηγῷ κύρος, δι' οὗ ἐπιβάλλε· ται εὐκολώτερον ἡ εἰρηνικὴ ἐργασία.
Τοιούτου λοιπὸν προσώπου στερούμεθα καὶ ἐν τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ εύρε θεὶς συγκατετέθην εἰς τὴν ἐπάνοδον τοῦ Γιαγλῆ, ὃν ἄλλως ἐπίστευον εὑρι σκόμενον ἐν Χαλκιδικῇ καὶ ἑπομένως ἐθεώρουν εὔκολον καὶ ταχεῖαν τὴν ἐπι· σρτοφήν του, ὑπὸ τὸν ἀπαράβατον ἐννοεῖται ὅρον ὅτι θὰ ἐτίθετο ὑπὸ τὰς δια- ταγὰς ἡμῶν καὶ θὰ ἠκολούθει ἀπαρεγκλήτως τὰς ἡμετέρας ὁδηγίας. Θὰ ἡδύ- νατο δὲ τῷ ὄντι νὰ χρησιμοποιεῖται διὰ τὴν ἐκτελεστικὴν μόνον ἐξουσίαν καὶ μετὰ τὴν ἀντεκδίκησιν θὰ ἀπεσύρετο εἰς μέρος ἀσφαλές. Δέον μάλιστα νὰ προσθέσω καὶ νὰ ὁμολογήσω ὅτι τὸ ἄστοχον τότε καὶ ἀτυχὲς ἐκεῖνο γεγονός τοῦ Καρατζάκιοϊ ἐγέννησε παρά τε τοῖς χωρικοῖς καὶ τοῖς ἀποτελοῦσι τὰς ὁμάδας τὴν πεποίθησιν περὶ τῆς τόλμης καὶ τῆς ἱκανότητος τοῦ Γιαγλῆ, τοῦθ᾽ ὅπερ θὰ ἠδυνάμεθα λίαν ἐπιμελῶς νὰ χρησιμοποιήσωμεν, ἂν εἴχωμεν πεποίθησιν περὶ τῆς πρὸς ἡμᾶς πειθαρχίας καὶ ὑπακοῆς του.
Ἡ ἀντεκδίκησις, ἥτις μακρόθεν θεωρεῖται βεβαίως ὡς φυσικὸν καὶ ἑπομένως συγνωστὸν αἴσθημα, ἐκ τοῦ σύνεγγυς ἐξεταζομένη καὶ ὑπὸ τὰς νῦν μάλιστα συνθήκας ἐπιβάλλεται ὡς ἔργον φρονήσεως καὶ ἐπιτακτικῆς ἀνάγκης. Διότι, ὅταν μετὰ τὰ γεγονότα τῆς Κλεπούσνας οἱ Βούλγαροι ἐπωφελούμενοι τῆς καταπλήξεως τῶν ἡμετέρων καταλαμβάνουσι τὴν ἐκκλησίαν καὶ τὸ σχο λεῖον τοῦ Ἐγρὶ Δερὲ ἀποπέμποντες ἱερέα καὶ διδασκάλους, ἐπιχειροῦσι τὰ αὐτὰ εἰς Γκορνίτσαν καὶ Γκράτσαινα, ἐπιτίθενται κατὰ ἡμετέρων ἐν Κορνι- κόβη, τρομοκρατοῦσι τὴν Ἑλληνικὴν ᾿Αλιστράτην καὶ ἐπισπεύδουσι καὶ ἐκεῖ τὴν ἔκρηξιν τοῦ σχίσματος καὶ ἐν γένει προκαλοῦσι τὸν κλονισμὸν ὅλων τῶν πέριξ χωρίων, κατὰ τίνα ἄλλον τρόπον θ' ἀναχαιτίσωμεν αὐτοὺς καὶ θὰ ἐἔνι- σχύσωμεν τοὺς κατεπτοημένους ἡμετέρους, εἰμὴ διὰ ὀχληρᾶς, ὀχληροτάτης ἀντεκδικήσεως : Καὶ τὴν ἀντεκδίκησιν ὡς τὸ μόνον καὶ σωτήριον φάρμακον ὑποδεικνύουσι καὶ ἐκλιπαροῦσιν αὐτὰ τὰ κινδυνεύοντα χωρία ἡμῶν. Πρὸ τοῦ κτυπήματος οἱ Βούλγαροι ἔχουσι καλῶς σταθμίσει τὰ πράγματα καὶ ἐπιστα- μένως μελετήσει τίνας ὠφελείας θὰ δρέψωσι, ποῦ καὶ κατὰ τίνα τρόπον. Εν- νοεῖται δὲ ὅτι ἡ ἐκ τῆς τιμωρίας ἀντίδρασις ματαιώνει τοὺς ὑπολογισμούς των καὶ στρέφει ὑπὲρ ἡμῶν τὰ πράγματα. Οὕτως ἀντιλαμβάνομαι τῶν ἡμε τέρων συμφερόντων καὶ φρονῶ ὅτι, τό γε νῦν ἔχον, δὲν ἀπατῶμαι ἐπὶ τοῦ σημείου τούτου.
Καίτοι ἐπιφυλλάσσομαι νὰ ὑποβάλω ὑμῖν προσεχῶς γενικὴν ἔκθεσιν περὶ τῆς καταστάσεως καὶ τῶν κατὰ τὴν κρίσιν μου πρακτέων, οὐχ ἧττον ὅμως ἔκρινα ἀναγκαῖον ν᾿ ἀναφέρω τῷ Β. Ὑπουργείῳ τ᾿ ἀνωτέρω καὶ νὰ διαβιβάσω αὐτῷ ὅτι εἰς οὐδεμίαν ἐνέργειαν ἀμείλικτον καὶ σπασμωδικὴν θέλω προβῆ καὶ ἐπιμελῶς θέλω ἀποφεύγει πᾶν ὅ,τι ἠδύνατο νὰ ἐκθέσῃ καὶ τοῦ Προξενείου τὸ γόητρον καὶ τὰς καλὰς σχέσεις, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀσφαλῆ προαγωγὴν τῶν ἐθνικῶν ἡμῶν πραγμάτων. Πρὸς πίστωσιν δὲ τῶν λεγομέ
νων μου ἔχω τὴν τιμὴν νὰ ὑποβάλω ὑμῖν συνημμένως ὧδε ἀντίγραφον τῆς πρὸς τοὺς ἀρχηγοὺς τῶν σωμάτων ἐγκυκλίου, δι' ἧς ἐδόθησαν καὶ ἐπανελή- φθησαν αὐτοῖς αἱ ὁδηγίαι ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ὁποίων ἐργάζονται. Ἐνοεῖται ὅτι ἡ πεῖρα, αἱ ἀνάγκαι καὶ αἱ ἑκάστοτε φάσεις τοῦ ἀγῶνος τροποποιοῦσι μοιραίως καὶ ἀναλόγως τὴν ἐφαρμογὴν τῶν ὅσων εἰρηνικῶς καὶ ὡς οἷον τε ἀθορύβου καὶ ἀνεπιδέκτου, ἣν ἔχομεν ὑπ᾿ ὄψιν.