Το Σπάσιμο πιάτων

Το σπάσιμο πιάτων είναι ελληνική συνήθεια, που κορυφώθηκε κατά τη δεκαετία του ΄60 και του ΄70. Συνηθιζόταν κυρίως στα νυχτερινά κέντρα και γινόταν ως δείγμα του ελληνικού γλεντιού. Με την απαγόρευση της χούντας ατόνησε στις αρχές της δεκαετίας του '90 αλλά αργότερα παρουσίασε πάλι άνοδο, παρά την οικονομική κρίση.

Η εν λόγω πρακτική αποτέλεσε μέρος της ελληνικής διασκέδασης, ενώ σταδιακά μετά τη δεκαετία του '90 συνεχίστηκε, παρά την οικονομική κρίση. Τα πιάτα που προορίζονταν για σπάσιμο δεν είναι της κουζίνας. Είναι κατασκευασμένα από γύψο, προκειμένου ν΄ αποφευχθούν τραυματισμοί, γι'αυτό και είναι εύθραυστα και τα θρύμματα δεν κόβουν.

Όταν ο θαμώνας ήθελε να γλεντήσει περισσότερο,ζητούσε μια ντουζίνα πιάτα, τα οποία το γκαρσόν έπρεπε να φέρει και είτε να τα σπάσει στη πίστα μπροστά στην τραγουδίστρια, είτε να τα αφήσει στο τραπέζι του θαμώνα προκειμένου ο ίδιος να προβεί στην εκτέλεση, ρίχνοντάς τα στη πίστα είτε όλα μαζί, είτε ένα - ένα. Το σπάσιμο γινόταν με ιδιαίτερη τέχνη. Το γκαρσόν κρατάει στο δεξί ένα πιάτο, με το οποίο εν είδει πέλεκυ σφυρηλατεί τα υπόλοιπα που έχει στοιβαγμένα και τα κρατάει στο αριστερό. Ένα μετά το άλλο τα πιάτα θρυμματίζονται και πέφτουν στο πάτωμα, ενώ στο τέλος παραμένει αυτό που έχει στο δεξί, και το πετάει κάτω. Κατά τη διάρκεια της σκηνής το γκαρσόν είναι γονατιστό με το ένα πόδι.

Για να είναι πιο θεαματικό, όταν τα πιάτα πριν το σπάσιμο στοιβάζονται στη σκηνή, δημιουργώντας δύο ή και περισσότερες στοίβες ψηλές, ενώ στην κορυφή τοποθετείται ένα ποτήρι με αλκοολούχο ποτό, και τα πιάτα όλα καταβρέχονται με οινόπνευμα. Το γκαρσόν κάνει τα πιάτα φλαμπέ, ενώ ο τραγουδιστής αρχίζει τη παράσταση. Στο πρώτο ρεφρέν, το γκαρσόν αρχίζει να σπάει τα πιάτα, ένα μετά το άλλο, ενώ η φωτιά αναζωπυρώνει και τελικά σβήνει.

Η πρακτική ξεκίνησε από έναν επιχειρηματία νυκτερινών κέντρων, ο Μπαμπαβέας, το 1931 άνοιξε το καμπαρέ Folies d’ été στο τέρμα της Ηρώδου του Αττικού. Με μεθυστική αργεντίνικη μουσική, διαβατάρικες πεταλούδες του Παρισιού και ρώσικο μπαλέτο κατόρθωσε να βρεθεί το μαγαζί του στο επίκεντρο της νυκτερινής ζωής της πόλης.

Ο επιχειρηματίας δεν χρέωνε στους καλούς πελάτες τα σπασμένα. Όταν όμως αυξήθηκαν οι θεριακλήδες, επανήλθε το παλαιό καθεστώς. Όποιος έσπαγε πλήρωνε και μάλιστα αδρά. Χωρίς υπερβολές θα περάσουν περίπου τρεις δεκαετίες. Το σπάσιμο το πιάτων ήταν γνωστό αλλά όχι καθιερωμένο, όπως έφτασε στις ημέρες μας. Στην επέκταση του φαινομένου βοήθησε η ταινία «Ποτέ την Κυριακή» και το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά», στο ξεκίνημα της δεκαετίας του ’60. Ούτε λίγο ούτε πολύ, το σπάσιμο φάνηκε ως εθνικό σπορ. Τότε μάλιστα εφευρέθηκε και η χρήση των πιάτων δεύτερης διαλογής, οπότε και επισήμως η συνήθεια εισήλθε στην καθημερινότητα της διασκέδασης.
Ο Ζυλ Ντασσέν χρειάσθηκε να επαναλάβει τη σκηνή του σπασίματος των πιάτων αρκετές φορές. Φρόντισε δε να εξασφαλισθούν πιάτα που έβγαιναν ελαττωματικά από τους φούρνους των εργοστασίων. Εντός της δεκαετίας της ’60 έφθασαν να σπάζονται 100 χιλιάδες πιάτα το μήνα, ενώ γεννήθηκαν καμιά πενηνταριά βιοτεχνίες και βρήκαν εργασία περίπου χίλιοι άνθρωποι για να καλύπτονται οι ανάγκες των μερακλήδων. Ακολούθησαν αργότερα τα γύψινα αντίγραφα πιάτων για να αποφεύγονται οι τραυματισμοί και να μειώνεται το κόστος
Κατά την περίοδο της χούντας, το σπάσιμο των πιάτων πολεμήθηκε και απαγορεύτηκε ως ιδιώνυμο αδίκημα με νόμο που επέσειε φυλάκιση ως και 5 χρόνια. Παρά την χουντική απαγόρευση, η θραύση συνεχίστηκε και παραπέμφθηκαν στον εισαγγελέα πολλοί διάσημοι, όπως ο πρώην σύζυγος της Ζωής Λάσκαρη, Πέτρος Κουτουμάνος, ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Ομάρ Σαρίφ. 
Η “Νεράιδα” στον Άλιμο (μαζί με τα Δειλινά και τη Φαντασία), πρωταγωνιστούσε σε αυτές τις…πιατομαχίες! Εκεί μάλιστα μπήκε και τέλος στο έθιμο αυτό. Την περίοδο της δικτατορίας του Παπαδόπουλου, ο ίδιος ένα βράδυ συνοδεία των συνεργατών του επισκέφτηκε στη Νεράιδα για να διασκεδάσει. Φυσικά για χάρη του άλλαξε μέχρι και το ρεπερτόριο και όλα έδειχναν καλά μέχρι που κάποιος έσπασε ένα πιάτο. Ο δικτάτορας εξοργίστηκε με την παντελή έλλειψη τάξεως και αποχώρησε αμέσως από το μαγαζί. Την επόμενη ημέρα με νομοθετικό διάταγμά του, το σπάσιμο των πιάτων τίθεται σε απαγόρευση και γίνεται ιδιώνυμο αδίκημα. Προβλεπόταν μάλιστα φυλάκιση από έξι μήνες μέχρι πέντε χρόνια για όποιον θα προκαλούσε ή θα διέγειρε το κοινό αίσθημα καταστρέφοντας κινητά πράγματα σε κέντρα διασκέδασης. Ένα βραδύ μετά όμως επισκέπτεται τη Νεράιδα ο Αριστοτέλης Ωνάσης και αμφισβητώντας κάθε διαταγή σπάει ό,τι πιάτο υπάρχει στο κέντρο!
Η χούντα εξέδωσε τελικά ειδική γνωμοδότηση, που αποφαινόταν ότι δεν υπήρχε αδίκημα εάν το σπάσιμο των πιάτων συνοδευόταν και από την αποδοχή της συμπεριφοράς του ατόμου που έκανε αυτήν την πράξη από τους παρευρισκόμενους.

Σήμερα υπάρχουν ακόμα θαμώνες που εκτονώνονται με τη θραύση πιάτων στα νυχτερινά μαγαζιά και άλλων αντικειμένων. Βιομηχανία κατασκευής γύψινων πιάτων λειτουργεί σήμερα στα Διαβατα Θεσσαλονίκης και είναι του κ. Γκεντζου Κωνσταντίνου. 

Η οικογενειακή επιχείρηση της οικογένειας Σταμπούλογλου κατασκευάζει πιάτα για πάνω από 40 χρόνια. Την δεκαετία του’60, ’70 και του ’80 υπήρχαν πολλές βιοτεχνίες σε όλη την Ελλάδα.

Η πρακτική του σπασίματος φαίνεται να αντικαταστάθηκε από το ρίξιμο λουλουδιών προς τη σκηνή όπου τραγουδά ο καλλιτέχνης, κάτι που ξεκίνησε πρώτη η Μαρινέλλα.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γιαγιά στην Καππαδοκία τραγουδά Ελληνικό παραδοσιακό (Βίντεο)

Τραγωδία στo Χαρωπό, νεκρό μωράκι 8 μηνών.

Η καταπράσινη Καστανούσσα το 2024 : Το χωριό που θυμίζει ενα τεράστιο γκαζόν με βίλες

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Καταστήματα

Συνταγές

Χθεσημεραυριο

Μουσικές Επιλογές: Bουτιά στο παρελθόν

Ιστορίες

Τσιμεριτας

Ο χαζός του χωριού

Κλινικός Ψυχρολόγος