Διακυβέρνηση και Λαϊκές Συνελεύσεις στα Σέρρας κατά την Οθωμανική Κυριαρχία (1383-1912)

Η μεταβυζαντινή περίοδος, υπό οθωμανική κυριαρχία, χαρακτηρίζεται από σημαντική κοινωνική και πολιτική αναδιοργάνωση στις ελληνικές κοινότητες. Αυτό οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, μεταξύ των οποίων σημαντικότεροι ήταν το σύστημα φορολόγησης και η σχετική θρησκευτική ελευθερία που απολάμβαναν οι υπόδουλοι.
  1. Σύστημα Φορολόγησης: Οι τοπικοί κοινοτικοί άρχοντες, γνωστοί ως κοτσαμπάσηδες (ή τσορμπατζήδες στη Μακεδονία), ήταν υπεύθυνοι για τον υπολογισμό και την απόδοση των φόρων ανά άτομο. Αυτή η πρακτική επέτρεπε στους άρχοντες να διαχειρίζονται τα φορολογικά ζητήματα της κοινότητας και να διατηρούν μια μορφή αυτοδιοίκησης.

  2. Θρησκευτική Ελευθερία: Παρά την οθωμανική κυριαρχία, οι υπόδουλοι Έλληνες απολάμβαναν μια σχετική θρησκευτική ελευθερία. Αυτό βασιζόταν στη διαθήκη του προφήτη Μωάμεθ το 624 μ.Χ. και τα προνόμια που παραχώρησε το 1454 ο σουλτάνος Μεχμέτ Β΄ ο Πορθητής στο Πατριαρχείο. Η αναγνώριση του Πατριαρχείου και η δυνατότητα δράσης των επισκόπων ενίσχυαν τη θρησκευτική και πολιτιστική συνοχή των κοινοτήτων.

Η άνθηση των κοινοτήτων κατά την οθωμανική περίοδο είναι σημαντική για την κατανόηση των δομικών στοιχείων και του τρόπου λειτουργίας τους. Αυτή η ιστορική ανάλυση πρέπει να γίνεται χωρίς υπερβολικές εξιδανικεύσεις ή αφορισμούς, αναγνωρίζοντας παράλληλα τις συντηρητικές και πλουτοκρατικές πτυχές της λειτουργίας τους.

Πολιτική Διάσταση των Κοινοτήτων: Οι κοινότητες λειτουργούσαν ως πολιτικές συλλογικότητες με αρμοδιότητες που σχετίζονταν με την άσκηση εξουσίας σε τοπικό επίπεδο. Αυτές οι αρμοδιότητες λειτουργούσαν παράλληλα με τα επαρχιακά διοικητικά όργανα της κεντρικής οθωμανικής εξουσίας, ενισχύοντας την αυτονομία και τη συνοχή των κοινοτήτων.

Η οργάνωση και η λειτουργία των κοινοτήτων στην οθωμανική περίοδο αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής παράδοσης, με κεντρικό ρόλο στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της εποχής.

Οι ελληνικές κοινότητες στην οθωμανική περίοδο οργανώθηκαν σε τρεις βασικές βαθμίδες:

Κοινότητα του χωριού ή της πόλης: Εδώ οι τοπικοί κοινοτικοί άρχοντες εκλέγονταν μέσω λαϊκής συνέλευσης διά βοής για μια περίοδο έξι μηνών ή ενός έτους. Οι άρχοντες αυτοί συνήθως προέρχονταν από πλούσιες οικογένειες και απολάμβαναν φοροαπαλλαγές κατά τη διάρκεια της θητείας τους, αλλά συχνά δεν είχαν την εκτίμηση των συμπολιτών τους λόγω του ρόλου τους ως φοροεισπρακτόρων.

Κοινότητα της επαρχίας (καζά): Αυτή η βαθμίδα διοίκησης περιελάμβανε μεγαλύτερες περιοχές και είχε αυξημένες αρμοδιότητες, λειτουργώντας παράλληλα με τα επαρχιακά διοικητικά όργανα της οθωμανικής εξουσίας.

Κοινότητα του σαντζακίου: Το σαντζάκι ήταν η ανώτερη οθωμανική διοικητική περιφέρεια, που αντιστοιχεί σε νομό με σημερινούς όρους. Η κοινότητα σε αυτό το επίπεδο είχε ακόμα περισσότερες αρμοδιότητες και μεγαλύτερη αυτονομία.

Η πορεία της αναγνώρισης αυτών των κοινοτήτων από την οθωμανική κυριαρχία ήταν μακρά, με την πρώτη σημαντική προσπάθεια εκσυγχρονισμού να λαμβάνει χώρα το 1839 με το Χαττισερίφ του Γκιουλχανέ, αν και τα αποτελέσματα ήταν περιορισμένα. Το 1856 εκδίδεται το Χαττιχουμαγιούν, που επιδίωκε τη συγχώνευση της πολιτικής και θρησκευτικής αυτοδιοίκησης των Ελλήνων, αναθέτοντας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο τη σύνταξη των Γενικών Κανονισμών.

Η Περίπτωση των Σερρών: Οι Σέρρες ήταν υπό οθωμανική κυριαρχία από το 1383 μέχρι το 1912, με μια περίοδο βουλγαρικής κυριαρχίας το 1912-1913. Η πόλη είχε έναν πληθυσμό που αποτελούταν από Τούρκους, Έλληνες, Εβραίους και Τσιγγάνους, με μια πληθυσμιακή ισορροπία που διατηρήθηκε από τον 16ο έως τον 18ο αιώνα. Το 1894, ο πληθυσμός των Σερρών καταγράφηκε ως εξής: 13.500 Τούρκοι, 13.000 Έλληνες, 1.100 Εβραίοι και 400 Τσιγγάνοι.

Πηγές και Κανονισμοί: Μια από τις σημαντικότερες πηγές για την κατανόηση της οργάνωσης των κοινοτήτων είναι το «Σύστημα ή Διαταγαί» της κοινότητας Μελενίκου, το οποίο ψηφίστηκε το 1813. Αυτό το καταστατικό παρέχει πληροφορίες για τις λαϊκές συνελεύσεις και την αυτοδιοίκηση, συμπεριλαμβανομένων των συνελεύσεων στις Σέρρες όπως περιγράφονται στη Σερραϊκή Χρονογραφία του παπαΣυναδινού και τον Κώδικα Α της Μητρόπολης Σερρών. Η παλαιότερη μαρτυρία για συνέλευση των ορθόδοξων κατοίκων των Σερρών προέρχεται από το 1613 και καταδεικνύει τον κεντρικό ρόλο του μητροπολίτη και του τοπικού κλήρου στην εκλογή τοπικών αρχόντων

Ένα χρόνο μετά, έγινε πάλι λαϊκή συνέλευση, όπου σύμφωνα με τις πηγές επιβεβαιώνεται ξανά η σημασία του μητροπολίτη και του κλήρου στην τοπική σύναξη, αλλά και οικονομικών συσσωματώσεων (συντεχνιών) που αντιστοιχούσαν στα σημερινά επαγγελματικά σωματεία. Η διαχείριση των οικονομικών και η κατανομή της φορολογίας κατά τις φοροδοτικές ικανότητες του καθενός επικυρώνεται με τελετή θρησκευτικού περιεχομένου, ούτως ώστε να αποκτήσει αυξημένη σημασία η απόφαση της συνέλευσης. Στα 1615 ξαναγίνεται συνέλευση του κλήρου και του λαού που αυτή τη φορά ασχολείται με θέματα ρύθμισης του εμπορίου μέσω καθορισμού των μονάδων μέτρησης των πωλούμενων αγαθών. Εκτενή αναφορά σε συνέλευση των κατοίκων το 1638, που είχε οδυνηρές συνέπειες για τον ίδιο το χρονικογράφο, έχουμε στο χρονικό του παπαΣυναδινού.

«Τω αυτώ χρόνω, τον Φεβρουάριον μήναν, με εδίωξαν εμένα τον Παπασυναδινόν όλοι οι Χριστιανοί και όλοι οι πολητία μικροί τε και μεγάλοι από τας Σέρρας και από το σπίτι μου και από την γυναίκα μου και από τα παιδιά μου και από τα υπάρχοντα μου και από την πατρίδαν μου. Και σύνοδον έκαμαν και με έκριναν».

Βλέπουμε να έχει δικαστικές αρμοδιότητες και η ίδια η συνέλευση, και όχι μόνο η διοίκηση της κοινότητας. Μία άλλη κατεξοχήν αρμοδιότητα της συνέλευσης της ορθόδοξης κοινότητας ήταν η εκλογή προσωρινού μητροπολίτη, όταν για διάφορους λόγους χήρευε η θέση.

Το «Σύστημα ή Διαταγαί» της κοινότητας Μελενίκου, που εξέδωσε στα 1946 ο Π. Πέννας, ψηφίστηκε «κατά κοινήν ψήφον, απάσης της συνέλευσεως της εν Μακεδονία Πόλεως Μελενίκου» την 1η Απριλίου 1813. Εντυπωσιάζει η προνοητικότητα της συνέλευσης των κατοίκων, που έχει και ρόλο εισηγητικής έκθεσης θα έλεγε κανείς με σημερινούς όρους, και ακολουθεί το καταστατικό που περιέχει τριάντα άρθρα.

Από το πρακτικό προκύπτει ανάγλυφα μια ζοφερή κατάσταση, όπου οι στόχοι της κοινότητας να καλύπτονται οι ανάγκες για τη λειτουργία των εκκλησιών και των σχολείων και να βοηθούνται τα φτωχά μέλη της κοινότητας δεν έχουν επιτευχθεί. Γι' αυτό και οι κάτοικοι συνειδητοποιούν την ανάγκη ενός καταστατικού το οποίο ορίζουν να τηρείται εφεξής με αυστηρότητα, συνοδεύοντας με κατάρες όσους τυχόν αποπειραθούν να το καταστρατηγήσουν και με ευχές όσους το εφαρμόσουν πιστά.

Στα πρώτα τρία άρθρα καθιερώνεται η δυνατότητα να γίνονται αντικείμενα δανεισμού τμήματα της περιουσίας της κοινότητας σε φερέγγυα άτομα, με ενέχυρο και τόκο που να μην ξεπερνάει το 12% ετησίως. Τα επόμενα τέσσερα άρθρα ρυθμίζουν τα της εκλογής των αρχόντων από ετήσια συνέλευση αντιπροσώπων. Οι είκοσι αυτοί εκλέκτορες εκλέγουν τρεις επιτρόπους και τρεις εφόρους.

Οι αρμοδιότητες των αρχών αυτών, που έχουν ετήσια θητεία, καθορίζονται στα άρθρα 8-24 του Καταστατικού. Ορισμένες διαχειριστικές αρμοδιότητες σχετικά με την περιουσία των σχολείων, των εκκλησιών, την είσπραξη των φόρων και τη συγκέντρωση της βοήθειας για τους φτωχούς ασκούνται από κοινού από τους επιτρόπους και τους εφόρους. Άλλες πάλι ανήκουν μόνο στους επιτρόπους, είτε μόνο στους εφόρους.

Από τις πρώτες ξεχωρίζουν η αρμοδιότητα να έχουν κλειδί από την «κάσσα» του κοινού (αρθ. 18) και να κρατούν τη σφραγίδα με την οποία σφραγίζονται όλα τα έγγραφα του Κοινού (αρθ. 29). Από τις δεύτερες η υποχρέωση των επιτρόπων να επισκέπτονται τα σχολεία δύο φορές το μήνα, να προνοούν για το διορισμό και τη μισθοδοσία των δασκάλων με χρήματα της κοινότητας (δωρεάν παιδεία) και να λαμβάνουν πειθαρχικά μέτρα έναντι των μαθητών (άρθρα 20, 21).

Οι θέσεις αυτές αποτελούν τιμή και υποχρέωση ταυτόχρονα γι' αυτούς που εκλέγονται, δεν είναι έμμισθες και η αποποίησή τους είναι δυνατή μόνον έναντι χρηματικού ποσού (μάλιστα αυτός που θα αρνηθεί χαρακτηρίζεται «διεστραμμένος» αρθ. 25).

Οι εκλεγέντες λογοδοτούν ενώπιον της συνέλευσης στο τέλος της θητείας τους, οπότε και γίνεται η εκλογή των νέων επιτρόπων και εφόρων. Παράταση της θητείας είναι δυνατή αν αυτό το ζητήσει η συνέλευση και το δεχτούν οι λογοδοτήσαντες (αρθ. 27). Το καταστατικό τελειώνει με διαδικαστικές ρυθμίσεις, ποινές για αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και προβλέψεις για περιπτώσεις απουσίας εκτός Μελενίκου κάποιου από τους εφόρους ή τους επιτρόπους (αρθ. 28-31).

Αξιολογώντας το καταστατικό, βλέπει κανείς να κυριαρχούν τα δημοκρατικά και φιλελεύθερα στοιχεία. Πρόκειται για πάντρεμα των καλύτερων στιγμών αμεσοδημοκρατικών παραδόσεων των ελληνικών κοινοτήτων, με ιδέες ευρωπαϊκής διαφωτιστικής προέλευσης που ευδοκιμούσαν στη Βαλκανική και φορείς τους ήταν οι έμποροι που ταξίδευαν από και προς το Μελενίκο. Επίσης, η εκκλησία χάνει τον πρωταρχικό της ρόλο, καθώς ο μητροπολίτης έχει πλέον ρόλο απλώς επιβεβαιωτικό των αποφάσεων των επιτρόπων και των εφόρων. Κι έτσι αποτρέπονται διενέξεις που κατέληγαν εις βάρος των μελών της κοινότητας. Υπάρχει έντονο το στοιχείο της κοινωνικής κοινοτικής πρόνοιας και αυτό αντικατοπτρίζει ένα στενό δεσμό κοινωνικής αλληλεγγύης μεταξύ των κατοίκων, αλλά και μια εμπιστοσύνη ότι οι εκλεγμένοι θα διαχειριστούν ευσυνείδητα τις κοινοτικές υποθέσεις.

Η διαδικασία οργάνωσης και επιβολής ενιαίας οργάνωσης στις κοινότητες ορθοδόξων Ελλήνων κατά την περίοδο των Εθνικών Κανονισμών (1860-1862) και μετά την υπόθεση του Χάττι Χουμαγιούν το 1856 επηρέασε έντονα και την κοινότητα των Σερρών.

Ο πρώτος κανονισμός της κοινότητας των Σερρών συντάχθηκε το 1877 κατά την ηγεσία του μητροπολίτη Φιλοθέου Βρυενίου. Αργότερα, το αρχείο της Πατριαρχικής διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ενημέρωση ενός νέου κανονισμού το 1892. Αν και οι κανονισμοί αυτοί έχουν χαθεί, ο τελευταίος κανονισμός που θεσπίστηκε το 1902 διασώθηκε χειρόγραφος και αναμένεται η έκδοσή του.

Σημαντική πηγή για την ανασύνθεση του περιεχομένου των απολεσθέντων κανονισμών είναι τα «Πρακτικά της εν Σέρραις Εξαρχίας των Μητροπολιτών Θεσσαλονίκης και Σερβίων και Κοζάνης». Αυτά τα πρακτικά περιγράφουν την ένταση και τις διαμάχες που είχαν εκδηλωθεί στις Σέρρες ανάμεσα στις παρατάξεις των «Τσι πλάκηδων» και «Τσορμπατζήδων», οι οποίες εντάθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών 1890-1892.

Από τη μελέτη αυτών των πηγών, προκύπτει ότι η κοινότητα των Σερρών προσέφερε δύο κύρια συμπεράσματα:

  1. Η εποχή των Εθνικών Κανονισμών έφερε μια περίοδο ανοιχτής και πιο δημοκρατικής έκφρασης των διαφωνιών εντός της κοινότητας, σε αντίθεση με την πιο αποκεντρωμένη και αυθαίρετη διοίκηση που επικρατούσε στην προηγούμενη περίοδο.
  2. Οι Εθνικοί Κανονισμοί ενίσχυσαν τις εξουσίες της τοπικής εκκλησίας, ενοποιώντας την πολιτική και θρησκευτική εξουσία. Ωστόσο, αυτό το σύστημα είχε προβλήματα λειτουργίας και εξαρτιόταν από την καλή θέληση των μητροπολιτών να μην καταχρώνται τις εξουσίες τους.

Μετά την εκτροπή και την επιστροφή στον κανονισμό του 1892 και τον μεταγενέστερο του 1902, οι Σέρρες προσαρμόστηκαν στην ελληνική κυριαρχία κατά τη διάρκεια των γεγονότων της σύντομης βουλγαρικής κυριαρχίας (1912-1913), ακολουθώντας τις θεσμικές προϋποθέσεις που είχαν θεσπίσει οι ελληνικές αρχές για όλα τα ελληνικά έδαφα.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Google News <-----Google News

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Καπουδάν Γαζή Χασάν Πασάς έφθασε στις Σέρρες για να εκαθαρίσει την περιοχή από Αλβανούς και μισθοφόρους Αρβανίτες, 15 Μαΐου 1779

Έλληνες στρατιώτες αιχμάλωτοι των Γερμανών στο Οχυρό Ιστίμπεη ,7 Απριλίου 1941

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Σαν σήμερα



Εορτασμοί σήμερα


Αναρτήσεις...

  • Φόρτωση αναρτήσεων...

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Συνταγές

ΓηΤονια

Χαμένες Πατρίδες

Ρετρό

Σιδή Ρόκ Άστρο

Ο χαζός του χωριού