Όσιος Πινούφριος, 27 Νοεμβρίου
Ὁ Πινούφριος ἀρετῶν πολλαῖς χρόαις
Ἐν οὐρανοῖς ἔλαμψεν ὡς ἶρις νέα.
Ο Όσιος Πινούφριος (ή Πινούφιος) ήταν μέγας ασκητής στην Αιγυπτιακή έρημο, Ιερέας και ηγούμενος κοινοβίου κοντά στην πόλη Πανεφώ. Επειδή δεν ήθελε τιμές, εγκατέλειψε τη Μονή του και με λαϊκή ενδυμασία κατέφυγε στη Μονή Ταβεννησιωτών και υπηρετούσε όπως ο τελευταίος υπηρέτης. Μετά τρία χρόνια όμως, τον γνώρισε κάποιος μαθητής του και επανήλθε στη Μονή του. Αλλά και πάλι για τους ίδιους λόγους την εγκατέλειψε και πήγε στην Παλαιστίνη και έπειτα ξαναγύρισε στη Μονή του, όπου με πλήρη ταπεινοφροσύνη αφού έζησε απεβίωσε ειρηνικά. Λόγοι του οσίου αυτού, σώζονται στον Ευεργετινό.
Από τον Άγιο Ιωάννη Κασσιανό τον Ρωμαίο
(Κανονικές Διατάξεις — The Institutes), Βιβλίο Δ΄, Κεφ. 30–32)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Λ΄
Περί της ταπεινώσεως του αββά Πινούφιου, ο οποίος εγκατέλειψε περίφημο κοινοβίο, του οποίου ήταν Προεστώς και Πρεσβύτερος, και από αγάπη προς την υποταγή αναζήτησε μακρινό μοναστήρι για να γίνει δεκτός ως δόκιμος.
Τα όρια του βιβλίου μάς αναγκάζουν να πλησιάσουμε στο τέλος, αλλά η αρετή της υπακοής, η οποία κατέχει την πρώτη θέση ανάμεσα στις άλλες καλές ιδιότητες, δεν μας επιτρέπει να παραλείψουμε εντελώς τις πράξεις εκείνων που ξεχώρισαν σε αυτήν. Γι’ αυτό, συνδυάζοντας εύστοχα αυτά τα δύο —δηλαδή και τη συντομία και την ωφέλεια εκείνων που με ζήλο επιδιώκουν την αρετή— θα προσθέσουμε μόνο ένα ακόμη παράδειγμα ταπεινώσεως. Καθώς το έδειξε όχι κάποιος δόκιμος, αλλά ένας ήδη τελειωμένος και αββάς, μπορεί όχι μόνο να διδάξει τους νεωτέρους, αλλά και να παρακινήσει τους πρεσβυτέρους στην τέλεια ταπείνωση.
Είδαμε λοιπόν τον αββά Πινούφιο, ο οποίος, όταν ήταν πρεσβύτερος ενός μεγάλου Κοινοβίου στην Αίγυπτο, κοντά στην πόλη Πανεφύσι, τιμούνταν και σεβόταν από όλους εξαιτίας είτε του βίου του, είτε της ηλικίας του, είτε της ιερωσύνης του. Και επειδή έβλεπε ότι για τον λόγο αυτό δεν μπορούσε να ασκήσει την ταπείνωση που ποθούσε με όλη τη θέρμη της ψυχής του και δεν είχε ευκαιρία να εξασκήσει την αρετή της υποταγής που επιθυμούσε, έφυγε κρυφά από το Κοινόβιο και αποσύρθηκε μόνος στα απώτατα μέρη της Θηβαΐδος. Εκεί έβγαλε το μοναχικό ένδυμα και φόρεσε κοσμική ενδυμασία, και έτσι αναζήτησε το Κοινόβιο της Ταβέννης, το οποίο γνώριζε ότι ήταν το αυστηρότερο απ’ όλα. Φανταζόταν ότι εκεί δεν θα ήταν γνωστός, λόγω της αποστάσεως, ή ότι θα μπορούσε εύκολα να κρυφτεί μέσα στο πλήθος των αδελφών.
Εκεί έμεινε για πολύ καιρό στην είσοδο, ικετεύοντας με θερμές προσευχές τα γόνατα των αδελφών να γίνει δεκτός.
Όταν τελικά έγινε δεκτός —με μεγάλη περιφρόνηση, ως ένας αδύναμος γέροντας που είχε ζήσει όλη του τη ζωή στον κόσμο και ζητούσε στα γεράματα να γίνει μοναχός, όχι για την πίστη αλλά, όπως νόμιζαν, από ανάγκη ή πείνα— του ανέθεσαν τη φροντίδα του κήπου, καθώς φαινόταν γέρος και ακατάλληλος για άλλο έργο. Τον υπέταξαν σε έναν νεότερο αδελφό, στον οποίο ήταν εμπιστευμένος. Και τόσο υποτακτικός υπήρξε, τόσο επιμελής στην αρετή της ταπεινώσεως, ώστε καθημερινά εκτελούσε με ακρίβεια όχι μόνο όσα είχαν σχέση με τον κήπο, αλλά και όλες τις εργασίες που οι άλλοι θεωρούσαν σκληρές, ταπεινωτικές ή δυσάρεστες.
Ακόμη, σηκωνόταν τη νύχτα και έκανε πολλά μυστικά, χωρίς να τον βλέπει κανείς, υπό το κάλυμμα του σκότους, ώστε κανείς να μην μπορεί να ανακαλύψει τον δράστη των καλών έργων.
Και αφού κρυβόταν εκεί τρία χρόνια, και οι αδελφοί τον αναζητούσαν παντού στην Αίγυπτο, κάποιος που είχε έρθει από εκείνα τα μέρη τον είδε —αν και μετά βίας τον αναγνώρισε, λόγω της φτωχικής του ενδυμασίας και της ταπεινής εργασίας που έκανε: έσκαβε τη γη για τα λαχανικά και κουβαλούσε κοπριά στους ώμους του. Ο αδελφός αρχικά δίστασε να πιστέψει αυτό που έβλεπε· αλλά πλησιάζοντας και σημειώνοντας όχι μόνο τη μορφή αλλά και τη φωνή του, έπεσε αμέσως στα πόδια του. Οι άλλοι έμειναν κατάπληκτοι που έδειχνε τέτοια τιμή σε εκείνον που θεωρούσαν τον κατώτερο όλων, ως νεοεισερχόμενο και άνθρωπο που μόλις είχε εγκαταλείψει τον κόσμο. Και έμειναν ακόμη περισσότερο έκθαμβοι όταν ο αδελφός γνωστοποίησε το όνομα, το οποίο ήταν γνωστό σε όλους.
Οι αδελφοί ζήτησαν συγχώρηση επειδή τόσο καιρό τον είχαν αντιμετωπίσει ως νεότερο και παιδί, και τον οδήγησαν πίσω στο δικό του Κοινόβιο —παρά τη θέλησή του, με δάκρυα, επειδή ο φθόνος του διαβόλου τον είχε στερήσει από έναν άξιο τρόπο ζωής και από την ταπείνωση που είχε βρει μετά από μακρά αναζήτηση, και επειδή δεν κατόρθωσε να τελειώσει τη ζωή του σε εκείνη την κατάσταση της υποταγής που είχε επιδιώξει. Τον φύλαγαν με μεγάλη προσοχή, μήπως και πάλι δραπετεύσει και φύγει από κοντά τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΑ΄
Πώς ο αββάς Πινούφιος, αφού οδηγήθηκε πίσω στο μοναστήρι του, έμεινε λίγο εκεί και ξαναέφυγε στη Συριακή Παλαιστίνη.
Όταν έμεινε εκεί λίγο καιρό, ξαναφλογίστηκε από τον πόθο της ταπεινώσεως, και εκμεταλλευόμενος τη σιωπή της νύχτας, δραπέτευσε πάλι· αλλά αυτή τη φορά δεν αναζήτησε κοντινό τόπο, αλλά περιοχές άγνωστες, μακρινές και χωρισμένες από μεγάλη απόσταση. Επιβιβάστηκε σε πλοίο και ταξίδεψε στην Παλαιστίνη, πιστεύοντας ότι εκεί θα μπορούσε να μείνει κρυμμένος, διότι κανείς δεν θα είχε ακούσει το όνομά του.
Όταν έφθασε εκεί, αναζήτησε αμέσως το δικό μας μοναστήρι, το οποίο ήταν κοντά στη σπηλιά όπου ο Κύριός μας καταδέχθηκε να γεννηθεί από την Παρθένο. Και αν και κρυβόταν για κάποιο διάστημα, ωστόσο «πόλη επάνω σε βουνό δεν δύναται να κρυφθεί», κατά την έκφραση του Κυρίου· διότι μερικοί αδελφοί που είχαν έρθει από την Αίγυπτο στα Άγια Προσκυνήματα τον αναγνώρισαν και τον επέστρεψαν με θερμότατες παρακλήσεις στο δικό του Κοινόβιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΒ΄
Η νουθεσία που ο ίδιος ο αββάς Πινούφιος έδωσε σε έναν αδελφό, τον οποίο δέχθηκε στο μοναστήρι ενώ βρισκόμασταν παρόντες.
Αργότερα αναζητήσαμε αυτόν τον γέροντα στην Αίγυπτο, επειδή είχαμε στενή σχέση με αυτόν στο δικό μας μοναστήρι· και σκοπεύω να καταγράψω σε αυτό το έργο μία παραίνεση που έδωσε μπροστά μας σε έναν αδελφό που επρόκειτο να γίνει δεκτός στη μονή, επειδή νομίζω ότι θα φανεί ωφέλιμη.
Είπε λοιπόν:
«Γνωρίζεις ότι, αφού περίμενες τόσες μέρες στην είσοδο, σήμερα θα γίνεις δεκτός. Και πρώτα απ’ όλα πρέπει να γνωρίζεις τον λόγο για την δυσκολία που σου προκάλεσαν. Διότι αυτό μπορεί να σου φανεί πολύ χρήσιμο στον δρόμο που επιθυμείς να εισέλθεις, αν κατανοήσεις τον τρόπο του και προσέλθεις στην υπηρεσία του Χριστού ανάλογα και όπως πρέπει».
(Σημείωση: Οι υπόλοιπες διδασκαλίες του αββά Πινούφιου βρίσκονται στα κεφ. 33–43, τα οποία, κατά τον Κασσιανό, είναι ιδιαιτέρως ωφέλιμα για τους νέους μοναχούς. Βλ. επίσης τις Ομιλίες (Conferences) Βιβλίο Γ΄, Ομιλία 20, κεφ. 1–12.)



