Πλούτωνας και Περσεφόνη κριτές των ψυχών των νεκρών

 
Πλούτωνας και Περσεφόνη κριτές των ψυχών των νεκρών . Αρχαιολογικό Μουσείο Σερρών

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Όμηρος και ο Ησίοδος ήταν οι δημιουργοί των αρχαίων θεών και οι διαμορφωτές της λεγόμενης «ολύμπιας θρησκείας», η οποία αποτέλεσε την επίσημη θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα έως το τέλος της αρχαιότητας. 

Τα ομηρικά έπη, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, τα οποία αποτελούν τα αρχαιότερα παγκόσμια λογοτεχνικά κείμενα, από τα οποία και άρχεται η ευρωπαϊκή λογοτεχνία, περιγράφουν τον μυκηναϊκό κόσμο συγκεκριμενοποιώντας τις μέχρι τότε ασαφείς πεποιθήσεις και μορφοποιώντας τη θρησκευτική συνείδηση της εποχής. 

Στη μυκηναϊκή εποχή στην οποία αναφέρονται τα ομηρικά έπη η εθιμοτυπία επέβαλε την ταφή και όχι την καύση των νεκρών64. Η καύση των νεκρών επικράτησε κυρίως στα ιωνικά παράλια από τον 12ο έως τον 8οαι. π.Χ.. Αντίθετα στην κυρίως Ελλάδα διατηρήθηκε η ταφή των νεκρών. Μάλιστα δίνονταν έμφαση στην τελετουργική τοποθέτηση κτερισμάτων δίπλα από τον νεκρό. 

Η λέξη ψυχή (από το ρήμα ψυχώ= φυσώ, πνέω), στην ομηρική γλώσσα αναφέρονταν σε μια αόρατη και αέρινη ουσία, η οποία διέρχονταν από όλο το σώμα του ανθρώπου και το ζωοποιούσε. Τη στιγμή του θανάτου όμως η ψυχή ως άυλο ομοίωμα του σώματος εγκατέλειπε τον ετοιμοθάνατο, χάνοντας τη ζωτική της δύναμη επειδή έχανε την επαφή της με το αίμα. Από εκείνο το χρονικό σημείο η μεταθανάτια ομηρική ψυχή επιζούσε ανεξάρτητα από το σώμα.

Τις ψυχές καθοδηγούσε με το χρυσό ραβδί του ο ψυχοπομπός θεός Ερμής στον Κάτω Κόσμο, ο οποίος περνούσε τις ψυχές, ως είδωλα πλέον των νεκρών, από τα ρεύματα του Ωκεανού και από τον Λευκό Βράχο. Η πορεία συνεχίζονταν μέσα από τις πόρτες του Ήλιου και από τη γη των ονείρων και κατέληγε τελικά στο ασφοδελό λιβάδι, όπου και συναντούσαν τις άλλες ψυχές των νεκρών.

Οι ψυχές που επιβραβεύονταν για τις εν ζωή ηρωικές τους πράξεις πηγαίνοντας στα Ηλύσια πεδία. Άλλες ψυχές, ένεκα της ύβρης που διέπραξαν όσο ζούσαν σε βάρος των θεών τιμωρούνταν στα Τάρταρα.

Η ψυχή του νεκρού όμως είχε τη δυνατότητα της επικοινωνίας με τον κόσμο των ζωντανών, καθώς τόσο οι ζωντανοί μπορούσαν να κατέλθουν στο βασίλειο του Άδη, όσο και οι νεκρές ψυχές μπορούσαν να επισκεφτούν τους ζωντανούς και να συνομιλήσουν μαζί τους μέσα από τα όνειρα των ζωντανών.

Παράλληλα με την ομηρική αντίληψη (6ος αι. π.Χ.), αν όχι νωρίτερα από αυτή, διαμορφώθηκε στην αρχαία Θράκη ο Ορφισμός, μια νέα μυστηριακή θρησκευτική κίνηση με έντονες επιρροές από ανατολικές θρησκείες,

Για τους ορφικούς η ψυχή προϋπήρχε, ήταν αθάνατη και κατάγονταν από τους θεούς επειδή εμπεριείχε ένα στοιχείο του θείου.

Οι ορφικοί προέτασσαν έναν ιδιότυπο για την εποχή ανθρωπολογικό δυισμό και οδηγήθηκαν σε μία δυαλιστική θεώρηση του κόσμου, σύμφωνα με την οποία ήταν σαφής ο διαχωρισμός σώματος και ψυχής και αναπόφευκτη η μόνιμη σύγκρουση του πνεύματος και της ύλης. Η προϋπάρχουσα αθάνατη θεϊκή ψυχή ήταν φυλακισμένη στο γήινο σώμα και επιτύγχανε την κάθαρσή της μέσα από ένα κύκλο διαδοχικών μετενσαρκώσεων, τους οποίους έπρεπε να πληρώσει ως τίμημα για το αρχέγονο Άγος, δηλαδή τον διαμελισμό του θεού Διόνυσου-Ζαργέα που ως κληρονομιά κουβαλούσε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, με αντικειμενικό στόχο να οδηγηθεί τελικά στη μεταθανάτιο ευδαιμονία. 

Ο θάνατος στην ορφική κοσμοθεωρία δεν ήταν κάτι κακό, αλλά αποτελούσε ένα στάδιο της εξελικτικής πορείας της ψυχής προς την κάθαρση. Η μεταθανάτια ψυχή ακολουθούσε την πορεία της προς τον Άδη, σύμφωνα με την επικρατούσα αρχαιοελληνική αντίληψη, με τη διαφορά όμως ότι εκεί κατοικούσε για ένα χρονικό διάστημα.

Η μεταθανάτια ορφική ψυχή οδηγούμενη στον Άδη έρχονταν μπροστά σε κριτές, οι οποίοι την έκριναν ανάλογα με την επίγεια ηθική ή όχι βιωτή της. Αν την έκριναν άξια η ψυχή απελευθερωνόταν από το κύκλο των μετενσαρκώσεων και οδηγούνταν στις Νήσους των Μακαρίων, ενώ αν κρίνονταν ανάξια μετά από μια περίοδο 1.000 ετών, κατά την οποία η ψυχή κυλίονταν μέσα στον βούρκο, ώστε να επιτύχει την εξιλέωση της,

Καλύτερη μοίρα τύγχαναν οι μυημένοι στον Ορφισμό, για τους οποίους υπήρχε η πεποίθηση ότι μέσα από την άσκηση τους, την υποκειμενικά ενάρετη ζωή τους, αλλά και την αντικειμενική μετοχή τους στις λατρευτικές πράξεις και στους τελετουργικούς καθαρισμούς, θα επιτυγχάνονταν ο εξαγνισμός και η λύτρωση τους.

Στην ορφική διδασκαλία υπήρχε μια ταύτιση των δύο ομηρικών ψυχών, δηλαδή της ψυχής του ζωντανού και της ψυχής του νεκρού, οι οποίες συγχωνεύονταν σε μία, στην πνευματική ψυχή86, για την οποία η πραγματική και μακάρια ζωή θα επέρχονταν μετά τον σωματικό θάνατο, όταν απαλλαγμένη από τη γήινη υπόστασή της θα αποκτούσε ξανά τη χαμένη της θεϊκή υπόσταση.

Στη συνέχεια διάφορες φιλοσοφικές σχολές εξέφρασαν απόψεις για το τι είναι ψυχή και το τι συμβένει μετά το θάνατο.

Την ύπαρξη κριτών της ψυχής μπορούμε να την επιβεβαιώσουμε με ενα ανάγλυφο σε αντίθεση με τους μελετητές που λεν οτι δεν υπηρχε θειική κρίση στα αρχαία χρόνια. 

Το αρχαίο µαρµάρινο ανάφλυφο, παριστάνει τον Πλούτωνα, την Περσεφόνη και µία Άρπια, σε στιγµιότυπο «δίκης» του νεκρού που άγεται από τον ψυχοποµπό Ερµή. 

Το ανάφλυφο το µετέφερε από το Νευροκόπι στις Σέρρες ο υποπρόξενος της Αγγλίας Κ. Καπέτης και το δηµοσίευσε πρώτη φορά ο φιλόλογος και αρχαιολόγος Πέτρος Παπαγεωργίου στην Εστία Αθηνών το 1893.

Ο Πλούτωνας και η Περσεφόνη λατρεύονταν ιδιαίτερα στην περιοχή του νομού Σερρών. Αυτό φαίνεται και από ένα σπάνιο αρχαίο ανάγλυφο, διαστάσεων 0,53Χ0,83 μ. που φυλάσσεται στο Μουσείο των Σερρών. 

Η παράσταση είναι σύνθετη ανάγλυφη με τους θεούς του Άδη, τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη. Αριστερά του Πλούτωνα είναι μια Άρπις και γυμνός ο ψυχοπομπός Ερμής. Φέρνει έναν άνθρωπο στον Άδη, μια ψυχή, για να την κρίνουν οι θεοί του Άδη. Πάνω έχει αστέρια και δύο μικρές μορφές με την επιγραφή «ΚΥΡΙΩ ΠΛΟΥΤΩΝΙ».

Αναλυτικά η παράσταση χωρίζεται σε τρεις οριζόντιες ζώνες. Στην επάνω εικονίζονται δύο μορφές με ακτινωτό στέφανο η μία και με φτερά η άλλη.

Συμβολίζουν τον ήλιο και τη σελήνη. Στα άκρα εικονίζονται δυο οκτάκτινα αστέρια και στο μέσον το δίστιχο «ΚΥΡΙΩ ΠΛΟΥΤΩΝΙ». Ο δωδεκάκτινος ήλιος παριστάνει τον επάνω κόσμο με τους 12 μήνες και η σελήνη τον κάτω κόσμο, τον Άδη, στον οποίο πίστευαν ότι θα κατέβαιναν όλοι οι άνθρωποι μετά θάνατον.

Στη μεσαία ζώνη εικονίζονται τέσσερις μορφές:
α) Ο πωγωνοφόρος Πλούτωνας με φωτοστέφανο. Ο θεός των νεκρών, προ του οποίου έτρεμαν οι άνθρωποι όταν σκέπτονταν το θάνατο και το αιώνιο δεσμωτήριο των νεκρών στον Άδη.
β) Η Περσεφόνη με μακριά μαλλιά μέχρι τα μπράτσα. Αμφότεροι κρατούν στο αριστερό χέρι σκήπτρα, ενώ η Περσεφόνη κρατά και έναν καθρέπτη στο δεξί χέρι. 
γ) Ο θεός Ερμής ίσταται δεξιά τους γυμνός με έναν φτερωτό σκούφο στο κεφάλι. Κρατά πουγκί στο δεξί χέρι και κηρύκειο στο αριστερό.
δ) Μια φιγούρα ενός νεκρού με ένδυμα και μπαστούνι. Είναι η ψυχή του νεκρού που την έφερε ο Ερμής για να δικαστεί. Ανάμεσά τους υπάρχει ένας βωμός.

Όλα είναι συμβολικά. Παριστάνουν τον Άδη και την κρίση των ανθρώπων με την αντίληψη και την πίστη της αρχαίας εποχής. Παριστάνουν την παραμονή της Περσεφόνης έξι μήνες στον Άδη και έξι στη γη.

Κατά τον Αππιανό (IV.105) στην επαρχία Φυλλίδας του νομού Σερρών βρισκόταν το Νύσιον πεδίον, από όπου ο θεός του Άδη Πλούτωνας άρπαξε την κόρη της θεάς Δήμητρας Περσεφόνη. Ο ομηρικός ύμνος λέγει ότι με τη συγκατάθεση του Δία ο Πλούτωνας έκλεψε την Περσεφόνη, την κόρη με το ανάλαφρο βήμα που έπαιζε με τις φιλενάδες της μαζεύοντας λουλούδια σ’ ένα λιβάδι με ωραίες βιολέτες, υακίνθους και ναρκίσσους στην κοιλάδα του Αγγίτη ποταμού. Ένας φανταχτερός ωραίος νάρκισσος τράβηξε την προσοχή της Περσεφόνης με το άλικο χρώμα του σε μια απόμερη μεριά του λιβαδιού.

Η Περσεφόνη απομακρύνθηκε από τις φίλες της για να τον κόψει. Τη στιγμή εκείνη άνοιξε η γη και ξεπρόβαλε ο θεός του Άδη, ο Πλούτωνας. Με τη συγκατάθεση του Δία την άρπαξε και την έβαλε στο χρυσό του άρμα με τα αθάνατα άλογα. Αντιστάθηκε όσο μπορούσε η Περσεφόνη. Φώναζε δυνατά ζητώντας βοήθεια μα κανείς δεν την άκουσε, διότι ταχέως ξανάκλεισε η γη και ο Πλούτωνας την κατέβασε στον Άδη. Ο παραπόταμος του Αγγίτη, που προέρχεται από τους Φιλίππους και ενώνεται από δεξιά με τον Αγγίτη, ονομάζεται Ζυγάκτης επειδή εκεί έσπασε ο άξονας της χρυσής άμαξας του Πλούτωνα.

Η μάνα της Περσεφόνης, η Δήμητρα, η θεά της γεωργίας, την αναζήτησε παντού και όταν έμαθε την αρπαγή της κατέφυγε στον υπέρτατο μυθικό θεό, τον Δία, να της απονείμει δικαιοσύνη. Εκείνος αποφάσισε έξι μήνες να μένει η Περσεφόνη με την μάνα της επάνω στη γη και έξι μήνες στον Άδη με τον άντρα της. Έτσι, οι άνθρωποι της εποχής εκείνης εξήγησαν τις αλλαγές του ετήσιου κύκλου, του χειμώνα και του καλοκαιριού, αποδίδοντας την άνοιξη και το καλοκαίρι στην ευδιαθεσία της θεάς της γεωργίας Δήμητρας, επειδή είχε την κόρη της μαζί της, ενώ το φθινόπωρο και τον χειμώνα στη στεναχώρια της επειδή στερούνταν την κόρη της.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γιαγιά στην Καππαδοκία τραγουδά Ελληνικό παραδοσιακό (Βίντεο)

Το νέο σύγχρονο μηχάνημα συγκομιδής ελιάς έφτασε και στις Σέρρες

Ο Μέγας Αλέξανδρος διαβαίνει τον Ελλήσποντο, 1 Απριλίου 334 π.Χ.

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Καταστήματα

Συνταγές

Χθεσημεραυριο

Μουσικές Επιλογές: Bουτιά στο παρελθόν

Ιστορίες

Τσιμεριτας

Ο χαζός του χωριού

Κλινικός Ψυχρολόγος