Όσιος Νικηφόρος, 23 Οκτωβρίου
Ο Όσιος Νικηφόρος ήταν μοναχός στη Μονή Εσφιγμένου, πιθανότατα εξελληνισμένος Αρμένιος, και εστάλη σε σημαντική αποστολή στο θέμα του Χαρσιανού το 1001 μ.Χ., δηλαδή αμέσως μετά τον θάνατο του Δαβίδ Κουροπαλάτη, πρίγκιπα του Τάιχ, του οποίου το πριγκιπάτο προσαρτήθηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β΄.
«τὴν ἐν τῷ Χαρσιανῷ συστησάμενος Μονήν, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται»
Ο Όσιος Νικηφόρος εργάστηκε στην επαρχία κοντά στα νεοενσωματωμένα εδάφη και συνέβαλε επί τριάντα έξι χρόνια στην εξάπλωση του Χριστιανισμού. Εκεί ίδρυσε επίσης ένα μοναστήρι.
Ως ανταμοιβή, του παρασχέθηκε μέριμνα για τη συνταξιοδότησή του εντός της Εκκλησίας: το 1037 μ.Χ. εγκαταστάθηκε στο Άγιον Όρος, όπου έλαβε το προνόμιο να γευματίζει στο τραπέζι του Πρώτου Θεοκτίστου ή, αν το επιθυμούσε, να του προσφέρεται φαγητό στο κελλί του από την κουζίνα του Πρώτου. Ο υπηρέτης του τρεφόταν μαζί με τους λοιπούς αδελφούς.
Μετά τον θάνατο του Πρώτου (ο οποίος ήταν επίσης αρμενικής καταγωγής), ο Νικηφόρος κληρονόμησε μία περιουσία. Τελικά, εκοιμήθη εν ειρήνη.
(Πηγή: Actes d’Esphigmenou, Παρίσι, 1973, αρ. 2)



