Άρχισε να λειτουργεί στις Σέρρες το Ελληνικό Ταχυδρομικό Γραφείο, 30 Δεκεμβρίου 1912
Φωτο αρχείου
Στις 30 Δεκεμβρίου 1912, άρχισε να λειτουργεί στις Σέρρες το Ελληνικό Ταχυδρομικό Γραφείο, υπό τη διεύθυνση του Δημητρίου Χρονόπουλου, υπαλλήλου των Ταχυδρομείων, Τηλεγραφείων και Τηλεφώνων (Τ.Τ.Τ.). Η λειτουργία του γραφείου διήρκεσε περίπου πέντε μήνες και μισό, κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, υπό τις ιδιόρρυθμες συνθήκες της βουλγαρικής συμμαχίας.
Βουλγάρικο Ταχυδρομείο
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, η άδεια λειτουργίας βουλγαρικού ταχυδρομικού γραφείου παραχωρήθηκε, και η συμφωνία περιλάμβανε την αντίστοιχη βουλγαρική άδεια για τη λειτουργία ελληνικού ταχυδρομικού γραφείου στις υπό βουλγαρική κατοχή πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας, όπως οι Σέρρες, η Δράμα και η Καβάλα. Το ελληνικό ταχυδρομικό γραφείο Σερρών λειτούργησε κανονικά από τις 30 Δεκεμβρίου 1912 μέχρι τα μέσα Ιουνίου 1913.
Το γραφείο χρησιμοποίησε τη γνωστή σφραγίδα τύπου V με το ανθέμιο και γραμματόσημα των εκδόσεων Ελληνικής Διοίκησης και Εκστρατείας. Μετά την εδραίωση της ελληνικής κυριαρχίας, το Ταχυδρομείο της πόλης των Σερρών εντάχθηκε στην υπηρεσία των Ελληνικών Ταχυδρομείων και χρησιμοποίησε τα γραμματόσημα και τα ταχυδρομικά σήμαντρα του ελληνικού κράτους.
Τα αποτυπώματα των σφραγίδων και ο χάρτης των ταχυδρομικών γραφείων προέρχονται από το σημαντικό έργο των Alain Nicolas και Αλέξανδρου Γαληνού «ΞΕΝΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΗΜΑΝΤΡΑ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΕΛΛΑΔΙΚΑ ΕΔΑΦΗ».
Η ίδρυση και λειτουργία του Ελληνικού Ταχυδρομικού Γραφείου Σερρών αποτέλεσε σημαντικό βήμα στην εδραίωση της ελληνικής διοίκησης στην περιοχή και στην ενίσχυση των επικοινωνιών κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου.
Γενικές πληροφορίες:
Στη χώρα μας, η ίδρυση και η αφετηρία των Ελληνικών Ταχυδρομείων ξεκίνησε στις 24 Σεπτεμβρίου 1828, όταν ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας υπέγραψε ψήφισμα «Περί συστάσεως τακτικής Ταχυδρομικής Συγκοινωνίας», ιδρύοντας το «Γενικόν Ταχυδρομείον», το πρώτο ταχυδρομείο του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Με το ίδιο ψήφισμα, συστήνονται τα πέντε πρώτα κεντρικά ταχυδρομεία «εις Άργος, εις Τριπολιτσάν, εις Επίδαυρον, εις Αίγιναν και εις Σύραν».
Από τις αρχές του 19ου αιώνα οργανώνεται συστηματικά η Ταχυδρομική Υπηρεσία, η οποία λειτουργεί με την Τηλεγραφική και Τηλεφωνική Υπηρεσία με την επωνυμία «ΤΤΤ» έως το 1949. Έκτοτε, με την ίδρυση του ΟΤΕ, χωρίζονται τα 3Τ (Ταχυδρομείον, Τηλεγραφείον, Τηλεφωνείον) και δημιουργούνται πλέον τα ΕΛ.ΤΑ., τα οποία αναλαμβάνουν αμιγώς ταχυδρομικές υπηρεσίες. Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛ.ΤΑ.) κατέστησαν Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) το 1970, ενώ το 1996 μετατράπηκαν σε Ανώνυμη Εταιρεία (Α.Ε.) Το 2000 ιδρύθηκε η θυγατρική εταιρεία Ταχυμεταφορές ΕΛΤΑ Α.Ε. και το 2006 τα ΕΛ.ΤΑ. σύναψαν εμπορική συμφωνία με το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Από το έτος 2013 με την πλήρη απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς, τα ΕΛ.ΤΑ. ορίστηκαν καθολικός πάροχος.
Αυστριακό Ταχυδρομείο
Το Αυστριακό Ταχυδρομείο, κατά την περίοδο 1835-1914, λειτούργησε με μεγάλο αριθμό ταχυδρομικών γραφείων εκτός από αυτά που υπήρχαν στις Σέρρες και τη Θεσσαλονίκη. Ενδεικτικά, τα γραφεία αυτά περιλάμβαναν πόλεις και περιοχές όπως ο Βόλος, το Δεδέαγατς (σημερινός Αλεξανδρούπολη), τα Δωδεκάνησα, η Ήπειρος, η Θεσσαλονίκη, τα Ιόνια Νησιά, η Καβάλα, η Κρήτη, ο Λάγος, η Μυτιλήνη, η Πάτρα, ο Πειραιάς, η Σάμος, η Σύρος, η Τένεδος και η Χίος.
Για τη λειτουργία αυτών των γραφείων, χρησιμοποιήθηκαν κυρίως προγραμματοσημικές σφραγίδες σε γραμματόσημα Λομβαρδοβενετίας και Αυστριακού Λεβάντ, τα οποία αποτελούσαν σημαντικά ταχυδρομικά σήματα στην περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των γειτονικών περιοχών.
Η παρουσία των Αυστριακών Ταχυδρομείων στην περιοχή είχε σημαντική επίδραση στις ταχυδρομικές επικοινωνίες και την ανάπτυξη της ταχυδρομικής υπηρεσίας, ιδίως στη Μακεδονία, τη Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου.
Τα Οθωμανικά Ταχυδρομεία λειτουργούσαν στην Ελλάδα από το 1840 έως το 1912, με έναν πολύ μεγάλο αριθμό ταχυδρομικών γραφείων σε διάφορες περιοχές της χώρας. Τα πιο γνωστά γραφεία περιλάμβαναν το Άγιο Όρος, το Δεδέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη), τα Δωδεκάνησα, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Θεσσαλονίκη, την Καβάλα, την Κρήτη, τη Λήμνο, τη Μυτιλήνη, τη Σάμο, τις Σέρρες και τη Χίο.
Για τη λειτουργία αυτών των γραφείων χρησιμοποιήθηκαν προγραμματοσημικές σφραγίδες σε Τουρκικά γραμματόσημα, τα οποία φέρουν Τουρκική γραφή, καθώς και σε γραμματόσημα με Τουρκική ή Λατινική γραφή. Η χρήση αυτών των γραμματοσήμων ήταν κοινή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία ελέγχει αυτές τις περιοχές την περίοδο αυτή.
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το 584 μ.Χ. ξεκινά η αρίθμηση του Ισλαμικού ημερολογίου, το οποίο εξακολουθεί να ισχύει μέχρι και το 1840, οπότε και αρχίζει η εφαρμογή του ημερολογίου για τα Τουρκικά Ταχυδρομεία στην Ελλάδα. Από τη χρονική αυτή βάση, η αρίθμηση του Ισλαμικού ημερολογίου υπολογίζεται ως 1840 - 584 = 1256, που αντιστοιχεί στο έτος που άρχισε η χρήση αυτού του ημερολογίου για τις ταχυδρομικές σφραγίδες και τις άλλες υπηρεσίες.