Άγιοι Πέτρος και Σαμουήλ της Γεωργίας, 30 Νοεμβρίου
Στον βίο του Αγίου Βασιλέως Βαχτάνγκ Δ΄ Γκοργκασάλι αναφέρεται ότι ο βασιλιάς γνώρισε τον Πέτρο, μαθητή του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, κατά μία από τις επισκέψεις του στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, και συνδέθηκε στενά μαζί του. Εκείνη την εποχή γνώρισε επίσης τον μελλοντικό καθολικό Σαμουήλ.
Ο στενός πνευματικός δεσμός του αγίου βασιλέως και του καθολικού, σε συνδυασμό με τις κοινές τους προσπάθειες για λογαριασμό της Εκκλησίας, συνέβαλαν ανεκτίμητα στη σύναψη φιλικών πολιτικών σχέσεων μεταξύ Γεωργίας και Κωνσταντινουπόλεως, καθώς και στην ανακήρυξη της αυτοκεφαλίας της Γεωργιανής Αποστολικής Εκκλησίας.
Επιστρέφοντας στην πρωτεύουσά του, ο βασιλιάς Βαχτάνγκ έστειλε απεσταλμένο στην Κωνσταντινούπολη για να του βρουν σύζυγο. Έστειλε επίσης αίτημα να αναδειχθεί ο ιεράρχης Πέτρος σε καθολικό και ο ιερέας Σαμουήλ σε επίσκοπο. Ικέτευε τον πατριάρχη να επισπεύσει την άφιξη του καθολικού Πέτρου και των δώδεκα επισκόπων μαζί του.
Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ενέκρινε το αίτημα του βασιλέως Βαχτάνγκ για την καθιέρωση του αξιώματος του Καθολικού της Γεωργίας. Επειδή η Γεωργιανή Εκκλησία τελούσε ακόμη υπό τη δικαιοδοσία της Αντιοχείας, ο Πέτρος και ο Σαμουήλ στάλθηκαν στον ίδιο τον Πατριάρχη Αντιοχείας για να χειροτονηθούν. Η αυτοκεφαλία της Γεωργιανής Εκκλησίας ανακηρύχθηκε μετά την άφιξη των δύο αγίων πατέρων στη Γεωργία.
Ο Άγιος Πέτρος διοίκησε την Εκκλησία σύμφωνα με την αρχή της αυτοκεφαλίας και καθιέρωσε έναν τύπο αυτοδιοικήσεως που αργότερα συνέβαλε στην ενίσχυση της εξουσίας της Γεωργιανής Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ο αμοιβαίος σεβασμός και η συνεργασία του καθολικού και του αγίου βασιλέως έθεσαν τα θεμέλια για αρμονικές σχέσεις μεταξύ κοσμικής και εκκλησιαστικής εξουσίας στη Γεωργία. Το παράδειγμά τους καθόρισε το κύρος της Εκκλησίας και την εθνική αγάπη και τιμή προς τον βασιλιά.
Ο Πέτρος συνόδευσε τον βασιλέα Βαχτάνγκ Γκοργκασάλι στον πόλεμο με τους Πέρσες το 502. Γράφεται ότι «ο θανάσιμα τραυματισμένος βασιλεύς Βαχτάνγκ κάλεσε τον καθολικό, τη βασίλισσα, τους υιούς του και όλη την αριστοκρατία». Ο Άγιος Πέτρος άκουσε την τελευταία εξομολόγηση του βασιλέως, του έδωσε άφεση αμαρτιών, τέλεσε την εξόδιο ακολουθία του και ευλόγησε τον πρίγκιπα Ντάτσι (502–514) να τον διαδεχθεί ως βασιλιά της Καρτλί.
Ο Άγιος Καθολικός Πέτρος έφτασε στο τέλος της ζωής του κυβερνώντας με μεγάλη σοφία τη Γεωργιανή Εκκλησία.

Ο Άγιος Σαμουήλ ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Γεωργίας τον 6ο αιώνα, μετά τον Άγιο Καθολικό Πέτρο.
Όπως και ο Άγιος Πέτρος, έτσι και ο Σαμουήλ καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Έφθασε στη Γεωργία μαζί με τον καθολικό Πέτρο ως επίσκοπος, κατόπιν προσκλήσεως του βασιλέως Βαχτάνγκ Γκοργκασάλι και με την ευλογία του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Την εποχή εκείνη, η Καθολική έδρα βρισκόταν στον Καθεδρικό Ναό του Σβετιτσχοβέλι στη Μτσχέτα.
Μετά την κοίμηση του Καθολικού Πέτρου, ο Σαμουήλ τον διαδέχθηκε, και ο βασιλεύς Ντάτσι «του χάρισε την πόλη της Μτσχέτα, σύμφωνα με τη βούληση του βασιλέως Βαχτάνγκ». Ο Άγιος Σαμουήλ ηγήθηκε της Γεωργιανής Εκκλησίας κατά τις βασιλείες του Ντάτσι και του υιού του Μπακούρ. Αυτός ξεκίνησε την ανέγερση του ναού Τσκαροστάβι στην περιοχή Ιαβαχετί.
Όσα γνωρίζουμε για τη δράση του Αγίου Σαμουήλ τον παρουσιάζουν ως ποιμένα με μεγάλη διορατικότητα, που ενδιαφερόταν βαθειά για το ποίμνιό του. Υπήρξε επίσης στενός γνωστός της αγίας νεομάρτυρος βασιλίσσης Σουσανίκ.
Ο Άγιος Σαμουήλ υπηρέτησε με πίστη την Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Γεωργίας και εργάστηκε ακατάπαυστα για την ενίσχυση της χριστιανικής πίστεως του γεωργιανού λαού μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του.
Η Ιερά Σύνοδος της Γεωργιανής Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας αγιοκατέταξε τον Άγιο Καθολικό Πέτρο και τον Άγιο Καθολικό Σαμουήλ στις 17 Οκτωβρίου 2002.


