Άγιος Αδαλβέρος Β΄ της Μετς, 15 Δεκεμβρίου
Ο Άγιος Αδαλβέρος Β΄ της Μετς (λατινικά: Adalberonis ή Adalberus· περ. 958 – 14 Δεκεμβρίου 1005) ήταν επίσκοπος του 10ου και 11ου αιώνα. Από το 984 έως τον θάνατό του διετέλεσε επίσκοπος του Βερντέν και επίσκοπος της Μετς. Ήταν γιος του Φρειδερίκου Α΄, δούκα της Άνω Λωρραίνης, και της Βεατρίκης της Γαλλίας, κόρης του Ούγου του Μεγάλου. Σπούδασε στη μονή του Γκορζ και προτάθηκε να διαδεχθεί τον επίσκοπο του Βερντέν, Βιγκφρίδο. Ωστόσο, επιλέχθηκε αρχικά ο Ούγος Β΄, ο οποίος παραιτήθηκε από την έδρα έπειτα από έναν χρόνο, οπότε ο Αδαλβέρος ανέλαβε τελικά την επισκοπή.
Ο θάνατος του Ντήτριχ Α΄ της Μετς στις 7 Σεπτεμβρίου 984 εμπόδισε τον Αδαλβέρο να διοριστεί επισήμως· όμως την ίδια χρονιά, στις 16 Οκτωβρίου, εξελέγη επίσκοπος της Μετς, παραχωρώντας την επισκοπή του Βερντέν σε έναν από τους εξαδέλφους του, τον Αδαλβέρο Β΄ των Αρδεννών. Με τον Αδαλβέρο αρχίζει μια νέα περίοδος σχεδόν έξι αιώνων, κατά την οποία η επισκοπή δεν εμπλέκεται πλέον στις υποθέσεις της αυλής και αναπτύσσει έντονη εκκλησιαστική ζωή, αν και συχνά ταραγμένη από συγκρούσεις μεταξύ των πολιτών της Μετς και των επισκόπων ως κοσμικών αρχόντων.
Ο Θεοδώριχος (Τιερί) του Λουξεμβούργου υπηρέτησε ως βοηθός επίσκοπος (coadjutor) και αργότερα τον διαδέχθηκε στην επισκοπή.
Στη Μετς, ο Αδαλβέρος ευνόησε τη μοναστική μεταρρύθμιση στην επισκοπή του, ενισχύοντας την επιρροή του τάγματος του Κλυνύ στη Λωρραίνη, καλώντας, μεταξύ άλλων, τον Γουλιέλμο του Βολπιάνο. Υποστήριξε επίσης τον Ερρίκο Β΄, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εναντίον διαφόρων γάμων συγγενών του.
Απεβίωσε στις 14 Δεκεμβρίου 1005 και τάφηκε στη μονή του Αγίου Συμφοριανού στη Μετς.


