Άγιος Παυλίνος του Γιορκ, 10 Οκτωβρίου
Το 601 έφτασε δεύτερη αποστολή μοναχών, στην οποία περιλαμβανόταν και ο Παυλίνος (γεννημένος περίπου το 584). Έφεραν μαζί τους ιερά σκεύη, καλύμματα για τις Αγίες Τράπεζες και άλλα εκκλησιαστικά σκεύη, ιερατικά άμφια, λείψανα Αποστόλων και Μαρτύρων, καθώς και πολλά βιβλία. Ο Πάπας Γρηγόριος, με επιστολές του, όρισε ότι όταν οι βόρειες χώρες θα δεχθούν την πίστη, το Γιορκ θα γίνει μητροπολιτική έδρα, όπως και το Καντέρμπουρυ.
Κάποια χρόνια μετά το 616, ο Έντγουιν, ο ειδωλολάτρης βασιλιάς της Νορθουμβρίας (περιοχή βόρεια του ποταμού Χάμπερ – περίπου το βόρειο τέταρτο της Αγγλίας), ζήτησε να νυμφευθεί την Εθελβούργα, αδελφή του βασιλιά του Κεντ. Του είπαν ότι μια χριστιανή πριγκίπισσα δεν μπορούσε να παντρευτεί έναν ειδωλολάτρη, αλλά εκείνος υποσχέθηκε ότι θα της επέτρεπε να ασκεί ελεύθερα τη θρησκεία της και ότι θα άκουγε τους Χριστιανούς ιεροκήρυκες, εξετάζοντας σοβαρά το ενδεχόμενο να βαπτιστεί. Έτσι, η Εθελβούργα δέχθηκε τον γάμο και το 625 πήγε στον βορρά, συνοδευόμενη από τον μοναχό Παυλίνο, ο οποίος χειροτονήθηκε επίσκοπος ειδικά γι’ αυτόν τον σκοπό από τον Αρχιεπίσκοπο Ιούστο του Καντέρμπουρυ.
Ο Έντγουιν άκουγε το κήρυγμα του Παυλίνου επί πολλούς μήνες και τελικά συμβουλεύτηκε τους συμβούλους του. Ο Κόιφι, ο αρχιερέας της παγανιστικής θρησκείας, τον προέτρεψε να ασπαστεί τον Χριστιανισμό, λέγοντας ότι η ειδωλολατρική θρησκεία δεν του είχε προσφέρει τίποτα. Ένας άλλος άρχοντας συμφώνησε, προσθέτοντας:
«Η ζωή μοιάζει με μια αίθουσα συμποσίου. Μέσα υπάρχει φως, φωτιά, ζεστασιά και χαρά, ενώ έξω επικρατεί κρύο και σκοτάδι. Ένα σπουργίτι πετά μέσα από ένα παράθυρο στη μία άκρη, διασχίζει την αίθουσα και βγαίνει από το άλλο παράθυρο. Έτσι είναι και η ζωή μας· γεννιόμαστε από το άγνωστο, για λίγο καιρό απολαμβάνουμε τη ζωή στη γη, κι έπειτα πετάμε πάλι έξω, στο σκοτάδι και το άγνωστο. Αν η νέα θρησκεία μπορεί να φωτίσει αυτό το σκοτάδι, τότε ας την ακολουθήσουμε».
Οι υπόλοιποι σύμβουλοι έδωσαν παρόμοιες γνώμες και έτσι, το 627, ο βασιλιάς και πολλοί από τους ευγενείς του βαπτίστηκαν.
Ο βασιλιάς Έντγουιν βαπτίστηκε από τον Επίσκοπο Παυλίνο στο Γιορκ, την Κυριακή του Πάσχα το 627, μαζί με τον γιο του Όσφριντ, που είχε αποκτήσει από προηγούμενο γάμο. Η τελετή έγινε σε μια ξύλινη εκκλησία, χτισμένη πρόχειρα· αργότερα ο βασιλιάς άρχισε να οικοδομεί μια λίθινη, την οποία ολοκλήρωσε ο Άγιος Όσβαλδος. Ο Βέδας ο Σεβαστός αναφέρει ότι, εφόσον δεν υπήρχαν ακόμη αρκετά ευρύχωρες εκκλησίες και κολυμβήθρες, ο Παυλίνος, όταν ο βασιλιάς βρισκόταν ανάμεσα στους Ντέιρι, βάπτιζε στο ποτάμι Σουέιλ, κοντά στο Καταράκτου (σημερινό Catterick), όπου βρισκόταν το παλάτι του βασιλιά. Μεταξύ αυτών που βαπτίστηκαν από τον Παυλίνο ήταν η Χίλντα, η μετέπειτα ιδρύτρια της Μονής του Γουίτμπι, και η διάδοχός της Έανφλεντ, κόρη του Έντγουιν.
Ως ο μόνος Ρωμαίος επίσκοπος στην Αγγλία, ο Παυλίνος χειροτόνησε επίσης τον Ονώριο σε Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ, μετά τον θάνατο του Ιούστου, κάπου μεταξύ 628 και 631.
Ακολούθησαν και άλλες μεταστροφές, και η Εκκλησία στη Νορθουμβρία άνθισε. Έξι χρόνια αργότερα, όμως, ο βασιλιάς Έντγουιν ηττήθηκε και σκοτώθηκε από τον Καντγουάλλον της Ουαλίας και τον Πέντα της Μερκίας στη μάχη του Χάτφιλντ Τσέις. Ο Παυλίνος άφησε τον διάκονό του Ιάκωβο υπεύθυνο για ό,τι είχε απομείνει από την Εκκλησία εκεί και πήρε τη βασίλισσα Εθελβούργα και τα παιδιά της πίσω στο Κεντ διά θαλάσσης. Εκεί, ο ηλικιωμένος Παυλίνος διορίστηκε επίσκοπος του Ρότσεστερ, αξίωμα που διατήρησε μέχρι τον θάνατό του στις 10 Οκτωβρίου 644, έχοντας διατελέσει επίσκοπος επί δεκαεννέα έτη — οκτώ στο Γιορκ (625–633) και έντεκα στο Ρότσεστερ (633–644).
Ο Βέδας περιγράφει τον Παυλίνο ως
«άνδρα υψηλού αναστήματος, ελαφρώς σκυφτό, με μαύρα μαλλιά και λεπτό πρόσωπο, γαμψή και λεπτή μύτη· η όψη του ενέπνεε σεβασμό και δέος.»


